Από χθες, Τετάρτη 1η Ιουλίου 2009, το δουλοκτητικό σύστημα εργασιακών σχέσεων WorkChoices, το σύστημα που ακύρωσε βασικά κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων και αποδυνάμωσε το συνδικαλιστικό κίνημα, αναπαύεται στα αζήτητα της ιστορίας εργασιακών σχέσεων της Αυστραλίας.

Με την έναρξη του οικονομικού έτους 2009-2010, τέθηκε σε ισχύ το νέο σύστημα εργασιακών σχέσεων Work Fair Australia, που διαμόρφωσε με κόπο και με «υψηλό αίσθημα ευθύνης» έναντι εργοδοτών και εργαζομένων η Εργατική κυβέρνηση του Κέβιν Ραντ.

Κατά γενική ομολογία, το σύστημα WorkChoices ήταν «ο φονιάς» των δικαιωμάτων των εργαζομένων και ο «εξολοθρευτής» των εργατικών συνδικάτων της Αυστραλίας. Ήταν το σύστημα εργασιακών σχέσεων που υποβίβασε τον εργαζόμενο σε δούλο, χωρίς δικαιώματα στο χώρο εργασίας και  χωρίς μηχανισμούς αντίστασης στη μεθοδευμένη, από τις κυβερνήσεις Χάουαρντ και την εργοδοσία, στυγνή εκμετάλλευση του ιδρώτα του.

 Ο αποκλεισμός των εργατικών συνδικάτων από τους χώρους εργασίας, η αντικατάσταση των συλλογικών συμβάσεων απασχόλησης από ιδιωτικές συμφωνίες εργαζομένων-εργοδοτών, η ανάκληση του δικαιώματος των εργαζομένων να προσφεύγουν στη διαιτησία κατά άδικων απολύσεών τους, η ακύρωση του δικαιώματος απεργίας είχαν διαμορφώσει ένα κλίμα φόβου στο εργοστάσιο, στο γραφείο, στην οικοδομή, που αποθάρρυνε τον εργαζόμενο να διεκδικήσει βασικά δικαιώματά του για να μην βρεθεί στο δρόμο, για να μην μείνει άνεργος. Γενικά, η κυβέρνηση Χάουαρντ επέδειξε πρωτοφανή περιφρόνηση για τους εργαζομένους, για τους ανθρώπους που παρήγαγαν και θα συνεχίσουν να παράγουν τον πλούτο που λυμαίνεται μονοπωλιακά το οργανωμένο κεφάλαιο που την στήριξε.

 Η αντικειμενικότητα απαιτεί να καταμερίσουμε και στα εργατικά συνδικάτα της Αυστραλίας το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί, για τη δεκάχρονη ταλαιπωρία εκατομμυρίων εργαζομένων. Δεν είναι ανεύθυνα τα εργατικά συνδικάτα για την αποσκελέτωση του συνδικαλιστικού κινήματος και την ελαχιστοποίηση της επιρροής του στη διαδικασία διαμόρφωσης της εργασιακής πολιτικής και στους χώρους εργασίας.

Τα καμώματα της ηγεσίας του συνδικαλιστικού κινήματος – κυρίως των ηγετικών στελεχών του με πολιτικές βλέψεις ή ξεπερασμένες δογματικές αντιλήψεις για τη λειτουργία του συστήματος –  την αλλοτρίωσαν βαθμιαία από τους εργαζομένους και την εξώθησαν από τους χώρους εργασίας. Η αλλοτρίωση, συνδυαζόμενη με τις κοσμογονικές αλλαγές στους χώρους παραγωγής – με προεξάρχουσες την αντικατάσταση του ανθρώπου από την τεχνολογία και την εξαγωγή της παραγωγής σε φθηνές, τριτοκοσμικές χώρες – προκάλεσαν την περιθωριοποίηση των συνδικάτων και κατέστησαν τους εργαζομένους βορά στις ορέξεις των εργοδοτών τους.
Η νέα εργασιακή νομοθεσία Work Fair Australia αποκαθιστά τα χαμένα, στοιχειώδη δικαιώματα των εργαζομένων και το δικαίωμα των εργατικών συνδικάτων να λειτουργούν ως συνήγοροι υπεράσπισης των εργαζομένων. Από χθες, οι εργαζόμενοι επανέκτησαν τη δυνατότητα να αρνούνται, χωρίς φόβο απόλυσής τους, την υπογραφή ιδιωτικών συμβάσεων απασχόλησης με επαχθείς όρους. Επανέκτησαν, επίσης, το δικαίωμα αντιδικίας με τους εργοδότες τους, αν κρίνουν ότι απολύθηκαν άδικα – με την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση που τους απολύει απασχολεί λιγότερα από 15 άτομα, αντί των 110 ατόμων που προέβλεπε η εργασιακή νομοθεσία των κυβερνήσεων Χάουαρντ. Ακόμη, οι εργαζόμενοι επανέκτησαν το δικαίωμα διεκδίκησης μισθολογικών αυξήσεων, οι οποίες θα αποκαταστήσουν τη διαβρωμένη αγοραστική αξία των μισθών τους.

Συνολικά, η νέα νομοθεσία κατοχυρώνει δέκα βασικά και απαράβατα δικαιώματα των εργαζομένων, όπως ανώτατο αριθμό ωρών εργασίας, ετήσια άδεια, δημόσιες αργίες, έγκαιρη προειδοποίηση απόλυσης, αποζημίωση για κατάργηση θέσεων εργασίας, ελαστικό ωράριο εργασίας, κ.ά.

Η νέα εργασιακή νομοθεσία τίθεται σε ισχύ σε περίοδο οικονομικής κρίσης, συνέπεια της οποίας είναι η υπολειτουργία πολλών κλάδων της βιομηχανίας και η αύξηση της ανεργίας και εν μέσω προβληματικής, μεταβατικής περιόδου από την πλήρη στη μερική απασχόληση.

Η κρισιμότητα της κατάστασης αυξάνει την ευθύνη των εργατικών συνδικάτων έναντι των εργαζομένων και γενικότερα του αυστραλιανού λαού. Η κρισιμότητα της κατάστασης που αντιμετωπίζει η χώρα επιβάλλει υπεύθυνους χειρισμούς των εξουσιών που ανακτά το συνδικαλιστικό κίνημα και απαγορεύει ρητά την κατάχρηση εξουσίας. Οι ταγοί του συνδικαλιστικού κινήματος οφείλουν να μελετήσουν σοβαρά τις αιτίες που τους εξώθησαν από τους χώρους εργασίας και να σχεδιάσουν υπερασπιστική στρατηγική των εργαζομένων, που δεν θα ανταγωνίζεται επικίνδυνα την εργοδοσία, δεν θα θέτει σε κίνδυνο την εύθραυστη οικονομία και δεν θα απωθεί τους εργαζομένους. Πριν παρεξηγηθώ, δεν εισηγούμαι ενδοτική πολιτική από τα συνδικάτα, λογική πολιτική εισηγούμαι για τη διασφάλιση του μεροκάματου των εργαζομένων και τη στήριξη της οικονομίας.

 Ομοίως, οι εργοδότες οφείλουν να πάψουν να χρησιμοποιούν την οικονομική κρίση ως λόγο για την καταστρατήγηση των δικαιωμάτων των εργατών και υπαλλήλων τους. Η ανισότητα των χρόνων διακυβέρνησης από το συντηρητικό Συνασπισμό ισοπέδωσε την εργατική τάξη, επέκτεινε την κοινωνική ανισότητα πέρα και πάνω από τα σημεία που ορίζουν οι θεσμοί, οι νόμοι και οι νόρμες της αυστραλιανής κοινωνίας. Η εργατική τάξη δεν αντέχει άλλο.

Σε τελευταία ανάλυση, η ικανοποιητική ή μη παραγωγικότητα των εργαζομένων εξαρτάται από τους όρους και τις συνθήκες εργασίας τους. Όσο πιο καλές είναι οι συνθήκες απασχόλησής τους, τόσο πιο μεγάλη είναι η παραγωγικότητά τους. Ο καταναγκασμός παράγει, πάντα, αντίθετα αποτελέσματα. Επειδή, δε, η παραγωγικότητα, είναι βασική συνιστώσα της ανάπτυξης και των κερδών μίας επιχείρησης, η δημιουργία του κατάλληλου περιβάλλοντος εργασίας και η λογική αμοιβή των εργαζομένων εξυπηρετεί το συμφέρον της.

Το ψυχρό γράμμα του νέου νόμου εργασιακών σχέσεων δεν αρκεί για να αποκατασταθεί το κλίμα αμοιβαίου σεβασμού εργοδοσίας-εργαζομένων και εργοδοσίας-συνδικάτων. Η αποκατάσταση των σχέσεων των προαναφερόμενων βασικών παραγόντων στη διαδικασία της παραγωγής θα εξαρτηθεί από τη θετική αλληλεπίδρασή τους και την ειλικρινή πρόθεσή τους για παραγωγική συνεργασία.