Τα αιρετικά «Ευαγγέλια»

Περισσότερο από μισός αιώνας έχει περάσει από τότε που πρωτοεκδόθηκε «Ο τελευταίος πειρασμός» του Νίκου Καζαντζάκη, εξοργίζοντας τόσο τα χριστιανικά πνεύματα ώστε η Εκκλησία της Ελλάδας να απειλεί να αφορίσει τον συγγραφέα και τελικά να τον αναθεματίσει. «Το βιβλίο ετούτο δεν είναι βιογραφία, είναι εξομολόγηση του αγωνιζόμενου ανθρώπου.

Δημοσιεύοντάς το έκαμα το χρέος μου, το χρέος ενός ανθρώπου που πολύ αγωνίστηκε, πολύ πικράθηκε στη ζωή του και πολύ έλπισε» ήταν η «απολογία» του Καζαντζάκη.

Μέσα στο Πάσχα αποφάσισε ο αμφιλεγόμενος αμερικανός συγγραφέας Τζέιμς Φρέι να σκανδαλίσει, κυκλοφορώντας πριν από λίγες ημέρες το βιβλίο του «The final testament of the Holy Bible», την τρίτη και «τελική Διαθήκη», όπως το χαρακτηρίζει. Σ’ αυτό παρουσιάζει έναν Μεσσία εβραϊκής καταγωγής που ζει στη Νέα Υόρκη και είναι εθισμένος στα ναρκωτικά και το αλκοόλ, ενώ κάνει σεξ με άντρες και γυναίκες. Ο Φρέι πάντως είχε εκδώσει και τα απομνημονεύματά του πριν από λίγα χρόνια («One million pieces»), με μπόλικες δόσεις ριάλιτι, για να αποδειχθεί τελικά ότι έγραφε παραμύθια.

Όμως και πολλοί άλλοι κορυφαίοι συγγραφείς, όπως ο Ζοζέ Σαραμάγκου και ο Νόρμαν Μέιλερ έχουν προκαλέσει με τα αιρετικά τους κείμενα. Σαν άλλοι απόστολοι γράφουν τα δικά τους ανατρεπτικά «ευαγγέλια», γίνονται ερευνητές και ιδιότυποι ντετέκτιβ, ανατέμνουν τη ζωή του Χριστού, τον βάζουν σε πλείστους πειρασμούς, τονίζουν την ανθρώπινη φύση και την επαναστατική του κατεύθυνση, ενώ επιχειρούν να απαντήσουν σε ερωτήσεις πιστών και απίστων. Συχνά με ένα αίσθημα θρησκευτικότητας, συχνά με προσωπικό κόστος…

Πιο πρόσφατο κρούσμα, οι λεκτικές επιθέσεις που δέχτηκε ο Βρετανός Φίλιπ Πούλμαν από θερμόαιμους καθολικούς οι οποίοι ήθελαν να τον αφορίσουν για τον τίτλο και μόνο του νέου του μυθιστορήματος «Ο καλός άνθρωπος Ιησούς και ο παλιάνθρωπος Χριστός». Το βιβλίο πριν από λίγον καιρό κυκλοφόρησε στα ελληνικά με τον απλοποιημένο τίτλο «Ο καλός και ο κακός» (εκδόσεις Λιβάνη, μετάφραση Χρήστος Καψάλης), πιθανότατα προς αποφυγήν χριστιανικών παρεξηγήσεων, ωστόσο η ουσία παραμένει. Ο Πούλμαν, που δηλώνει χριστιανός και ταυτόχρονα προκαλεί με τις αθεϊστικές δηλώσεις του, παρουσιάζει τον Μεσσία περίπου σαν διχασμένη προσωπικότητα, τύπου Τζέκιλ και Χάιντ.

Για την ακρίβεια στο μυθιστόρημά του αναφέρει ότι η Παρθένος Μαρία γέννησε δίδυμα αγόρια: Το ένα, ο Ιησούς, είναι ο καλός, χαρισματικός δάσκαλος που κηρύττει τη Βασιλεία του Θεού, προτρέπει τους ανθρώπους να ζουν με αγάπη, να μοιράζονται την περιουσία τους, κάνει αμφιλεγόμενα θαύματα, συλλαμβάνεται και θανατώνεται. Ο δίδυμος αδερφός του, ο Χριστός, είναι πιο σκοτεινός τύπος, νευρωτικός, παρακολουθεί τον Ιησού και αναλαμβάνει να γράψει τη βιογραφία του. Τελικά με τη βοήθεια ενός «ξένου» θα δημιουργήσει μια νέα θρησκεία, που επιβάλλεται και ελέγχεται από την Εκκλησία.

Δεν θέλει πολλές γνώσεις για να καταλάβει κανείς ότι ο «ξένος» είναι ο Απόστολος Παύλος. Άλλωστε ο Πούλμαν, από τον καιρό που έγραψε την περίφημη «Τριλογία του κόσμου» (το πρώτο μέρος, «Το αστέρι του Βορρά», μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο), έχει πολλά ανοιχτά μέτωπα με την Εκκλησία:
 «Η ιδέα για το ότι ο Ιησούς είναι Θεάνθρωπος προέκυψε από την αχαλίνωτη φαντασία του Αποστόλου Παύλου» δήλωσε πρόσφατα ο συγγραφέας στην εφημερίδα «The Times». «Εμπνεύστηκα την ιστορία μου από τη δισυπόστατη φύση του Ιησού Χριστού, αλλά το πώς χειρίζομαι το θέμα είναι αποκλειστικά δική μου ευθύνη. Ορισμένα μέρη διαβάζονται σαν μυθιστόρημα, μερικά σαν ιστορία, άλλα είναι παραμύθια. Ήθελα να είναι έτσι, γιατί εκτός των άλλων το βιβλίο είναι μια ιστορία για το πώς γίνονται οι ιστορίες».

Εναντίον της οργανωμένης θρησκείας ήταν και μια από τις πιο προκλητικές πένες της Αμερικής, ο Νόρμαν Μέιλερ: «Ο Χριστός μπορεί κάλλιστα να είναι ο Υιός του Θεού, μια υλική και πνευματική οντότητα που ο Θεός έκρινε απαραίτητη για την ανθρωπότητα. Άρα, ναι, ο Ιησούς μπορεί να ήταν αληθινός» έγραψε στο αποκαλυπτικό «Περί θεού. Μια ασυνήθιστη συνομιλία» (εκδ. Καστανιώτη, μετάφρ. Ιλάειρα Διονυσοπούλου). «Το γεγονός ότι αντιδρώ στα δόγματα δεν σημαίνει ότι απορρίπτω τα πάντα. Η ύπαρξη του Ιησού βγάζει νόημα. Ο Ιησούς ως αρχή της αγάπης, της συμπόνιας, της συγχώρεσης και του ελέους είναι κάτι που όλοι μας το κατανοούμε. Το νιώθουμε μέσα μας. Το νιώθουμε ως το καλύτερο κομμάτι του εαυτού μας, το ευγενέστερο, το πλουσιότερο, το πιο γενναιόδωρο. Οι οργανωμένες θρησκείες όμως με απωθούν εξαιτίας της φιλοσοφικής ασυνέπειας του Θεού ενώπιον του οποίου γονατίζουν, ενός Παντοδύναμου και Πανίσχυρου. Η ιστορία του 20ού αιώνα έδειξε την αντίφαση αυτών των όρων και μάλιστα εντυπωσιακά».

Ανατρέχοντας στις εβραϊκές του ρίζες ο Μέιλερ έγραψε «Το κατά υιόν Ευαγγέλιον» (εκδ. Λιβάνη, μετ. Μαρία Αγγελίδου) περιγράφοντας χωρίς πολλές αυθαιρεσίες τη ζωή του Χριστού. Στο επίκεντρο του προβληματισμού του είναι η αέναη πάλη μεταξύ Θεού και διαβόλου, που ζωντανεύει και σε άλλα βιβλία του, όπως «Το κάστρο και το δάσος». Τα χτυπήματα είναι δυνατά, ακόμα και κάτω από τη ζώνη, ενώ συχνά το κακό νικάει. Άλλωστε η Σταύρωση και η Ανάσταση δεν ήταν, κατά την αποψή του, νίκη επί του Σατανά, σύμφωνα με τα θεολογικά κριτήρια.

 «Βλέπω τον Θεό μάλλον ως Δημιουργό, ως τον μεγαλύτερο καλλιτέχνη» έχει γράψει ο Μέιλερ. «Βλέπω τα ανθρώπινα όντα ως το πιο εξελιγμένο του καλλιτέχνημα. Βλέπω και τα ζώα ως καλλιτεχνήματά του. Οταν αναλογίζομαι την εξέλιξη, εκείνο που για μένα ξεχωρίζει είναι το δράμα που βίωσε ο Θεός ως καλλιτέχνης. Οι επιτυχίες αμαυρώθηκαν από αποτυχίες. Υποθέτω ότι η εξέλιξη αλλοιώθηκε, ίσως περιστασιακά να ανατράπηκε κιόλας, από τον Διάβολο. Πιστεύω ότι ο Θεός έκανε ορισμένα στραβοπατήματα επειδή Τον εξαπάτησε -ή Την εξαπάτησε- ο Διάβολος».

Πώς ένας θεός που πρεσβεύει «αγαπάτε αλλήλους» γίνεται αμείλικτος τιμωρός του ανθρώπου; Το ερώτημα απασχολούσε και τον νομπελίστα Ζοζέ Σαραμάγκου, ο οποίος στο τελευταίο του μυθιστόρημα «Κάιν» (εκδ. Καστανιώτη, μετ. Αθηνά Ψυλλιά) φαίνεται πως ξεκαθάρισε, πριν πεθάνει, τους λογαριασμούς με τον Ύψιστο, γράφοντας έναν σπαρταριστό διάλογο ανάμεσα στον Κάιν και τον Θεό. Εκεί ο άνθρωπος υψώνει τη φωνή του, αλλά στο τέλος αποστομώνεται.
Στο παλαιότερο «Κατά Ιησούν Ευαγγέλιο» των ίδιων εκδόσεων, ο Σαραμάγκου αναλαμβάνει ρόλο «ευαγγελιστή» και προβάλλει με αληθοφάνεια τη δική του αιρετική άποψη για τα γεγονότα της Καινής Διαθήκης. Σ’ αυτό άλλωστε το μυθιστόρημα βασίστηκε και η παράσταση «Νο Body Else» που κατέβηκε άρον άρον από το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, καθώς παρουσίαζε τον Χριστό και τη Μαγδαληνή να ερωτοτροπούν γυμνοί…

Άλλωστε το βιβλίο του νομπελίστα είναι γεμάτο ευρήματα και ανατροπές: Η σφαγή των νηπίων, για παράδειγμα, έγινε κατά την άποψή του επειδή ο Ιωσήφ, που ήξερε τι θα συμβεί, δεν ειδοποίησε και τις υπόλοιπες οικογένειες. Επίσης ο Ιησούς αμφιβάλλει εάν θα καταφέρει να φέρει εις πέρας την αποστολή του και για το τι κρύβεται πίσω από τη θυσία του. Χαρακτηριστικό είναι το τέλος:

 «Τότε ο Ιησούς κατάλαβε πως σύρθηκε στην πλάνη όπως σέρνεται ο αμνός στη σφαγή, ότι η ζωή του χαράχτηκε για να πεθάνει έτσι από την αρχή της αρχής, και, όπως θυμήθηκε τον ποταμό αίματος και τον πόνο που θα γεννηθεί απ’ αυτόν και θα πλημμυρίσει τη γη, κραύγασε προς τον ανοιχτό ουρανό, όπου ο Θεός χαμογελούσε, Ανθρωπε, συγχωρήστε τον, γιατί δεν ξέρει τι κάνει».

Τα Ευαγγέλια, κανονικά και απόκρυφα, αποτελούν πεδίο έρευνας για αρκετούς αναγνωρισμένους συγγραφείς. Ιδιαίτερα όσοι επιδίδονται στο ιστορικό μυθιστόρημα επιχειρούν να τα διασταυρώσουν εντοπίζοντας κενά, αντιφάσεις και ανακρίβειες. Παράλληλα με τη ζωή του Χριστού επιχειρούν να σκιαγραφήσουν το πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό της εποχής του. Από τους μετρ του είδους, ο Ζεράλ Μεσαντιέ στο μυθιστόρημά του «Ο άνθρωπος που έγινε θεός» (εκδ. Λιβάνη, μετάφρ. Ελένη Κεκροπούλου) ξετυλίγει τη ζωή στην Παλαιστίνη υπό ρωμαϊκή κατοχή, τον επαναστατικό αναβρασμό, τις συνωμοσίες που χωρίζουν τους εβραίους σε φατρίες, την πληθώρα των σωτήρων που εμφανίζονται. Παρουσιάζει τον Χριστό να γίνεται μεσσίας με το… ζόρι υπό την πίεση και των μαθητών του. Επίσης, τονίζει τις γνώσεις του στην ιατρική θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να εξηγήσει τα θαύματα που έκανε.

Αστυνομικό σασπένς προσθέτει ο Ζιλμπέρ Σινουέ στο ιστορικό μυθιστόρημα «Εγώ, ο Ιησούς» (εκδ. Ψυχογιός, μετ. Βασιλική Κοκκίνου), όπου επιχειρεί να εξηγήσει τι θα γινόταν εάν ο Ιησούς δεν είχε πεθάνει πάνω στον Σταυρό, εάν η Ταφή και η Ανάσταση δεν ήταν παρά μια καλοστημένη απάτη εκ μέρους των ιερέων του Ναού για να παρακινήσουν τον εβραϊκό λαό να εναντιωθεί στους Ρωμαίους. Βρίσκουμε τον Ιησού σε μια φυλακή στην Ιουδαία να μιλάει για τη ζωή του σε πρώτο πρόσωπο, διά στόματος Σινουέ, ο οποίος είναι προσεκτικός ώστε να μην υποβιβάζει τη θεϊκή υπόσταση.

Τον Πόντιο Πιλάτο περίπου σε ρόλο ντετέκτιβ βάζει ο γάλλος Ερίκ Εμανουέλ Σμιτ στο «Το κατά Πιλάτον Ευαγγέλιον» (εκδ. Περίπλους, μετάφρ. Μαρία Χωρεάνθη) να προσπαθεί να ανακαλύψει το σώμα του Χριστού που εξαφανίστηκε από τον τάφο. Κάνει συλλήψεις, ανακρίσεις, έχει επαφές με εβραίους θρησκευτικούς και πολιτικούς ηγέτες και με τους υποστηρικτές του Ιησού.

Ανάμεσα σε αυτούς που ανακρίνονται είναι και η Μαρία Μαγδαληνή, η οποία σε πολλά βιβλία αποτελεί τον θηλυκό πειρασμό που… κολάζει τον Θεάνθρωπο. Την συναντάμε στην έρευνα του Μάικλ Μπέιτζεντ «Φάκελος Ιησούς» (εκδ. Πατάκη) να παντρεύεται τον Ιησού και να δημιουργούν μια ιερή γενιά. Αυτή η επίμαχη θεωρία που ανέπτυξε ο συγγραφέας καθώς και το βιβλίο του «Άγιο αίμα, άγιο Γκράαλ» (το υπογράφει μαζί με τον Χένρι Λίνκολν και τον Ρίτσαρντ Λι) έδωσαν τροφή στον Νταν Μπράουν για το πολυσυζητημένο μυθιστόρημά του «Κώδικας Ντα Βίντσι», που έγινε και κινηματογραφική επιτυχία.

Ωστόσο, η Μαγδαληνή δεν έχει πάντα την πρωτοκαθεδρία. Ο Αντόνι Μπρέτζες, που έγραψε «Το κουρδιστό πορτοκάλι», στον «Άνθρωπο από τη Ναζαρέτ» βάζει τον Ιησού να παντρεύεται τη Σάρα, ενώ ο Ρόμπερτ Γκρέιβς στον «Βασιλέα Ιησού» τον συνδέει με την αδελφή του Λαζάρου, τη Μαρία από τη Βηθανία… Η Καινή Διαθήκη, τα Ευαγγέλια και τα θρησκευτικά κείμενα εμπνέουν λογοτεχνικά, κι όπως φαίνεται θα γραφτούν πολλά ακόμα «χάπι εντ» στην ιστορία του Ιησού όσο την ανθρώπινη περιέργεια κεντρίζει η φαντασία.