Κατάμεστη ήταν η φιλόξενη αίθουσα της Ποντιακής Κοινότητας την περασμένη Κυριακή από συμπαροίκους που πήγαν στην παρουσίαση του βιβλίου του Κυριάκου Αμανατίδη, «Επίκαιρα και Επίμαχα».

Η βιβλιοπαρουσίαση, με την οποία ολοκληρώθηκαν οι εκδηλώσεις μνήμης της  Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, οργανώθηκε  από τη Συντονιστική Επιτροπή Ποντιακών Σωματείων Μελβούρνης (ΣΕΠΣΜ), τον Ελληνο-Αυστραλιανό Πολιτιστικό Σύνδεσμο Μελβούρνης και τον Σύνδεσμο Συγγραφέων και Λογοτεχνών Αυστραλίας
Την παρουσίαση της εκδήλωσης έκανε η Ρ. Σιάχου, ενώ χαιρετισμούς απηύθυναν ο σύμβουλος Εκπαίδευσης, Χ. Λαδόπουλος, ο πρόεδρος της Ποντιακής Κοινότητας, Α. Αλεξιάδης, ο συντονιστής της ΣΕΠΣΜ, Σ. Κοροσίδης, η πρόεδρος του Πολιτιστικού Συνδέσμου, κ. Αλεξοπούλου, και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Συγγραφέων και Λογοτεχνών, Θ. Χαραλαμπόπουλος.

Την παρουσίαση του βιβλίου έκανε ο φιλόλογος, Μάκης Κασαπίδης ο οποίος, μεταξύ άλλων, ανέφερε και τα ακόλουθα.
«Με μεγάλη χαρά, αλλά και ιδιαίτερη ικανοποίηση, ανταποκρίθηκα στο αίτημα του αγαπητού φίλου και επιστημονικά ομογάλακτου, Κυριάκου Αμανατίδη, να παρουσιάσω τον ειδικό τόμο με τα άρθρα του, τα οποία είδαν το φως της δημοσιότητας από τη στήλη «Επίκαιρα και Επίμαχα» που διατηρεί εδώ και πολλά χρόνια ο συγγραφέας στην έγκριτη εφημερίδα της Μελβούρνης «Νέος Κόσμος».

Βέβαια, το υπό παρουσίαση έργο δεν είναι το πρώτο του συγγραφέα. Ο Κυριάκος Αμανατίδης άρχισε να γράφει από τον πρώτο κιόλας καιρό της εδώ παρουσίας του. Πέρα από τα διάφορα δημοσιεύματά του σε εφημερίδες και περιοδικά, εδώ στην Αυστραλία και στην Ελλάδα, στο ενεργητικό του έχει τη συγγραφή τριών σχολικών βιβλίων με τον τίτλο «Τα Ελληνικά κι εγώ», τα οποία, από πρακτική τουλάχιστον άποψη, βοήθησαν πολύ τους εδώ εκπαιδευτικούς στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας. Εκτός, όμως, από τα πιο πάνω βιβλία σχολικής χρήσης, έχει συγγράψει τις βιογραφίες επώνυμων προσώπων της ελληνικής παροικίας, όπως του Κώστα Μπαλτά, πρώην προέδρου της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Όκλι, καθώς και του μακαριστού Νικολάου Μουτάφη, ιερέα της εκκλησίας «Αγίων Αναργύρων» της ίδιας Κοινότητας.

Χωρίς καμία αμφιβολία, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ευτυχής συγκυρία το γεγονός ότι παρουσιάζονται σήμερα στο κοινό της παροικίας μας, με τον τίτλο «Επίκαιρα και Επίμαχα», τα άρθρα του Κυριάκου Αμανατίδη, και τούτο για τον απλούστατο λόγο ότι ο αναγνώστης, ο οποίος ενδεχομένως να μη τα διάβασε δημοσιευμένα στην εφημερίδα «Νέος Κόσμος», στη μόνιμη στήλη του συγγραφέα, τώρα θα έχει το πλεονέκτημα να τα βρει συγκεντρωμένα σ’ έναν καλαίσθητο τόμο.
Ο δημοσιογράφος, Σωτήρης Χατζημανώλης, ο οποίος προλογίζει το βιβλίο, εντυπωσιασμένος από τα άρθρα του συγγραφέα, διέκρινε από πολύ νωρίς με διορατικότητα τη σημασία της έκδοσής τους σε βιβλίο.

Ο συγγραφέας του έργου, στο εισαγωγικό του σημείωμα, διευκρινίζει ότι στα 700 δοκίμια που δημοσιεύθηκαν στην εβδομαδιαία στήλη, που διατηρεί στην εφημερίδα «Νέος Κόσμος» της Μελβούρνης, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 μέχρι τις αρχές του 2009, ήταν αδύνατο να περιληφθούν σ’ ένα τόμο, γι’ αυτό έκανε προσεκτική επιλογή των δοκιμίων, έχοντας ως βάση τη χρονολογική σειρά δημοσίευσής τους είτε χρησιμοποιώντας ως κριτήριο τη θεματολογία τους. Συγκεκριμένα, ο συγγραφέας αναφέρει σχετικά τα εξής:
«Προτίμησα τη δεύτερη από τις δύο επιλογές» και συμπληρώνει «γιατί παρέχει τη δυνατότητα για κάποια ομοιογένεια στα δοκίμια που περιλαμβάνονται σε αυτόν τον τόμο».
Το όλο έργο αποτελείται από 344 σελίδες και χωρίζεται σε δύο μέρη, με δοκίμια που έχουν ως σημείο αναφοράς τον Ελληνισμό. Τα δοκίμια έχουν δύο βασικούς άξονες και είναι οι άξονες αυτοί ο Μητροπολιτικός Ελληνισμός και ο Ελληνισμός της Διασποράς.
Αξιοπρόσεκτος είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Κυριάκος Αμανατίδης προσεγγίζει γενικά τα θέματά του και ειδικότερα εκείνα τα οποία αναφέρονται σε ιστορικά γεγονότα.

Πρώτο μέλημά του είναι να τεκμηριώνει, να αναλύει διεισδυτικά, να σχολιάζει κριτικά και να προβαίνει με ευθυκρισία στην αποτίμηση προσώπων και γεγονότων, με βάση πάντα την ορθότητα ή μη των πράξεων των πρωταγωνιστών και με γνώμονα τις αιτίες που προκάλεσαν τα γεγονότα και τις ειδικές συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβαν χώρα αυτά. Στην περίπτωση των ιστορικών θεμάτων, η εμβριθής ιστορική γνώση, ο ορθολογισμός και η αμεροληψία εντυπωσιάζουν, ενώ εκπλήσσει τον αναγνώστη η γαληνότητα, με την οποία εκφράζονται οι θέσεις του συγγραφέα.

Ποικίλη είναι η θεματολογία των άρθρων που εμπεριέχονται στον υπό παρουσίαση τόμο. Εκτός από τα δοκίμια, που έχουν ως θέμα τους ιστορικά γεγονότα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα αναφερόμενα στις διάφορες εκφάνσεις της παροικιακής μας ζωής. Η στήλη του Κυριάκου Αμανατίδη «Επίκαιρα και Επίμαχα» ήταν και παραμένει το δημόσιο βήμα απ΄ όπου ο ακούραστος αυτός εργάτης του πνεύματος πρόβαλλε με ξέχωρη θέρμη και συνεχίζει να προβάλλει κάθε παροικιακή δραστηριότητα, η οποία στοχεύει στην προβολή και στην προώθηση του ελληνικού πολιτισμού. Αξίζει να τονιστεί με ιδιαίτερη έμφαση ο καθοριστικός ρόλος του Κυριάκου Αμανατίδη στην προβολή της ελληνοαυστραλιανής λογοτεχνίας.

Δεν είναι καθόλου υπερβολή, αλλά αποτελεί επιβεβαιωμένη πραγματικότητα ότι ο Κυριάκος Αμανατίδης υπήρξε ο πιο ένθερμος συνήγορος του έργου των συμπαροίκων λογοτεχνών και συγγραφέων. Στην προκειμένη περίπτωση αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι δεν περιορίστηκε απλά και μόνο στη θεωρητική στήριξη του έργου τους, αλλά πρότεινε και πρακτικά μέτρα για την αναγνώρισή του! Με μια σειρά άρθρων του κάνει μερικές σημαντικές προτάσεις για την αποδοχή του από τα δύο εθνικά κέντρα του Ελληνισμού, την Ελλάδα και την Κύπρο.

Για το συγκεκριμένο αυτό θέμα, στο β’ μέρος του βιβλίου, στην ενότητα «Ο Ελληνισμός της διασποράς», και ειδικότερα στο δεύτερο κεφάλαιο, που αναφέρεται στον Ελληνισμό της Αυστραλίας, στη σελίδα 308 προβαίνει στις εξής επισημάνσεις: «Γνωρίζοντας προσωπικά πολλούς από τους ομογενείς λογοτέχνες και συγγραφείς και έχοντας μελετήσει  τα περισσότερα από τα έργα τους, συχνά αναρωτιόμουν ποια θα είναι η μοίρα αυτών των βιβλίων, όταν οι δημιουργοί τους ολοκληρώσουν τον βιολογικό τους κύκλο. Θα συμβεί τάχα το ίδιο και με τα βιβλία τους; διαλογιζόμουν. Εκτός από τα λίγα, που βρίσκονται σε κάποιες ιδιωτικές βιβλιοθήκες, θα αφήσουμε τα υπόλοιπα να πέσουν στην αφάνεια, χωρίς να τα δοθεί η ευκαιρία να ενταχθούν στη νεοελληνική γραμματεία;»  Στη συνέχεια προβαίνει, στη σελίδα 311, σε μια ουσιαστική πρόταση για διάσωση και αξιοποίηση του ομογενειακού βιβλίου. Γράφει σχετικά τα εξής: «Όλοι γνωρίζουμε ότι ο Απόδημος Ελληνισμός έχει αναπτύξει ένα ευρύ φάσμα πολιτιστικών δραστηριοτήτων στις χώρες όπου ζει. Από τις δραστηριότητες αυτές το ομογενειακό βιβλίο ίσως να είναι το μόνο που προσφέρεται, με ελάχιστο κόστος και μικρή διοργανωτική προσπάθεια, για μόνιμη πρόσβαση από τους συμπατριώτες μας στην Ελλάδα, με τη σύσταση Παραρτημάτων Ομογενειακού Βιβλίου, σε μεγάλες δημόσιες και πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες».

Επιπλέον, ο συγγραφέας κάνει αναφορά, στην ίδια σελίδα και σε κάτι άλλο πολύ σημαντικό, που αφορά στο έργο των λογοτεχνών και συγγραφέων της διασποράς. Συγκεκριμένα, προβαίνει σε μια σπουδαία επισήμανση αναφέροντας τα εξής: «Η ύπαρξη αυτών των παραρτημάτων ίσως ενθαρρύνει και κάποια πανεπιστήμια να προβούν στη σύσταση εδρών ομογενειακής λογοτεχνίας, καλύπτοντας έτσι ένα μεγάλο κενό στο χώρο της Νεοελληνικής Γραμματείας».

Η μεγάλη ευαισθησία και το θερμό ενδιαφέρον του Κυριάκου Αμανατίδη τον ανέδειξαν σε αδιαμφισβήτητο υπέρμαχο των πνευματικών δημιουργημάτων των λογοτεχνών και συγγραφέων  της παροικίας μας. Τα δημοσιεύματά του για το συγκεκριμένο αυτό θέμα, εδώ τουλάχιστο στον παροικιακό μας χώρο, δεν έπεσαν «σε ώτα μη ακουόντων». Είχαν απήχηση και ευαισθητοποίησαν κάποιους υπεύθυνους παράγοντες. Και το λέγω αυτό παίρνοντας αφορμή από ένα πρόσφατο δημοσίευμα στην πρώτη σελίδα του «Νέου Κόσμου», στο οποίο γίνεται λόγος για ίδρυση Βιβλιοθήκης στο χώρο του Ελληνικού Γενικού Προξενείου της Μελβούρνης, με βιβλία συμπαροίκων λογοτεχνών και συγγραφέων. Η σπουδαίας σημασίας αυτή προσπάθεια, η οποία αποτελεί ένα πρώτο βήμα για την αναγνώριση του έργου των συμπαροίκων εργατών του πνεύματος τιμά τον Γενικό Πρόξενο, κ. Χρήστο Σαλαμάνη, και τους στενούς συνεργάτες του και σίγουρα είναι το πρακτικό αποτέλεσμα της αρθρογραφίας του Κυριάκου Αμανατίδη.

Ο άνθρωπος αυτός είχε το απαράμιλλο σθένος να παρουσιάσει δημόσια το θέμα του ομογενειακού βιβλίου, θέτοντας τον δάκτυλό του «επί των τύπων των ήλων», γι΄ αυτό και του ανήκουν δικαιωματικά τα εύσημα από την υλοποίηση της αξιόλογης αυτής προσπάθειας.

Ο Κυριάκος Αμανατίδης είναι γόνος Ποντίων γονέων, γεγονός, άλλωστε, στο οποίο οφείλεται η μεγάλη του ευαισθησία σε θέματα που έχουν σχέση με τον Ποντιακό Ελληνισμό. Έχει δείξει έμπρακτα ότι σέβεται και τιμά τις ποντιακές του ρίζες, κάτι που επιβεβαιώνεται από την πολύχρονη προσφορά του στην εδώ ποντιακή πατριά και αναδύεται μέσα από τα διάφορα άρθρα του, τα οποία αναφέρονται στον Ποντιακό Ελληνισμό.

Ωστόσο, δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ και στις επιφυλλίδες του Κυριάκου Αμανατίδη τις αναφερόμενες στην ελληνική γλώσσα, οι οποίες, αν μη τι άλλο, φανερώνουν τη μεγάλη του ανησυχία για το κλίμα ύφεσης που παρατηρείται στη διδασκαλία της Ελληνικής και στις τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης τούτης εδώ της χώρας. Εντοπίζει πολύ εύστοχα την πτωτική αυτή τάση, προσδιορίζοντας ως αφετηρία αυτής τη δεκαετία του 1990 και εξηγεί τις αιτίες του φαινομένου. Σχολιάζει την κατάσταση ως εξής: «Η ομογένεια της Μελβούρνης έχει πλήρη συνείδηση της σπουδαιότητας της γλώσσας μας σαν γέφυρα με το παρελθόν και το εθνικό κέντρο, είτε αυτό είναι η Ελλάδα είτε η Κύπρος. Στο παρελθόν έδωσε μακροχρόνιους αγώνες και κέρδισε δύσκολες μάχες. Όλως παραδόξως όμως, σχεδόν καθ΄ όλη τη δεκαετία του 1990 η παροικία μας επέτρεψε στον εαυτό της να περιπέσει σε μια κατάσταση άκριτου εφησυχασμού, και έτσι δεν μπόρεσε να δει και να ερμηνεύσει τα σημάδια των καιρών». Και συνεχίζοντας την ανάλυσή του, προσθέτει: «Με άλλα λόγια, μια δεκαετία εξελίξεων που διαμόρφωσαν την εκπαιδευτική πολιτική αναφορικά με τις γλώσσες στο εθνικό και πολιτειακό επίπεδο, μας βρήκε υπνώττοντες σαν άτομα και ολιγωρούντες σαν οργανωμένη παροικία. Αποτέλεσμα αυτής της υπνηλίας και ολιγωρίας υπήρξε η απώλεια κεκτημένων προνομίων από τη μια και αναξιοποίητες ευκαιρίες από την άλλη».

Προβαίνοντας σε μια γενική αξιολόγηση του περιεχομένου του υπό παρουσίαση τόμου έχω να παρατηρήσω ότι δεν υπάρχει σχεδόν κανένας τομέας της κοινωνικής ζωής που να μην έγινε αντικείμενο σχολιασμού από τη γραφίδα του Κυριάκου Αμανατίδη. Παρουσίασε και εξακολουθεί να παρουσιάζει, σε ορθοδομημένο γραπτό λόγο, κοινωνικά, εκπαιδευτικά, οικονομικά και ιστορικά θέματα. Και τα παρουσιάζει με τέτοιο τρόπο έτσι που, εκτός από τις γνώσεις που προσφέρει στον αναγνώστη, επιπλέον τον φρονηματίζει και του προτείνει λύσεις.

Πρέπει να τονιστεί ότι το βιβλίο του Κυριάκου Αμανατίδη «Επίκαιρα και Επίμαχα» προσφέρει μια νέα προοπτική, γι΄ αυτό και αποκτά μεγάλη σημασία, γιατί με τα διάφορα άρθρα, που καταθέτει ο συγγραφέας μέσα σ΄ αυτό, παρουσιάζει τα επιτεύγματα, τα οράματα, τις δυσκολίες και τις αδυναμίες που βίωσε και βιώνει ο Ελληνισμός της Αυστραλίας και όχι μόνο.

Βιώματα τέτοια από τα οποία μπορεί να διδαχτεί πολλά και να χαράξει μια νέα πορεία. Καταλήγοντας θεωρώ πολύ σημαντικό να τονίσω ότι οφείλουμε, ως άτομα και ως παροικιακό σύνολο, να συγχαρούμε τον Κυριάκο Αμανατίδη, τον ακαταπόνητο αυτό διανοητή που, χάρη στην πνευματική του ζωτικότητα, βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο της πολιτιστικής κίνησης της ελληνικής παροικίας της Μελβούρνης και έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην άνθηση της ελληνοαυστραλιανής λογοτεχνίας. Αλλά αξίζει να τον τιμήσουμε και για έναν άλλο λόγο γιατί, πέρα από την εγνωσμένη επιστημοσύνη του, είναι άνθρωπος ο οποίος ξεχωρίζει για το ακέραιο ήθος του, κάτι που δυστυχώς σπανίζει στην εποχή μας».

Ο ίδιος ο συγγραφέας, κ. Αμανατίδης, ευχαρίστησε όλους όσους συνέβαλαν στην έκδοση του βιβλίου του και στάθηκε ιδιαίτερα σε τρεις ομογενείς που προσέφεραν πολλά και δεν βρίσκονται πλέον ανάμεσά μας: Πρόκειται για τον μακαριστό Νικόλαο Μουτάφη και τους αείμνηστους Στάθη Ραυτόπουλο και Θεόδωρο Τσώνη.