To εξώφυλλο του βιβλίου ‘Let’s Face It: A History of the Archibald Prize’, ένα λεύκωμα τέχνης που αφηγείται την ιστορία ενός από τα πιο φημισμένα βραβεία που έχουν θεσπιστεί στην Αυστραλία, κοσμεί ένα έργο του Νίκου Σταθόπουλου: το πορτρέτο του Σουδανού δικηγόρου και ακτιβιστή για τα δικαιώματα των προσφύγων Deng Adut. Μέχρι εδώ, τίποτε αξιοπερίεργο.

Ένα ζωγραφικό πορτρέτο κοσμεί το εξώφυλλο ενός βιβλίου αφιερωμένο σε έναν διαγωνισμό ζωγραφικών πορτρέτων. Η διαφορά είναι ότι το συγκεκριμένο έργο δεν κέρδισε το βραβείο, αποτελώντας μία από τις πιο χαρακτηριστικές αδικίες στην σχεδόν 100ετή ιστορία του θεσμού, ο οποίς πολλές φορές έχει σημαδευτεί από τέτοιες καλλιτεχνικές αδικίες – και ίσως γι ‘αυτό οι εκδότες να επέλεξαν το συγκεκριμένο έργο αντί για ένα που να έχει όντως βραβευτεί.

Για την ιστορία, το πορτρέτο αυτό κέρδισε το βραβείο κοινού, στην παράλληλη έκθεση, το ‘Salon des Refusés’, που συμμετέχουν κάθε χρόνο όσοι μένουν εκτός διαγωνισμού. Ο Νίκος Σταθόπουλος έχει κερδίσει ξανά το βραβείο κοινού, πριν από λίγα χρόνια, με το πορτρέτο του συγγραφέα Robert Hoge. Για την ακρίβεια, ο αυτοδίδακτος ζωγράφος έχει φτάσει πέντε φορές στην πηγή, χωρίς να πιει νερό. “Με έχουν χαρακτηρίσει ως ‘Χιλαρι Κλίντον’ του βραβείου Archibald – κέρδισε την ψήφο του λαού, αλλά όχι και τις εκλογές”, δηλώνει ο ίδιος ο Νίκος Σταθόπουλος, αστειευόμενος, στην κάμερα του καναλιού Foxtel Arts και στην σειρά ντοκιμαντέρ ‘The Archibald’ που καταγράφει ακριβώς αυτήν την πτυχή των βραβείων.

Πώς ήταν να έχετε ένα τηλεοπτικό συνεργείο να σας παρακολουθεί την ώρα που δουλεύετε;

To συνεργείο δεν με ενόχλησε, δεν με εμπόδισε να ζωγραφίσω, αλλά έπρεπε να είμαι προσεκτικός για τους χρόνους και τον ρυθμό της δουλειάς μου, γιατί ήθελαν να καταγράψουν τις σημαντικές φάσεις της εξέλιξης του έργου. Η μπογιά που στεγνώνει δεν είναι και το πιο συναρπαστικό θέαμα. Αλλά κατέγραψαν ολόκληρη την διαδικασία και το να βλέπω το έργο να εξελίσσεται σε γρήγορη ταχύτητα είναι για μένα συναρπαστικό.

Πόσο σημαντικό είναι για σας να κερδίσετε το Βραβείο Archibald; 

Αυτή είναι μία ερώτηση που μού έκαναν αρκετές φορές στην διάρκεια του ντοκιμαντέρ τα μέλη του συνεργείου. Θυμάμαι να διαβάζω για το βραβείο Archibald από τότε που ήμουν έφηβος. Ακούσε πάντοτε πάνω μου μία μυστήρια γοητεία, οπότε το να το κερδίσω θα είναι σαν να πραγματοποιείται μία παιδική φαντασίωση. Αλλά δεν συμμετέχω για να κερδίσω. Παίρνω μέρος κυρίως για να παρουσιάσω την δουλειά μου. Φυσικά, μία νίκη θα ήταν εξαιρετική ώθηση για την καριέρα μου και η αξία όλων των έργων που έχω πουλήσει μέχρι τώρα θα πολλαπλασιαζόταν.

Ποια θεωρείτε την πιο άδικη περίπτωση παραγνωρισμένου καλλιτέχνη στην ιστορία του θεσμού;

Στις μέρες μας που η ισότητα των φύλων έχει αποκτήσει τέτοιες διαστάσεις, μου φαίνεται εξωφρενικό που δεν έχει κερδίσει ποτέ η Jenny Sages, παρά το ότι έχει συμμετάσχει 23 φορές. Θα έπρεπε να έχει κερδίσει το βραβείο το 2012 με την αυτοπροσωπογραφία της, ένα βαθιά συγκινητικό έργο που δείχνει τον πόνο στο πρόσωπό της μετά τον θάνατο του συζύγου της. Τώρα έχει περάσει τα 80 και δεν συμμετέχει πια στον διαγωνισμό, προς μεγάλη μου λύπη. Με θυμώνει πολύ αυτή η ιστορία.

Ποιο έργο θεωρείτε ότι άξιζε περισσότερο την βράβευση;

Τα περισσότερα. Όχι όλα, αλλά τα περισσότερα. Έχω κάποια προσωπικά αγαπημένα, όπως το πορτρέτο του Joshua Smith από τον William Dobell που άνοιξε διάπλατα τις πύλες της καθωσπρέπει Αυστραλιανής Πινακοθήκης της Νέας Νότιας Ουαλίας σε πιο σύγχρονες μορφές προσωπογραφίας.

Τι είναι αυτό που κάνει μία προσωπογραφία σπουδαία;

Νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει σύνδεση μεταξύ του καλλιτέχνη, του εικονιζόμενου και του θεατή. Το πορτρέτο πρέπει να σου ‘μιλάει’, να έχει ζωή. Πρέπει επίσης να έχει καλλιτεχνική ακεραιότητα, κάτι που είναι δύσκολο να οριστεί. Αλλά το πιο σημαντικό είναι να παραμένει ο καλλιτέχνης πιστός στο προσωπικό του όραμα. Το βλέπει αυτό κανείς σε περιπτώσεις που ο ίδιος άνθρωπος έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών ζωγράφων μέσα στα χρόνια και κάθε προσωπογραφία είναι διαφορετική, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του καλλιτέχνη.

Πώς επιλέγετε ποιον θα ζωγραφίσετε;

Έχω ολόκληρη λίστα ανθρώπων που θέλω να ζωγραφίσω! Οι περισσότεροι είναι άνθρωποι που θαυμάζω και νιώθω κάποια σύνδεση. Μπορεί να τους ξέρω προσωπικά, ή να είναι άνθρωποι που αγαπώ την δουλειά τους. Αλλά αν τους έχει ζωγραφίσει κάποιος άλλος και ειδικότερα ως συμμετοχή στον διαγωνισμό, χάνω το ενδιαφέρον μου.

Πώς θα περιγράφατε τη σχέση σας με τους ανθρώπους που έχετε φιλοτεχνήσει το πορτρέτο τους;

Ένας από τους λόγους που αγαπώ το Archibald – εξ ου και οι πολλές συμμετοχές μου – είναι ακριβώς το ότι μου δίνει την δυνατότητα να προσεγγίσω ανθρώπους γι’ αυτόν τον σκοπό. Μου έχει δώσει την ευκαιρία να γνωρίσω τους πιο απίστευτους ανθρώπους. Αλλά η ίδια η διαδικασία του πορτρέτου, όταν ποζάρει κάποιος για μένα, απαιτεί τεράστια εμπιστοσύνη από την μεριά του. Όταν ζήτησα από τον (γνωστό κριτικό κινηματογράφου) David Stratton ότι θέλω να τον ζωγραφίσω την στιγμή που τον παίρνει ο ύπνος μέσα στην κινηματογραφική αίθουσα, απάντησε: “εσύ είσαι ο καλλιτέχνης”. Με άφησε να κάνω ό,τι ήθελα. Αυτό είναι απελευθερωτικό, αλλά έχει και ευθύνες. Προσπαθώ να τιμήσω κάθε πρόσωπο με το καλύτερο έργο που μπορώ να δημιουργήσω κάθε φορά. Σιχαίνομαι να πρέπει να τους ενημερώσω ότι το έργο δεν πέρασε στον διαγωνισμό. Νιώθω σαν να τους προδίδω.

Ποιος θα θέλατε να φιλοτεχνήσει το δικό σας πορτρέτο;

Έχω ποζάρει αρκετές φορές, μου ζήτησαν μάλιστα και για τα φετινά Archibald, αλλά με όλο αυτό το δράμα και την πίεση του ντοκιμαντέρ, αναγκάστηκα να αρνηθώ. Για να είμαι ειλικρινής, δεν μου αρέσει να βλέπω τον εαυτό μου. Μού είναι εξαιρετικά δύσκολο να βλέπω τον εαυτό μου στην τηλεόραση, για παράδειγμα. Αλλά η ζωγραφική είναι άλλο πράγμα, γιατί βλέπεις την εντύπωση που έχει ο άλλος για σένα.

Τι είναι αυτό που σας κάνει καλλιτέχνη;

Ω, ήμουν πάντοτε καλλιτέχνης, είναι στα γονίδιά μου. Κέρδισα τον πρώτο μου διαγωνισμό στο νηπιαγωγείο και συνέχισα να κερδίζω σε καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς μεγαλώνοντας.

Πότε καταλάβατε πρώτη φορά την δύναμη της τέχνης σας;

Έχω μία πολύ έντονη ανάμνηση από το νηπιαγωγείο όταν μας ζήτησαν να ζωγραφίσουμε κάτι για την ‘εβδομάδα βιβλίων’. Ενώ τα υπόλοιπα παιδιά πάσχιζαν με τις μπογιές τους, εγώ ζωγράφισα την δασκάλα μου να σκύβει για να πάρει ένα βιβλίο από ένα ράφι. Ακόμη θυμάμαι την έκφραση έκπληξης στο πρόσωπό της.

Πώς θα περιγράφατε το καλλιτεχνικό σας ταξίδι μέχρι στιγμής;

Είναι ένα συνεχές. Βρίσκομαι συνέχεια αναμιγμένος σε κάποια καλλιτεχνική δραστηριότητα. Στην πορεία έπρεπε να περιορίσω τις διάφορες καλλιτεχνικές μου αναζητήσεις και να επικεντρωθώ κάπου για πρακτικούς λόγους. Αλλά είμαι τυχερός γιατί έχω την δυνατότητα να ασκώ το πάθος μου σε καθημερινή βάση.

Αν δεν ήσασταν καλλιτέχνης, με τι θα είχατε ασχοληθεί; 

Έχω ένα αρχαίο πτυχίο νομικής και με ενδιέφεραν πάντοτε τα ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά για να είμαι ειλικρινής, δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Αν περάσει μεγάλο διάστημα χωρίς να ζωγραφίσω, νιώθω σωματικά άρρωστος. Είναι βαθιά ριζωμένο στην ψυχή μου πια. Θα μού άρεσε να κάνω περισσότερες ταινίες. Μού αρέσει επίσης πολύ το κινούμενο σχέδιο και το κουκλοθέατρο. Αλλά έχω μόνο μία ζωή.

Ποια είναι η σχέση σας με τις ελληνικές σας ρίζες;

Πώς να το εξηγήσω; Συνέβη όταν επισκέφθηκα την Αθήνα το 2009, τότε όλα τα κομμάτια ήρθαν στην θέση τους. Όλα τα μέρη για τα οποία μου μιλούσαν οι παπούδες μου έγιναν ξαφνικά πραγματικά. Ήταν σαν να ξύπνησε ξαφνικά μία μακρινή ανάμνηση. Αλλά δεν μπορώ να πω ότι η καταγωγή μου έχει επηρεάσει την τέχνη μου. Δεν μεγάλωσα θαυμάζοντας κάποιον Έλληνα ζωγράφο. Αλλά ακούω την μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου όταν ζωγραφίζω.