Το αρχαίο μας ρήμα κείρω σημαίνει κόβω τα μαλλιά, κουρεύω. Όπως τα μαλλιά κάθε μέρα –και ώρα– τα χτενίζουμε, τα περιποιούμαστε, τα κόβουμε ή τα αφήνουμε μακριά, έτσι και το ρήμα πήρε πολλές μορφές με αρκετά θέματα: κέρο-, κορσ-, και κερ-κουρ. Οι χρόνοι του έγιναν: μέλλοντας κερώ, αόριστος έκειρα (έκοψα). Στην παθητική φωνή κείρομαι, κερούμαι, εκέρθω και εκάρην. Παρακείμενος κέκαρμαι και η μετοχή του κεκαρμένος-η-ο (κουρεμένος).
Η φράση κείρομαι μοναχός σημαίνει: κουρεύομαι και γίνομαι μοναχός, εγκαταλείπω τα εγκόσμια. Κείρομεν τα πρόβατα=τα κουρεύουμε. Κεκαρμένα κτήματα=κετεσταμμένα. Ο Όμηρος στην Οδύσσεια Ραψωδία Β και στίχος 312 λέει: εκείρετε πολλά και εσθλά κτήματα εμά=Φάγατε πλήθια αγαθά από το βίος μου. (Απόδοση Καζαντζάκης-Κακριδής).

Όπως βλέπετε το κείρω δεν πέθανε ποτέ. Ζει σαν ένα γέρικο δένδρο με νέα κλαδιά. Από το ρήμα τούτο έχουμε σήμερα: το κούρεμα ή κουρά, ο κούριμος και κουρεμένος, το κουρείο και τον κουρέα.

ΑΠΟΧΡΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΟΥΡΕΥΩ

Το ρήμα μας σήμερα είναι μεταβατικό = η ενέργεια πηγαίνει σε κάποιο αντικείμενο: κουρεύω το κεφάλι. Ο αόριστος έγινε κούρεψα και στην παθητική φωνή: κουρεύομαι, κουρεύτηκα και κουρεμένος. Επίσης κουρεύομαι με την ψιλή, σύρριζα, τακτικά κ.λπ.

Το ρήμα δημιούργησε και νέες εκφράσεις: Ασ’ τον να κουρεύεται = μη σε νοιάζει τι κάνει. Άντε να κουρεύεσαι-άσε με ήσυχο ή ακόμη και υβριστικό: Άι κουρέψου = πήγαινε στο…  καλό σου. Έγινε σαν κουρεμένο γίδι = του έκοψαν πολύ χαμηλά τα μαλλιά. Παρ’ το αυγό και κούρευτο = δεν υπάρχει λύση ή και το εμείς αυγά κουρεύουμε = δεν ξέρουμε τη δουλειά μας. Και το κλασικό: Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος: Μεταφορικά ενώ πήγε να κερδίσει τελικά όμως γύρισε ζημιωμένος.
Σήμερα μιλάμε για οικονομικές περικοπές και μπήκε σε καθημερινή βάση το κούρεμα και αν γίνει, θα είναι πάνω στο κεφάλι του. Ας πάρουμε όμως και λίγο φυσικό θάρρος: Τα μαλλιά μεγαλώνουν γρήγορα. Πώς όμως αυτό θα γίνει με την οικονομία; Όλοι ο Έλληνες θα πάνε στη Γερμανία για κούρεμα;

ΤΟ ΚΕΙΡΩ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ

Το κείρω/κουρεύω στα Αγγλικά έγινε shear (σίαρ με παχύ σ). Τα λεξικά λένε πως πέρασε από πολλές αγγλικές παραλλαγές: skera, sceran, scheren, skare (δηλ. το έγραφαν όπως ήθελαν και το προφέρανε ομοίως). Όμως δεν παραλείπουν να πουν πως οι Έλληνες το λένε κείρω=to cut (και οι αρχαίοι μας το πρόφεραν κε-ί-ρω). Μετά από το «ορθόδοξο» κείρω η τελευταία του αγγλική μορφή έγινε SHEAR. Από δω και πέρα η ορθογραφία του παραμένει η ίδια. Φαίνεται όμως ότι το shear είναι μία σωστή μεταγραφή του κείρω. Προσοχή όμως ο απολύτως καθαρός και γνήσιος λέγεται και SHEER (προφ. σίερ) από το ρήμα του shine=λάμπω. Δύσκολη προφορά για κάθε γνήσιο Ελληνόφωνο!
Το πιο ωραίο είναι πως τα αγγλικά λεξικά λένε πως από το shear παράγονται και οι παρακάτω λέξεις: jeer=κοροϊδεύω=Shear the fool=κουρεύω τον τρελό. Scar=αποκομμένος βράχος και πληγή. Scare=φόβος (πιθ. από το κούρεμα). To scarify=κόβω, πληγώνω. Score=κόψιμο, γρατσουνιά. Scorer=αυτός που κόβει/σημειώνει.

Και σήμερα ήρθε στα Ελληνικά: Το σκορ ήταν 1-2 (το κόψιμο). Share=το κόψιμο/η μερίδα, Short=αυτός που είναι κομμένος. Shirt=το κομμένο πουκάμισο. Shore=η ακτή (Σημείωση το shear έχει αόριστο shore=έκοψα, κούρεψα). Skirt=κοντή φούστα. Όλα λένε από το κείρω.

CLICK GO THE SHEARS

Το πρώτο προϊόν που εξήγαγε στην Αγγλία η νέα χώρα Αυστραλία ήταν το μαλλί – το merino – το οποίο χρειαζόταν πολλά χέρια και ψαλίδια για να κουρευτεί. Ένα παραδοσιακό τραγούδι των κουρέων=shears ήταν:
Click go the shears boy, click, click, click,
Wide is the blow and his hand move quick
The ringer looks around and is beaten by a blow
And curses the old snagger with the blue-bellied joe.
Καλή θα ήταν μία ανάλυση όλου του τραγουδιού. Λέει πολλά για την Ιστορία.

ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΙΜΥΘΙΟ ΜΑΣ

Από το σημερινό χρέος της Ελλάδας μόνοι οι αρχαίοι μας μπορούν να μας σώσουν. Σε όλες τις γλώσσες του κόσμου εάν ιδρυθούν γλωσσικές εφορίες και όλοι οι «ξένοι» πληρώσουν για κάθε Ελληνική λέξη που χρησιμοποιούν – κάθε μέρα και σε κάθε περίπτωση – τότε το Ελληνικό χρέος θα κουρευτεί/ξεπληρωθεί…. Αυθημερόν! Εμείς δεν θα πληρώσουμε τίποτε, γιατί τα λέμε σήμερα όλα στα…  Αγγλικά. Τρομάρα μας!
Στην Ευρώπη μπήκαμε/πήγαμε για μαλλί, αλλά φαίνεται θα γυρίσουμε όλοι κουρεμένοι!