Σκληρό παζάρι μέχρι την ενδεκάτη ώρα αναμένεται στη Γενική Συνέλευση των μελών της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Σίδνεϊ, καθώς σημαντικός αριθμός μελών παλινδρομούν μεταξύ του «ναι» και του «όχι» στο «Μνημόνιο Συνεννόησης» της Κοινότητας με την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας και τις αλλαγές του Καταστατικού, που θέτει το Μνημόνιο ως προαπαιτούμενο για την αποκατάσταση των σχέσεων της κοινότητας με την αρχιεπισκοπή.

 Καθώς αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για τη Γενική Συνέλευση της Κυριακής, η εκστρατεία υπέρ και/ή κατά του Μνημονίου παίρνει μορφή σύγκρουσης του ρεαλισμού με το δογματισμό. Του ρεαλισμού, που πρεσβεύει την απαλλαγή της Κοινότητας Σίδνεϊ και του ευρύτερου ελληνισμού της Νέας Νότιας Ουαλίας από το άλγος του διχασμού και του δογματισμού, που προωθεί τη διαιώνιση της εκκλησιαστικής διαμάχης για να διατηρηθεί «αλώβητη» η παράδοση της κοινοτικής αριστεράς.

Ο ρεαλισμός, που αντιπροσωπεύουν η πλειοψηφία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και ο όγκος των μελών της Κοινότητας Σίδνεϊ υπαγορεύει τον τερματισμό του ζημιογόνου, πολύχρονου διχασμού του ελληνισμού. Απαιτεί την απαλλαγή της Κοινότητας και του ελληνισμού από «το βαρίδι» του διχασμού, που αναστέλλει την πρόοδό του, υπονομεύει την ενότητά του, υποβαθμίζει τη δημιουργικότητά του και πλήττει το κύρος του, ως «ογκώδη» εθνική μειονότητα με δυνατότητες να επηρεάζει, ενωμένη, την πολιτική εξουσία της Αυστραλίας.

Ο δογματισμός, που αντιπροσωπεύουν κάποιες δυνάμεις της φθίνουσας κοινοτικής αριστεράς και περιθωριακές δυνάμεις της ευρύτερης ομογένειας, απαιτεί τη διαιώνιση της εκκλησιαστικής αταξίας ως δήθεν «αντίσταση» στο «συντηρητισμό» και τις «δεσποτικές» τάσεις της ηγεσίας της εκκλησίας.
Κλασσική, εξωπραγματική προσέγγιση ενός τόσο σοβαρού θέματος από ανθρώπους που αρνούνται να συγχρονιστούν με την εποχή τους, που έχουν παγιδευτεί από την ιδεολογία τους και έχουν αλλοτριωθεί από τους συγχρόνους τους.
Κλασσική εξωπραγματική προσέγγιση ενός τόσο σοβαρού θέματος από ανθρώπους που δηλώνουν «προοδευτικοί», αλλά αναστέλλουν την πρόοδο με ξεπερασμένες μεθόδους και πρακτικές.

 Η μαζική κινητοποίηση μελών έχει «θολώσει τα νερά» στο βαθμό, που είναι δύσκολο ακόμη και για τους γνώστες των κοινοτικών πραγμάτων να εκτιμήσουν «πως θα πέσουν τα κουκιά» στην ψηφοφορία της Κυριακής.

Κατά γενική εκτίμηση, το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας θα εξαρτηθεί από το βαθμό συσπείρωσης των δυνάμεων κάθε πλευράς.
Το Διοικητικό Συμβούλιο ποντάρει στην επιθυμία της πλειοψηφίας των μελών να λήξει ο πολύχρονος διχασμός, που έχει κοστίσει στην κοινότητα ηθικά και οικονομικά. Αισιοδοξεί, δε, ότι στη συνέλευση της Κυριακής τα μέλη θα ψηφίσουν τη συμφωνία η οποία «παρέχει στην αρχιεπισκοπή αυτά που δικαιούται και διασφαλίζει την ανεξαρτησία και τα δικαιώματα της κοινότητας» κατά τη διαβεβαίωση του προέδρου της κ. Χάρη Δανάλη.
Οι «αντι-μνημονιακοί» δηλώνουν, και αυτοί, ότι ενδιαφέρονται για τον τερματισμό του διχασμού, αλλά «όχι με τους όρους» που συμφωνήθηκαν στις διαπραγματεύσεις των εξουσιοδοτημένων παραγόντων της κοινότητας με την αρχιεπισκοπή, και καλούν τα μέλη να καταψηφίσουν τη συμφωνία.
Τα επιχειρήματα της αντι-μνημονιακής ομάδας –κυρίως μέλη της κοινοτικής αριστεράς– είναι ήσσονος σημασίας και τετριμμένα. Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους οι αντι-μνημονιακές θέσεις είναι έωλες, αθεμελίωτες και στοχεύουν τη διαιώνιση της εκκλησιαστικής ανωμαλίας για να πληρωθεί το ρηθέν από κάποιους ηγέτες της κοινοτικής αριστεράς, μετά το εκκλησιαστικό σχίσμα, «καμία διαπραγμάτευση με την αρχιεπισκοπή».
Θα συμφωνούσαμε με την κοινοτική αριστερά, αν η αρχιεπισκοπή έθετε ασύμφορους όρους για την παροχή της «ευλογίας της» στην περιπλανώμενη, πνευματικά, Κοινότητα Σίδνεϊ.

Η προσεκτική, καλοπροαίρετη μελέτη των όρων της συμφωνίας πείθει, ότι η Εκκλησία δεν απαιτεί «την υποταγή» της κοινότητας και τη μεταμόρφωσή της σε ενορία, όπως διαδίδουν τα παροικιακά κέντρα που στηρίζουν τη διαιώνιση της εκκλησιαστικής αταξίας.
Η εκκλησία απαιτεί τα στοιχειώδη, τα οποία δεν απειλούν την ανεξαρτησία της κοινότητας, δεν υποθηκεύουν τα περιουσιακά στοιχεία της, δεν ακυρώνουν το δικαίωμα σύμπραξής της με κοσμικούς φορείς, εντός και εκτός του κλίματος της αρχιεπισκοπής, σε κοσμικά θέματα.
Αυτό που οι πολέμιοι της συμφωνίας γνωρίζουν αλλά αποσιωπούν σκόπιμα είναι, ότι αν πρόθεση της εκκλησίας είναι «η άλωση» της Κοινότητας Σίδνεϊ θα είχε προτείνει αδιαπραγμάτευτους όρους, που θα επέβαλαν τη μετατροπή της κοινότητας σε ενορία. Το «Μνημόνιο Συνεννόησης» δεν περιλαμβάνει τέτοιους όρους, μήτε προδιαθέτει για τέτοια αλλαγή.

Ως εκ τούτου, οι συνεχείς υπαινιγμοί των πολέμιων της συμφωνίας, ότι «οι διαπραγματευτές της κοινότητας παραδόθηκαν στην αρχιεπισκοπή χωρίς όρους» είναι αβάσιμοι και προσβάλλουν χυδαία τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που διαπραγματεύθηκαν με την εκκλησία.
Οι Έλληνες της Μελβούρνης έχουμε την πρόσφατη, θετική εμπειρία της πλήρους αποκατάστασης των σχέσεων της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας με την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας.
Η πλήρης αποκατάσταση των σχέσεων της Κοινότητας Μελβούρνης με την κανονική εκκλησιαστική αρχή ήταν πρωτοβουλία των νεαρών ηγετών της κοινότητας, οι οποίοι πίστεψαν στην ανάγκη πλήρους συνεργασίας με την εκκλησία για το καλό της ομογένειας.
Όσοι παρευρεθήκαμε στην τελετή έναρξης του Φεστιβάλ «Αντίποδες» καταγράψαμε τον ενθουσιασμό των ομογενών μας από την παρουσία της εκκλησίας στην εξέδρα των επισήμων. Καταγράφουμε, δε, σε καθημερινή βάση τον ενθουσιασμό των ομογενών μας από την παρουσία των Επισκόπων στις κοινοτικές εκκλησίες.
Το «ελάχιστο αντάλλαγμα» που προσέφερε η Κοινότητα για την πλήρη αποκατάσταση των σχέσεών της με την αρχιεπισκοπή  είναι η πραγματοποίηση των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ πριν ή μετά τη Σαρακοστή. Αν, δε, κρίνουμε από τη μαζική ανταπόκριση των Ελλήνων της Μελβούρνης στις φετινές εκδηλώσεις του φεστιβάλ το εγχείρημα πέτυχε απόλυτα.

Οφείλουμε να σημειώσουμε, ακόμη, τον ιδιαίτερο ενθουσιασμό των νέων μας για την αποκατάσταση των σχέσεων της Κοινότητας Μελβούρνης με την Αρχιεπισκοπή. Νέοι που είχαν αποκοπεί από τον κοινοτικό κορμό, εξ αιτίας της απουσίας της εκκλησίας από τις εκδηλώσεις και τις δραστηριότητες της κοινότητας, επιστρέφουν και αναλαμβάνουν δράση.

Ιδού το μάθημα για τους «προοδευτικούς» του Σίδνεϊ». Αν πιστεύουν στην πρόοδο, που εγγυάται η ενότητα του ελληνισμού, οφείλουν να κάνουν την υπέρβαση. Οφείλουν να στηρίξουν τον τερματισμό του διχασμού, που θα ανοίξει τις πόρτες της κοινότητας στις νέες γενιές των Ελλήνων και θα διασφαλίσει τη σταθερή, ανοδική πορεία της και την πορεία του συνόλου του Ελληνισμού προς το μέλλον.
Οι οργανώσεις ΠΑΣΟΚ της Νέας Νότιας Ουαλίας συνειδητοποίησαν, προς έπαινό τους, την ανάγκη συμφιλίωσης του Ελληνισμού και παρά τις ενστάσεις τους για τον τρόπο που λειτούργησαν οι διαπραγματευτές της κοινότητας και την αντίθεσή τους σε «επί μέρους αρνητικά σημεία του Μνημονίου», καλούν, με την ακόλουθη ανακοίνωσή τους, τα μέλη τους να ψηφίσουν το Μνημόνιο.

«Η οργάνωση του ΠΑΣΟΚ στο Σίδνεϊ έκρινε ότι, παρά τα επί μέρους αρνητικά σημεία του Μνημονίου Συνεννόησης το τελικό κείμενο προωθεί τη λύση της μακροχρόνιας διαμάχης Κοινότητας-Αρχιεπισκοπής προς όφελος της ελληνικής παροικίας της Αυστραλίας και καλεί τα μέλη του ΠΑΣΟΚ πού είναι και μέλη της Ελληνικής Κοινότητας καθώς και κάθε άλλο συμπάροικο μέλος της Κοινότητας να λάβουν μέρος στη Γενική Συνέλευση της 3ης Ιουλίου 2011 και κάνοντας την υπέρβαση να στηρίξουν με τη θετική ψήφο τους τη Συμφιλίωση για την πρόοδο της Κοινότητας και Ελληνικής Ομογένειας στην Αυστραλία».