Το εν λόγω βιβλίο με τον χαρακτηριστικό τίτλο Southern Sun, Aegean Light (Ήλιος του Νότου, Φως του Αιγαίου) αποτελεί ένα μοναδικό στο είδος του εγχείρημα. Είναι μια πρώτη συγκεντρωτική καταγραφή και παρουσίαση δείγματος της δουλειάς 35 Ελληνοαυστραλών ποιητών, όλων της λεγόμενης δεύτερης γενιάς, με εξαίρεση ενός που προέρχεται από την τρίτη γενιά. Επίσης, να σημειωθεί ότι ένας μικρός αριθμός των ανθολογούμενων ποιητών έχει γεννηθεί στην Ελλάδα, αλλά έχοντας έρθει σε πολύ μικρή ηλικία στην Αυστραλία και έχοντας ενστερνισθεί ώς ένα μεγάλο βαθμό την αυστραλιανή εκπαίδευση και γαλούχηση, συμπεριλαμβάνεται στη δεύτερη μεταναστευτική γενιά. Να σημειωθεί, ακόμα, και η ιδιαίτερη περίπτωση ποιήτριας που περιλαμβάνεται στην εν λόγω Ανθολογία, η οποία είναι Αυστραλή παντρεμένη με Έλληνα της δεύτερης γενιάς, αλλά εμπνευσμένης σφόδρα από τα αρκετά ταξίδια της στην Ελλάδα και το κλέος της πάλαι ποτέ αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς.

Αν και το κοινό και των 35 αυτών ποιητών, ανδρών και γυναικών, είναι η χρήση σε καθημερινό επίπεδο της αγγλικής γλώσσας, εν τούτοις διαφέρουν στα θέματα με τα οποία καταπιάνονται στην ποίησή τους. Από την ιδιαίτερη οικογενειακή, κοινωνική ή άλλη κατάσταση του καθενός/μιάς από τους ανθολογούμενους εξαρτάται και το πλαίσιο στο οποίο κινείται η τέχνη τους. Μερικοί ασχολούνται περισσότερο με τη σχέση με τους γονείς τους, πρώτης γενιάς μετανάστες, μερικοί με ταξιδιωτικές ή άλλες παρόμοιες εμπειρίες τους στην Ελλάδα, άλλοι πάλι καυτηριάζουν τα κακώς κείμενα τόσο στη χώρα προέλευσης των γονέων τους όσο και στη χώρα στην οποία γεννήθηκαν, ανατράφηκαν, εκπαιδεύτηκαν και δημιουργούν, δίνοντας έτσι μια καθ’ όλα πολιτική χροιά στην ποίησή τους, έναν έντονο τόνο πολιτικής διαμαρτυρίας. Επίσης, οι τεχνοτροπίες γραφής και αυτές ποικίλουν, ωστόσο η χρήση του ελεύθερου στίχου είναι κοινή σχεδόν στη συντριπτική τους πλειοψηφία.

Όπως είπαμε πριν, η Ανθολογία αυτή είναι η πρώτη απόπειρα συλλογής και παρουσίασης στο γενικότερο αυστραλιανό αγγλόφωνο κοινό της ποίησης των Ελληνοαυστραλών δεύτερης γενιάς, αυτών που γράφουν και δημιουργούν μόνο στην αγγλική γλώσσα, φέρνοντας στην επιφάνεια την ύπαρξη μιας εντελώς διαφορετικής ομάδας ποιητών που το μόνο κοινό που έχουν με την πρώτη γενιά είναι η εθνοτική καταγωγή, ενώ τόσο τα εναύσματα όσο και ο τρόπος θέασης του κοινωνικού περίγυρου, άρα και του τρόπου γραφής, είναι εντελώς διαφορετικός. Γι’ αυτό, άλλωστε, αν και στην Ανθολογία παρουσιάζονται και ποιητές οι οποίοι μόλις τώρα «ανδρώνονται» ποιητικά, το μεγαλύτερο μέρος των ανθολογούμενων είναι ήδη «φτασμένοι» λογοτεχνικά και καταξιωμένοι στους αντίστοιχους χώρους τους, έχοντας εκδώσει ποιητικές συλλογές και έχοντας ήδη αποκτήσει το δικό τους κοινό.

Ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό τους είναι οι ποιητές και ποιήτριες που παρουσιάζονται έχουν λάβει στη συντριπτική τους πλειοψηφία πανεπιστημιακή ή άλλη ανώτερη μόρφωση, αρκετοί εργάζονται επίσης σε πανεπιστήμια, άλλοι είναι εκπαιδευτικοί, ερευνητές και γενικότερα επιστήμονες.

Η Ανθολογία αυτή –η οποία δεν θα είχε γίνει πραγματικότητα αν δεν την είχε συλλάβει ως σκέψη και αν δεν είχε εργαστεί για την υλοποίησή της ο ποιητής και πανεπιστημιακός Νίκος Τρακάκης– έρχεται να σηματοδοτήσει και αναδείξει την πολύτιμη και πολύπλευρη συνεισφορά των Ελλήνων ποιητών στην ανάπτυξη και εδραίωση της πολυπολιτιστικής Αυστραλίας και στο χώρο των γραμμάτων.

Επίσης, καθοριστική πρέπει να θεωρηθεί η συνεισφορά, συνεργασία και βοήθεια της Αυστραλής ποιήτριας Judith Rodriguez, η οποία έχει γράψει και τον πρόλογο της Ανθολογίας, αλλά και της εκδότριας και πρώην πανεπιστημιακού Ελένης Νίκα.