Στο πάνθεον των ηρώων ο Αποστόλης Σάντας

Φτωχότερη η λευκαδιακή πατριά από την περασμένη Παρασκευή με το θάνατο του Αποστόλη Σάντα. Είχα την τιμή να τον γνωρίσω στις 2 Ιουνίου 2001 στο χολ της Λευκαδιακής Αδελφότητας, όταν προσκαλεσμένος από τις Λευκαδιακές Αδελφότητες Μελβούρνης και Σίδνεϊ, επισκέφτηκε τους Αντίποδες.

Η επίσκεψη έγινε με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 60 χρόνων από την ιστορική εκείνη μέρα, που μαζί με τον συναγωνιστή του Μανώλη Γλέζο, ανέβηκαν κρυφά τη νύχτα στην Ακρόπολη και κατέβασαν την χιτλερική σβάστικα, που η σκιά της πλάκωνε καταθλιπτικά την αττική γη.

«Ανυπομονώ να βρεθώ ανάμεσα στους συμπατριώτες μας» είχε πει σε τηλεφωνική μας επικοινωνία. Πράγματι, έσφιξε το χέρι με όλους και μοιράστηκε με απλότητα εκείνες τις μοναδικές στιγμές, που γράφτηκαν με χρυσά γράμματα στην Ιστορία.

Θυμάμαι το ήπιο του προσώπου του και το χαρισματικό τρόπο με το οποίο διηγείτο τα γεγονότα. Τότε, που, ενδεχομένως, το νεαρό της ηλικίας και η αδούλωτη ψυχή του, τον όπλισαν με θάρρος και μαζί με το συναγωνιστή του Μανώλη Γλέζο, αψήφησαν τη γερμανική διμοιρία που τη φρουρούσε, βάζοντας στη θέση της την ελληνική σημαία.

«Στο αντίκρισμα της γαλανόλευκης, αισθανθήκαμε έστω και για λίγο ανάταση ψυχής» είχε πει.
Ο Αποστόλης Σάντας γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1922 στην Πάτρα. Ο πατέρας του, που καταγόταν από τους Πηγαδισάνους της Λευκάδας, ήταν δασάρχης και λόγω εργασίας, μετατίθετο σε διάφορες πόλεις.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ

Μετά την αποφοίτησή του από το 4ο Γυμνάσιο Αθηνών το 1940, έδωσε εξετάσεις στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από όπου και αποφοίτησε μετά την απελευθέρωση.

Με την κήρυξη του πολέμου, ένα χρόνο μετά, αφού δεν ήταν σε ηλικία να επιστρατευθεί, ο φλογερός αυτός νέος με τις ιδιαίτερα ευαίσθητες ανησυχίες, ζήτησε να πάει εθελοντής στο μέτωπο της Αλβανίας.

Δεν πρόλαβε, γιατί στο μεταξύ, είχαν μπει οι Γερμανοί στην Αθήνα και είχαν στήσει την πολεμική τους σημαία σ’ ένα ψηλό κοντό πάνω στα αθάνατα μάρμαρα της ακρόπολης.

Θυμάται ότι, «Βλέποντας την πολεμική τους σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό, δάκρυσαν και τα δικά μου. Έπρεπε κάτι να κάνουμε. Έτσι βάλαμε σε εφαρμογή ένα σχέδιο αφού πρώτα είχαμε μελετήσει το αρχιτεκτονικό σχέδιο του ιερού βράχου. Αφού καταστρώσαμε το σχέδιο μας, ανεβήκαμε την επομένη στην ακρόπολη σαν επισκέπτες, και είδαμε από κοντά την σπηλιά από την οποίαν θα ανεβαίναμε τη νύχτα.

Ήταν 30 του Μάη και οι Γερμανοί πανηγύριζαν την κατάληψη της ηρωικής Κρήτης. Σαν βράδιασε, πηδήξαμε τα σύρματα και συρθήκαμε με την κοιλιά και φτάσαμε στην σπηλιά. Μπήκαμε μέσα με κομμένη ανάσα. Μας χώριζαν περίπου 50-60 μέτρα από τον κοντό της σημαίας. Αφού ξεμπλέξαμε τα συρματόσχοινα, την μαζέψαμε.

Η ΦΥΛΑΚΙΣΗ

Από μακριά ακούγονταν τα χάχανα των Γερμανών. Το πρωί ήλθε ο Μανώλης και από τη ταράτσα του σπιτιού μου, κοιτούσαμε την Ακρόπολη. Μέχρι τις 11 το πρωί της 31ης Μαίου 1941, δεν υπήρχε σημαία στην Ακρόπολη».
Το Γερμανικό Επιτελείο, καταδίκασε τους «δράστες» ερήμην σε θάνατο. Περιόρισε την κυκλοφορία, έκανε συλλήψεις, τους επεκήρυξε με χρηματικό ποσόν και καταδίκασε σε θάνατο τη δική τους φρουρά.

Έτσι όταν μετά από 8 μήνες προσπάθησε να πάει στην Αίγυπτο να καταταγεί στο στρατό και να πολεμήσει πιο ενεργά μαζί με τον Μανώλη, τον συνέλαβαν μετά από προδοσία και τον έκλεισαν στη φυλακή. Τον Απρίλη του 1942 μετά από σκληρά βασανιστήρια και μετά από αμνηστία, βγήκε από τη φυλακή.

 Ο Αποστόλης Σάντας εντάχθηκε το 1942 στο φοιτητικό ΕΑΜ όπου ανέπτυξε μεγάλη δράση. Το 1943, διαφεύγοντας τη σύλληψη από την Γκεστάπο, ανέβηκε στο βουνό όπου κατατάχθηκε στον ΕΛΑΣ. Λόγω της δράσης του έγινε επιτελικός. Μετά την απελευθέρωση και τη συμφωνία της Βάρκιζας, το 1946, τον εξόρισαν στην Ικαρία. Το 1947 φυλακίστηκε στις ναυτικές φυλακές Ψυττάλειας και ακολούθησαν άλλα δύο χρόνια στην Μακρόνησο.

Μετά την αποφυλάκισή του, το 1951, μέσω Ιταλίας, ζήτησε πολιτικό άσυλο στον Καναδά. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1963. Δυστυχώς, το δικτατορικό καθεστώς της χούντας χάλκευσε μια κατηγορία και τον έκλεισε ξανά στη φυλακή.

ΓΙΑ ΤΑ ΙΔΑΝΙΚΑ

Το 1982 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αναγνώρισε την Εθνική Αντίσταση και μαζί αναγνωρίστηκε και η προσφορά τους. Μαζί με τα παράσημα τοποθετήθηκε πλάκα στην Ακρόπολη με τα ονόματά τους. Επίσης, έλαβαν παράσημα από τις ευρωπαϊκές συμμαχικές χώρες που συμμετείχαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Την ομιλία του τότε, είχε κλείσει απλά και ήρεμα, λέγοντας: «Έχω κάνει το χρέος για την πατρίδα. Την ώρα της επιχείρησης πάνω στον ιερό βράχο το μόνο που ένιωθα ήταν ότι ο θάνατος είναι γλυκός όταν πεθαίνεις για τα ιδανικά σου».

Ο Απόστολος Σάντας, σύμφωνα με το συγχωριανό του κ. Λευτέρη Σάντα, επισκεπτόταν τακτικά τους Πηγαδισάνους. «Ήταν καταδεκτικός και μιλούσε με όλους» είπε.
Η αναγγελία του θανάτου του, βύθισε σε πένθος τη λευκαδιακή πατριά, αλλά ζωντάνεψε, συνάμα, μνήμες από την ηρωική του πράξη. Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Λευκάδας κατά τη διάρκεια του γεύματος την περασμένη Κυριακή, μετά την αναφορά στον πρωταγωνιστή και σύμβολο του αγώνα κατά του φασισμού, τήρησε μονόλεπτη σιγή στη μνήμη του.