Στο Φιλοσοφικό Καφενείο της Μελβούρνης το θέμα της απληστίας μας έχει απασχολήσει πάρα πολλές φορές –θα έλεγα κατ’ επανάληψη– χωρίς να μπορούμε να εντοπίσουμε τα κίνητρα που κάνουν όλους τους ανθρώπους να είναι άπληστοι, δηλαδή να επιθυμούν διαρκώς να έχουν πάρα πάνω από αυτά που χρειάζονται. Να έχουμε μέσα μας μία ακόρεστη πλεονεξία.

Δέστε γύρω στον κύκλο σας: άνδρες, γυναίκες, παιδιά, πολιτικοί, δάσκαλοι, θεολόγοι και κάθε άλλη κατηγορία ανθρώπων, όλοι υποφέρουμε από το συναίσθημα της απληστίας. Δημιουργήσαμε –δήθεν πολιτισμένα– αυτό που, για παράδειγμα, ακούμε όλοι μας κάθε μέρα, τους οίκους αξιολόγησης. Τι αξιολογούν αυτοί με τα βαρύγδουπα ονόματά τους; Τίποτε άλλο παρά την ανθρώπινη απληστία. Γιατί;

Τι ακριβώς σημαίνει αυτό που ονομάζουμε απληστία; Πρώτα υπήρχε το συναίσθημα της πλεονεξίας και μετά το δώσαμε το όνομα. Πώς όμως; Πρώτα είχαμε το ρήμα πίμπλημι που σημαίνει, φυσικά, είμαι πλήρης, είμαι γεμάτος. Από εδώ γεννήθηκαν οι λέξεις μας: πλήθος, πλήρης, πληρόω (και σήμερα πληρώνω), πολύς, πλείστος, πλούτος, παμπληθείς, πλημμύρα και άλλες πολλές. Βάζοντας μπροστά από το θέμα πλη- το στερητικό α (άλφα) κάναμε το ουσιαστικό άπληστος (=αχόρταγος) και τη λέξη μας απληστία (= την άκρατη επιθυμία να έχει κανείς πράγματα παραπανήσια, να είναι πλεονέκτης και να υποφέρει από την πλεονεξία, όταν δεν τα έχει. Με ένα λόγο θα την λέγαμε αχορτασιά.

Πολλοί λένε ότι η απληστία είναι μία απαραίτητη κινητήρια δύναμη που οδηγεί τον άνθρωπο να ερευνά, να κατορθώνει νέες εφευρέσεις και έτσι φτάνουμε στην πρόοδο. Νιώθετε, ότι μία λογική και υγιής φιλοδοξία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια πετυχημένη ζωή. Η δίκαιη ανταμοιβή είναι απόλυτα αποδεκτή. Από την άλλη μεριά, όμως, βλέπουμε ότι η απληστία είναι η βασική πηγή του κακού όταν κυριαρχείται από υπέρμετρο εγωισμό, από αχαλιναγώγητη φιλοδοξία, από μία ανικανοποίητη επιθυμία για απόκτηση υλικών αγαθών για να φθάσουμε στα υψηλά της κοινωνίας με αθέμιτα μέσα. Αυτή είναι υπεύθυνη για κάθε ΔΙΑΦΘΟΡΑ όλων των ανθρώπων.

Τα ζώα δεν διακατέχονται από το ανεξέλεγκτο συναίσθημα της απληστίας και της πλεονεξίας. Παρατηρήστε τα. Όταν χορτάσουν δεν πειράζουν κανένα. Δέστε το λιοντάρι και κάθε άλλο ζώο. Μας διδάσκουν με τη στάση τους. Εμείς οι άνθρωποι και όταν χορτάσουμε, τα θέλουμε όλα δικά μας. ΟΛΟΙ είμαστε και άπληστοι και πλεονέκτες. Γιατί όμως;

Λένε ότι όλα διορθώνονται με μία ανθρωπιστική και στοιχειώδη παιδεία. Θέλω σήμερα να μοιραστώ μαζί σας έναν αλληγορικό, διδακτικό και παροιμιώδη μύθο που και τα πουλιά ακόμη μπορούν να μας διδάξουν, να μας συμβουλέψουν, να μας νουθετήσουν, εμάς το πιο «τέλειο» δημιούργημα της φύσης. Προέρχεται από τη Γαλλική Φιλολογία και είναι απόδοση του καθηγητή της Γαλλικής γλώσσας Σταύρου Γ. Καλαϊτζόγλου του Α’ Γυμνασίου Χανίων. Τα παραθέτω εδώ στη δική σας έγκυρη και ώριμη κρίση. Τα συμπεράσματα είναι δικά σας.

Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΠΛΗΣΤΙΑ

Κάποτε κάποιος αιχμαλώτισε ένα καναρίνι. Ήταν τόσο μικρό που ο άνθρωπός μας το κρατούσε στην παλάμη του. Το πουλάκι απελπισμένο προσπάθησε να διαπραγματευθεί την ελευθερία του:

-Τι περιμένεις, λοιπόν από μένα; Είμαι τόσο μικρό, τόσο λεπτό, είμαι πετσί και κόκαλο! Δώσε μου τη ελευθερία μου! Σε αντάλλαγμα, θα σου πω τρεις πολύ χρήσιμες αλήθειες.
-Εντάξει, είπε ο άνθρωπος. Αλλά πώς θα μπορούσα να ξέρω, αν οι αλήθειες σου θα μου είναι χρήσιμες;
-Είναι απλούστατο, απάντησε το καναρίνι. «Θα σου πω την πρώτη αλήθεια, όσο ακόμη θα είμαι στην παλάμη σου. Θα σου πω τη δεύτερη αλήθεια όταν θα είμαι στο κλαδί αυτού εδώ του δέντρου. Έτσι θα έχεις ακόμη τη δυνατότητα να με ξαναπιάσεις, αν αυτή η αλήθεια δεν σου ταιριάζει. Τέλος, θα σου πω την τρίτη και σπουδαιότερη αλήθεια, όταν θα βρίσκομαι ψηλά στον ουρανό».
-Εντάξει!» είπε ο άνθρωπος. Πες μου την πρώτη αλήθεια.
-Να τη: αν χάσεις κάτι, κι αν ακόμη πρόκειται για την ίδια σου τη ζωή, δεν θα πρέπει να στενοχωρηθείς.
– Να μια βαθιά αλήθεια, σκέφτηκε ο άνθρωπος: Το να μη προσκολλάσαι στους εξωτερικούς τύπους, πράγματι, είναι το μυστικό της αληθινής ελευθερίας.
Και άνοιξε την παλάμη του. Το πουλάκι πέταξε στο κλαδί, απ΄ όπου είπε τη δεύτερη αλήθεια:
-Αν σου διηγηθεί κάποιος κάτι παράλογο, μη το πιστέψεις με κανένα πρόσχημα, πριν να έχεις αποδεικτικά στοιχεία γι’ αυτό.
– Πολύ καλά, είπε ο άνθρωπος, είσαι πολύ πιο σοφό απ΄ όσο θα μάντευε κανείς σχετικά με το μυαλουδάκι που κρύβεις στο κεφαλάκι σου: το ανθρώπινο όν, πράγματι, παρασύρεται εκ φύσεως από το ψέμα και την απάτη που είναι απότοκα της επιθυμίας του! Αλλά ποια είναι η τρίτη αλήθειά σου;»
– Αυτή είναι», του απάντησε το καναρίνι, που κιόλας πετούσε ψηλά στον ουρανό, ότι έχω στο στομάχι δυο χοντρά διαμάντια σαν τη κάθε μια γροθιά σου! Αν με είχες σκοτώσει, θα είχες κάνει την τύχη σου!»
Τρελός από οργή, ο άνθρωπος προσπάθησε να πετύχει το πουλάκι ρίχνοντάς του πέτρες. Έπειτα, άρχισε να κατηγορεί τον εαυτό του και να ελεεινολογεί την ανοησία του. Βάλθηκε να κλαίει τη μοίρα του.
– Ανόητε!, ξέσπασε το πουλάκι. Σου το είπα ότι δεν πρέπει να στενοχωριέσαι για τίποτε, κι εσύ ήδη λυπάσαι που με απελευθέρωσες! Σου είπα να μη πιστεύεις σε παράλογα πράγματα, κι εσύ πίστεψες, όταν το ισχυρίστηκα, πως, εγώ που χωράω στη φούχτα της μιας παλάμης σου, κατάπια δυο διαμάντια χοντρά σαν τις γροθιές σου! Εξαιτίας της απληστίας και της τύφλας σου, ποτέ δεν θα μπορέσεις να πετάξεις στον ουρανό, όπως εγώ!» (Αγνώστου συγγραφέα).