ΜΕΡΟΣ 5ο

Το προηγούμενο άρθρο μάς οδήγησε στο συμπέρασμα του Αριστοτέλη, όσον αφορά στο θέμα της αθανασίας (ή μη) της ψυχής. Χρησιμοποιώντας τα λόγια του Αριστοτέλη, το συμπέρασμα αυτό – που καλό είναι να το γράψουμε με οδοντόπαστα στον καθρέφτη του λουτρού μας – έχει ως εξής:
 «Ότι μεν ούν ουκ έστιν η ψυχή χωριστή του σώματος, ή μέρη τινά αυτής – ή μεριστή πέφυκεν – ουκ άδηλον» (Περί ψυχής, 413a4-6). Επαναλαμβάνω την ελεύθερη απόδοση στη νεοελληνική γλώσσα: «Είναι λοιπόν φανερό ότι η ψυχή δεν υπάρχει χωριστά από το σώμα ούτε και κανένα από τα μέρη της, αν από τη φύση της αποτελείται από μέρη».

ΠΟΛΥ ΞΕΚΑΘΑΡΟΣ

Εδώ βλέπουμε τον Αριστοτέλη να κατεδαφίζει την αντίληψη του Πλάτωνα, ο οποίος ήθελε την ψυχή να είναι όχι μόνο χωριστή από το σώμα, αλλά και αθάνατη. Όμως ανακύπτει το εύλογο ερώτημα: «Ποια είναι η δραστηριότητα της ψυχής έξω από το φυσικό σώμα;» Απάντηση: Να χαϊδεύει τη μαϊμού, που ο Πλάτωνας την ονομάζει «Αγαθό»! Όμως μέσα στο σώμα η ψυχή έχει πολλές δουλειές να κάνει: έχει να θρέψει το σώμα, να το αυξήσει, να το μπλέξει σ’ ερωτοσμίξιμο, να το φθείρει και να τελικά το στείλει στα σκουλήκια! Έξω από το φυσικό σώμα η ψυχή είναι αναγκασμένη να περάσει στην αιώνια ανεργία – και η άνεργη ψυχή είναι άχρηστη ψυχή.
Η σκέψη του Αριστοτέλη, που την έχω υιοθετήσει από τη μέρα που γνώρισα τον Σταγιρίτη σοφό, είναι πολύ απλή. Αν το τσεκούρι ήταν άνθρωπος, τότε η ψυχή του τσεκουριού θα ήταν η κόψη, και το σώμα του θα ήταν το μέταλλό του. Η κόψη του τσεκουριού είναι αυτή που κάνει το τσεκούρι να είναι πραγματικό τσεκούρι, και το πραγματικό τσεκούρι είναι αυτό που μπορεί να κόβει. Κόψη και μέταλλο είναι άρρηκτα δεμένα, αλλά είναι η κόψη που δίνει στο μέταλλο τον χαρακτήρα (το είδος, τη μορφή) του τσεκουριού. Χωρίς την κόψη, δεν υπάρχει τσεκούρι: υπάρχει μόνο μέταλλο.

Φανταστείτε τώρα το μέταλλο του τσεκουριού (το «σώμα» του) να έχει σκουριάσει, να έχει λιώσει, να έχει γίνει χώμα. Άραγε υπάρχει περίπτωση να έχει σωθεί η κόψη του διαλυμένου τσεκουριού; Ασφαλώς όχι. Με τη διάλυση του μετάλλου του τσεκουριού, διαλύεται και η κόψη του. Πολύ ευνόητο.

Ερχόμαστε τώρα στον άνθρωπο. Η ανθρώπινη ψυχή είναι αυτή που κάνει τον άνθρωπο να είναι πραγματικός άνθρωπος, και ο πραγματικός άνθρωπος είναι αυτός που μπορεί να θρέφεται, να μεγαλώνει, ν’ αφήνει απογόνους και να πεθαίνει. Χωρίς την ψυχή το ανθρώπινο σώμα είναι ένα άγαλμα ή μια μούμια. Ψυχή και σώμα είναι άρρηκτα δεμένα, αλλά είναι η ψυχή που δίνει στο φυσικό σώμα τη μορφή και ιδιαιτερότητα του ζωντανού ανθρώπου. 

Έρχεται όμως η αναπόδραστη στιγμή που ο άνθρωπος πεθαίνει και το φυσικό του σώμα διαλύεται. Ε, λοιπόν, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, δεν υπάρχει καμία απολύτως λογική αναγκαιότητα που να μας σπρώχνει στο συμπέρασμα ότι η ψυχή εξακολουθεί να υπάρχει έξω από το διαλυμένο σώμα. Σώμα και ψυχή διαλύονται την ίδια στιγμή, όπως διαλύονται μαζί η κόψη και το μέταλλο του τσεκουριού.

ΑΠΟΡΡΕΟΝΤΑ

Στο σημείο αυτό, ακούμε κάποιους ν’ αντιλέγουν: «Μα, άλλο πράγμα το τσεκούρι, άλλο ο άνθρωπος. Η ψυχή του ανθρώπου είναι κάτι το ζωντανό, κάτι που χαίρεται και που λυπάται, κάτι που ερωτεύεται και που ονειρεύεται, κάτι που μισεί κι εχθρεύεται…».

Λάθος. Δεν είναι έτσι. Δεν είναι η ψυχή που χαίρεται και που λυπάται, αλλά ο ζωντανός οργανισμός, που τον ονομάζουμε «άνθρωπο». Ο άνθρωπος χαίρεται και λυπάται. Ούτε η ψυχή ούτε το σώμα από μόνα τους έχουν αίσθηση. «Αισθάνομαι» σημαίνει «ζω», και «ζω» σημαίνει «αποτελούμαι από ψυχή και σώμα». Ένας λόγος που οι άγγελοι είναι καταδικασμένοι να μην ερωτεύονται, είναι ακριβώς επειδή δεν έχουν φυσικά σώματα. Με σκέτες φτερούγες δεν χορταίνεις την Αφροδίτη (ένας λόγος που αρνήθηκα να γίνω άγγελος!).

Ωστόσο, έχουμε σοβαρά ερωτήματα, όπως: α) «Από πού ήρθε η ψυχή στον κόσμο;», β) «Πώς ανακατεύτηκε με το φυσικό σώμα;», γ) «Πώς η ψυχή αναπαράγει και πολλαπλασιάζει τον εαυτό της;»

Σχετικά με τα ερωτήματα (α) και (β), υπάρχει η θρησκευτική αντίληψη ότι ο Θεός έφτιαξε τις ανθρώπινες ψυχές την έκτη μέρα της δημιουργίας του κόσμου και τις έβαλε όλες σε μια ουράνια «αποθήκη». Έτσι, όταν σήμερα μια γυναίκα γκαστρωθεί (ή λίγο μετά), ο Θεός ξεκλειδώνει την αποθήκη, παίρνει μια ψυχή και την ρίχνει στην κοιλιά της γυναίκας. Το έμβρυο, αν και δεν αναπνέει ακόμη (γιατί είναι μια χούφτα κύτταρα), ξαφνικά αποκτά ψυχή!

Σχετικά με το ερώτημα (γ), έχει προταθεί η εξής ενδιαφέρουσα αναλογία: Όπως μια φλόγα αναπαράγει μιαν άλλη φλόγα, χωρίς η πρώτη φλόγα να έχει χάσει κάτι από τα χαρακτηριστικά της, έτσι και η ψυχή του σπέρματος του πατέρα αναπαράγει μιαν άλλη ψυχή στην κοιλιά της γυναίκας, χωρίς η ψυχή του πατέρα να έχει χάσει μέρος της ενέργειάς της. Η κοιλιά της γυναίκας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα καλά εξοπλισμένο εργαστήριο παραγωγής εμβρύων και, συνεπώς, δεν συμβάλλει στην αναπαραγωγή ψυχών. Εξάλλου από την Ιουδαϊκή Βίβλο μαθαίνουμε ότι η ψυχή της Εύας προήλθε όχι από το φύσημα του Θεού στο πρόσωπό της, αλλά από το παϊδάκι του Αδάμ: «και ωκοδόμησεν κύριος ο θεός την πλευράν, ήν έλαβεν από του Αδάμ, εις γυναίκα» (Γένεση, 2:22).

Επιστρέφοντας και καταλήγοντας με τον Αριστοτέλη, πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι ο Σταγιρίτης σοφός δεν είναι πέρα για πέρα υλιστής: υπάρχει κάτι στον άνθρωπο που είναι αθάνατο. Αυτό το «κάτι» δεν είναι η ψυχή, αλλά ο «ποιητικός νους». Λέει χαρακτηριστικά: «τούτο μόνον αθάνατον και αΐδιον» (ό.π. 430a 25-6). Αλλά ο «ποιητικός νους» είναι μια άλλη ιστορία…