Μια απλή εξέταση αίματος θα μπορούσε να ανιχνεύει τη νόσο Αλτσχάιμερ τουλάχιστον πέντε χρόνια πριν αρχίσουν να εκδηλώνονται τα συμπτώματά της, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Οι επινοητές της εξέτασης ελπίζουν ότι θα χρησιμοποιείται εκτενώς μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.
Η έγκαιρη ανίχνευση της ασθένειας θα επιτρέψει την πρώιμη έναρξη θεραπείας και, με την βελτίωση των υπαρχόντων φαρμάκων, θα ανοίξει το δρόμο ώστε στο μέλλον να μην την αναπτύσσουν πλήρως οι πάσχοντες.

Επιπλέον, όσοι θα έχουν θετικά αποτελέσματα σε αυτήν, θα μπορούν να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα, όπως η βελτίωση της διατροφής, η συστηματική γυμναστική και η έντονη εξάσκηση του μυαλού τους.

Το Αλτσχάιμερ και οι άλλες μορφές άνοιας υπολογίζεται ότι προσβάλλουν 7,3 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη την Ευρώπη, μεταξύ των οποίων και περισσότερους από 160.000 Έλληνες.

Παγκοσμίως οι ανοϊκοί ασθενείς υπερβαίνουν τα 35 εκατομμύρια, ενώ αναμένεται να ξεπεράσουν τα 100 εκατομμύρια μέχρι το 2050, σύμφωνα με στοιχεία από την Εταιρεία Νόσου Alzheimer & Συναφών Διαταραχών Αθηνών.

Προς το παρόν, η διάγνωση γίνεται όταν η ασθένεια έχει ήδη προκαλέσει σημαντικές βλάβες στον εγκέφαλο. Ωστόσο, τα υπάρχοντα φάρμακα είναι πολύ πιο αποτελεσματικά όταν αρχίζουν να λαμβάνονται κατά τα πρώιμα στάδιά της.

Η ΕΡΕΥΝΑ

Η νέα εξέταση έχει ως στόχο να ανιχνεύει τα σημάδια του Αλτσχάιμερ χρόνια πριν από την εμφάνισή του, διαχωρίζοντας την απλή αφηρημάδα από τα πιο επικίνδυνα «κενά» μνήμης τα οποία υποδηλώνουν άνοια σε πολύ πρώιμο στάδιο.

Οι ερευνητές με επικεφαλής τους καθηγητές, Ματέι Ορέσικ, από το Τεχνικό Ερευνητικό Κέντρο VTT και, Χίλκα Σόινινεν, από το Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Φινλανδίας στο Κουόπιο, έκαναν την ανακάλυψη πραγματοποιώντας εξελιγμένες αναλύσεις αίματος σε 226 άνδρες και γυναίκες ηλικίας 68 έως 79 ετών, και παρακολουθώντας την πορεία της υγείας τους επί πέντε χρόνια κατά μέσον όρο.
Κατά την έναρξη της μελέτης, 37 από αυτούς είχαν ήδη διαγνωστεί με Αλτσχάιμερ. Από τους υπόλοιπους, οι 46 δεν είχαν προβλήματα μνήμης, ενώ οι 143 παρουσίαζαν αφηρημάδα.

Έως το τέλος της μελέτης, 52 από τους 143 είχαν διαγνωστεί με Αλτσχάιμερ.
Οι αναλύσεις αίματος κατέδειξαν σαφείς διαφορές στις συγκεντρώσεις τριών μεταβολιτών (είναι χημικές ουσίες που παράγονται κατά τις διεργασίες του οργανισμού), ορισμένοι εκ των οποίων σχετίζονται με την μειωμένη οξυγόνωση του εγκεφάλου, δηλαδή με την υποξία.

ΗΠΙΑ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ

Όπως γράφουν οι ερευνητές στην επιθεώρηση «Translational Psychiatry», η παρουσία αυτών των μεταβολιτών είναι ενδεικτική της προ-ανοϊκής ήπιας νοητικής διαταραχής, μίας κατάστασης που θεωρείται το μεταβατικό στάδιο ανάμεσα στην φυσιολογική αφηρημάδα και την άνοια.

Στην πραγματικότητα, η νόσος Αλτσχάιμερ πιστεύεται ότι αναπτύσσεται σε βάθος χρόνου και ότι πριν εκδηλωθούν τα χαρακτηριστικά συμπτώματά της έχουν περάσει αρκετές δεκαετίες ασυμπτωματικής ανάπτυξης. Αυτές οι δεκαετίες ανάπτυξης δίχως συμπτώματα αποτελούν το υποκλινικό στάδιο της νόσου.
Ο δρ Ορέσικ δήλωσε πως απαιτούνται ακόμα αρκετές μελέτες για να τεκμηριωθεί η ακρίβεια της νέας εξέτασης, αλλά πρόσθεσε πως ελπίζει ότι μέσα σε ένα χρόνο θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί πιλοτικά και μέσα σε 2 έως 3 ότι θα αρχίσει η ευρεία διάθεσή της.

Όπως επεσήμανε, η έγκαιρη διάγνωση του επικείμενου Αλτσχάιμερ θα μπορέσει να βοηθήσει τους πάσχοντες να λάβουν κάποια μέτρα προστασίας, καθυστερώντας την έναρξη των συμπτωμάτων.

 «Αυτό, είναι για τους ασθενείς σχεδόν εξίσου σημαντικό με την πρόληψη της νόσου», τόνισε. «Η καθυστέρηση έστω και κατά λίγα χρόνια, θα βελτιώσει δραματικά την ποιότητα της ζωής τους».