H Φούλα Πανταζή, που κατηγορείται ότι βοήθησε τον «βαρόνο» των ναρκωτικών, Τόνι Μόκμπελ, να δραπετεύσει από την Αυστραλία, ενώ ήταν υπόδικος, και να διαφύγει στην Ελλάδα, προφυλακίστηκε και αναμένει την ανακοίνωση της ποινής της.

Τον Μόκμπελ βοήθησαν ακόμα να δραπετεύσει ο σύζυγός της, η αδελφή της και η κόρη της και όλοι έχουν καταδικαστεί για την συμβολή τους αυτή.
Η 60χρονη, καθαρίστρια στο επάγγελμα, Φούλα Πανταζή, κατηγορείται ότι βοήθησε τον Μόκμπελ να δραπετεύσει στην Ελλάδα σε μια επιχείρηση που θυμίζει περιπετειώδη ταινία του Χόλιγουντ και κόστισε πάνω ένα εκατομμύριο δολάρια.

Στο δικαστήριο υποστηρίχθηκε ότι η Πανταζή «σπρώχθηκε» από τον σύζυγό της στην συγκεκριμένη παρανομία.
Ο δικηγόρος της ζήτησε να αφεθεί ελεύθερη με αναστολή, αλλά ο δικαστής παρατήρησε ότι η Πανταζή αρνήθηκε να συνεργαστεί με τις αρχές και καθυστέρησε ιδιαίτερα να ομολογήσει την ενοχή της.

Στο δικαστήριο υποστηρίχθηκε ότι η Πανταζή και ο σύζυγός της, Βύρων Πανταζής, βοήθησαν ώστε να αγοραστεί ένα σκάφος, το Edwena, με το οποίο διέφυγε ο Μόκμπελ από το Φριμάντλ και έφτασε στην Ελλάδα.
Ο Μόκμπελ ήταν κατηγορούμενος για διακίνηση ναρκωτικών και είχε αφεθεί ελεύθερος με χρηματική εγγύηση ενός εκατομμυρίου δολαρίων όταν δραπέτευσε από την Αυστραλία.

Τελικά, εντοπίστηκε στην Ελλάδα, συνελήφθη, εκδόθηκε στην Αυστραλία και σήμερα εκτίει πολυετή κάθειρξη.
Στο δικαστήριο αναφέρθηκε ότι το ζεύγος Πανταζή επισκέφθηκε πολλές φορές την Ελλάδα για να οργανώσει την απόδραση του Μόκμπελ με γιοτ και πλήρωμα τέσσερεις ναυτικούς ελληνικής υπηκοότητας.

Το γιοτ αναχώρησε από την Αυστραλία με επιβάτη τον Μόκμπελ τον Νοέμβριο του 2006 για να φτάσει στην Ελλάδα την παραμονή των Χριστουγέννων του ίδιου χρόνου.
Ο Βύρων Πανταζής, που τον περασμένο Μάρτιο καταδικάστηκε σε μίνιμουμ έξι χρόνια φυλάκιση, φέρεται να επισκέφθηκε την Αθήνα για να οργανώσει τη διαφυγή, σε συνεργασία με μόνιμο κάτοικο της Ελλάδας και ο ίδιος προσέλαβε και το πλήρωμα.

Σύμφωνα με την αστυνομία, το γιοτ αγοράστηκε στο Σίδνεϊ και «τροποποιήθηκε» για το μεγάλο ταξίδι. Στο Σίδνεϊ έφθασε και το τετραμελές πλήρωμά του από την Ελλάδα. Από εκεί το σκάφος έπλευσε για το Νιούκαστλ και στη συνέχεια μεταφέρθηκε οδικώς στη Δυτική Αυστραλία από όπου επιβιβάσθηκε σ’ αυτό ο Μόκμπελ.
Όπως αναφέρθηκε στο δικαστήριο, η αδελφή της κ. Πανταζή αγόρασε κινητά για να τα χρησιμοποιεί ο Μόκμπελ, ενώ ο βαρόνος των ναρκωτικών χρησιμοποιούσε και τραπεζικούς λογαριασμούς της Πανταζή στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με την αστυνομία, η Πανταζή είχε συναντηθεί με τον Μόκμπελ την ημέρα που ο τελευταίος συνελήφθη στην Αθήνα και του έδωσε και μια βαλίτσα με γυναικεία ρούχα.

Αναφέρθηκε ακόμα ότι η κ. Πανταζή έλαβε διάφορα ποσά που ήταν προϊόν του εμπορίου ναρκωτικών του Μόκμπελ.
Ο συνήγορος της κ. Πανταζή δήλωσε ότι η πελάτισσά του πήγαινε τακτικά στην Ελλάδα για να δει τους ηλικιωμένους άρρωστους γονείς της.
 Η μικρή αδελφή της κ. Πανταζή, Άντζελα Νισύριου, μαζί με την κόρης της, Υβόννη Γουάρφ, φέρεται να ήταν μεταξύ αυτών που συνόδευσαν το Μόκμπελ από μια φάρμα στο Μπόνι Ντουν της Βικτώριας, όπου κρυβόταν έως το Φρίμαντλ για να φύγει με το σκάφος.

Το σκάφος αγοράστηκε στο όνομα της κ. Νισύριου και ενός άλλου Έλληνα.
Ο ομογενής, Γιάννης Ανθή, από το Σίδνεϊ, κατέθεσε εγγράφως ότι τον πλησίασε το 2006 ένας άλλος Έλληνας, ο Γιώργος Παναγάκος, που ζήτησε να αγοράσει ένα σκάφος για έναν πλούσιο που ήθελε να πάει για διακοπές στις Σεϋχέλλες.