Όπως έχουμε δηλώσει, το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Μακεδονικών Σπουδών από της ιδρύσεώς του το 1986, προβάλλει τον πολιτισμό και την ιστορία του μακεδονικού ελληνισμού και υπερασπίζεται με επιστημονικά επιχειρήματα τα ιστορικά και πολιτιστικά δίκαια της Μακεδονίας. Ως επιστημονικό ίδρυμα, το ΑΙΜΣ, με άρθρα και δημοσιεύσεις του, απέδειξε ότι η Μακεδονία υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού κόσμου και δεν λειτούργησε ποτέ εθνικά, ως κράτος–έθνος, αλλά φυλετικά μόνον, προβάλλοντας την ελληνική γλώσσα, ιστορία και πολιτισμό των Ελλήνων. 

Το ΑΙΜΣ υποστηρίζει ότι ο όρος «Μακεδονία» και «Μακεδόνες» δεν μπορεί και δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί από κανένα λαό, ή φυλή, για να δηλώσει έθνος και εθνότητα. Η ρωμαϊκή κατάκτηση αλλοίωσε τα σύνορα της αρχαίας Μακεδονίας και η πλούσια ιστορικο-πολιτιστική της κληρονομιά αποτέλεσε αντικείμενο άγριας εθνικιστικής λαθροθηρίας και εκμετάλλευσης, αρχικά από τους Βούλγαρους του Κομιτάτου και στη συνέχεια από τους Δαρδανούς των Σκοπίων, τους Μακεδονοσλάβους.

Το ΑΙΜΣ δημόσια στήριξε την πρόσφατη διαδικασία των διαβουλεύσεων και τις προσπάθειες εξεύρεσης μιας συμβιβαστικής λύσης, η οποία θα είναι βιώσιμη και αξιοπρεπής, για τα εθνικά δίκαια και την ιστορία του μακεδονικού ελληνισμού, ώστε η γείτονα χώρα να βρει τον δρόμο της μέσα στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη και να υπάρξει συγκρητισμός και συνεργασία του κράτους αυτού με την Ελλάδα. 

Ως επιστημονικό ίδρυμα, που απαρτίζεται από πανεπιστημιακούς και επιστήμονες στην πλειοψηφία του, και με εμπειρία σαράντα χρόνων στην έρευνα και στα χαρακώματα, προτείναμε δημόσια, με διαφάνεια και εντιμότητα, εδώ και τριάντα χρόνια τον όρο «Μακεδονοσλαβία» για τη χώρα τους, τον όρο «Μακεδονοσλάβοι» ως ταυτότητα και τη γλώσσα τους «Μακεδονοσλαβική», σε μια εποχή που όλοι οι υπόλοιποι Έλληνες της μητροπολιτικής Ελλάδας και της ελληνικής διασποράς, συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών κυβερνήσεων, τους αναγνώριζαν δυστυχώς ως Δημοκρατία των «Μακεδόνων» της Γιουγκοσλαβίας (ΠΓΔΜ). Τους αναγνωρίζαμε ως Μακεδονοσλάβους και όχι ως «Μακεδόνες» της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας, ως μία επιστημονική πρόταση συμβιβασμού, που στηρίζεται και στηριζόταν στη γεωγραφική αλήθεια, αφού το 30% της αρχαίας Μακεδονίας (Άνω Μακεδονία-Gorna Makedonija) ήταν από το 1913 στην επικράτειά τους (Συνθήκη του Βουκουρεστίου). Τους αναγνωρίζαμε ως Μακεδονοσλάβους, παρά το γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού δεν ήταν Σλάβοι, απλά για επέλθει ένας ανθρωπολογικός και εθνολογικός συμβιβασμός ανάμεσα σε δύο γειτονικές χώρες, ώστε να αποφευχθεί η σύγχυση, ο εθνικιστικός σωβινισμός, ο εθνικιστικός αλυτρωτισμός και από αυτούς και από εμάς, και να ζήσουν οι επερχόμενες γενιές εν ειρήνη και ομονοία και με αλληλοσεβασμό. Τους αναγνωρίσαμε ως Μακεδονοσλάβους και με το όνομα αυτό που τους δώσαμε, μάς κατηγόρησαν και τότε και τώρα οι Μακεδονοσλάβοι ως «ντούσμανι» [εχθρούς] και μάς έσυραν, εμάς το ΑΙΜΣ, τέσσερις ημέρες στα δικαστήρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μαζί με τους υπουργούς της κυβέρνησης Κέννετ. 

Τους αναγνωρίσαμε με το σύνθετο όνομα ως Μακεδονοσλάβους, από το 1992, σε μια εποχή που εν σιωπή και εν εγκρίσει ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος της Ελλάδας απο-δεχόταν αδιαμαρτύρητα, τον μονοσήμαντο όρο «Μακεδονία» ακόμη και στην ενδιάμεση λύση ως FYROM, όπου η λέξη «Μακεδονία» διατηρούνταν ως αναπόσπαστη λέξη του νεόδμητου κράτους. Συνεχίζαμε να αντιδιαστέλλουμε νοηματικά τους Μακεδόνες (δηλαδή διαχρονικά Έλληνες) από τους «Μακεδοσοσλάβους» των Σκοπίων, ώστε συνειδητά να μην τους προσφέρουμε τον όρο Μακεδονία, που δεν τους ανήκε και δεν τους ανήκει ως έθνος και ως φυλή. Αλλά και τότε και τώρα, ορισμένοι συμπατριώτες και συνέλληνες, μάς κατηγόρησαν ως «λιγότερο πατριώτες», και το ακόμη τραγικότερο, ότι δήθεν «δεν συνάδει η γραμμή του Αυστραλιανού Ινστιτούτου Μακεδονικών Σπουδών και οι απόψεις μας με τις Παμμακεδονικές Ενώσεις της Διασποράς», ότι δήθεν αποδεχόμενοι διαπραγμάτευση και συμβιβασμό με τους Μακεδονοσλάβους, χαρίζουμε τάχατες το όνομα της Μακεδονίας στους Σκοπιανούς, κι άλλα τέτοια περίεργα και αλλοπρόσαλλα εθνικιστικολαϊκιστικά φληναφήματα. Ωστόσο, όταν οι ελληνικές κυβερνήσεις ενέκριναν και δεν διαφωνούσαν με τον όρο «Μακεδονία» στον τίτλο της χώρας ΠΓΔΜ και υπήρχαν μόνον σποραδικές και σπασμωδικές αντιδράσεις από τις Παμμακεδονικές, το ΑΙΜΣ ήταν ΔΥΣΤΥΧΩΣ ο μόνος φορέας και τότε και τώρα που διαμαρτυρόταν με επιστημονική σύνεση, με σύστημα και μέθοδο, εκδίδοντας επιστημονικά περιοδικά, οργανώνοντας επιστημονικά συνέδρια, κυκλοφορώντας βιβλία, χωρίς να χρησμοποιεί τον μονολεκτικό όρο «Μακεδονία» για τους γείτονές μας.

Και τον Αύγουστο του 2017, ήμασταν η μοναδική οργάνωση της ελληνικής διασποράς που συναίνεσε με την απόφαση της κυβέρνησης Τσίπρα να διαπραγματευθεί με τους Μακεδονοσλάβους ένα σύνθετο όνομα, εάν και εφόσον δεν θα μπορούσε ΠΟΤΕ να επέλθει κοινή συμφωνία, ώστε να μην χρησιμοποιηθεί η λέξη «Μακεδονία» από τους γείτονές μας. Με υπόμνημά μας (24.8.2017), ύστερα από αίτημα της καθηγήτριας κ. Περάκη, συμβούλου του κ. Ν. Κοτζιά, προτείναμε ως πρώτη προτίμησή μας τον όρο «Μακεδονοσλαβία» και ως σχέδιο Β τον όρο «Gornamakedonija” (Ανωμακεδονία) σε σλαβική μορφοφωνολογία, ως λέξη αδιαίρετη, αδιαχώριστη, μονολεκτική, απορρίπτοντας και τις πέντε προτάσεις του Μάθιου Νίμιτς, που αποδίδονταν με δύο ξεχωριστές λέξεις. Προτείναμε στην ελληνική κυβέρνηση τον όρο «Gornamakedonija” με τους εξής διαπραγματευτικούς όρους: 

– Το «Gornamakedonija” να ισχύει έναντι όλων και για πάσα χρήση.

– Το «Gornamakedonija” να ισχύσει μόνον και εφόσον η γείτονα χώρα συνταγματικά: 

(α) αποτάξει κάθε αλυτρωτική, επεκτατική και αποσχιστική βλέψη όχι μόνο στο έδαφος αλλά και στην ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας και των Ελλήνων,

(β) έμπρακτα απαλείψει, αποκαθηλώσει και καταργήσει κάθε έκφανση αλυτρωτισμού και επεκτατισμού (σχολικά βιβλία, μνημεία, ονόματα, χάρτες και ό,τι άλλο εργαλείο έχει χρησιμοποιήσει μέχρι σήμερα για να μιμούνται και να παριστάνουν δήθεν τους αρχαίους Μακεδόνες,

(γ) να διασφαλιστούν εγγυήσεις ότι το τελικό προϊόν της πράξης θα είναι πάγιο και μη ανατρέψιμο από τη στάση της εκάστοτε κυβέρνησης, και

(δ) να προβλέπει συγκεκριμένες κυρώσεις σε περίπτωση που η απέναντι πλευρά αθετήσει μέρος της συμφωνίας.

Ο κ. Γ. Ζάεφ τελικά, ενώ αποδέχθηκε ένα πλαίσιο συμφωνίας στο Νταβός με τον κ. Τσίπρα, γίνεται πλέον φανερό ότι, ύστερα από τις πιέσεις που δέχθηκε με την επιστροφή του στα Σκόπια και με την αλλοπρόσαλλη στάση, ως διαμεσολαβητού, του κ. Μάθιου Νίμιτς, ήγειρε παράλογα και «μπαμπέσικα» τον πήχυ των δικών του διεκδικήσεων στη διαμεσολάβηση. Κατέβασε δύο πινακίδες και ζητά τώρα από την ελληνική πλευρά να κατεβάσει τα παντελόνια της (χωρίς συγγνώμη η φράση). Ο αλυτρωτισμός πάλι ξεπήδησε και αναβίωσε στην κυβέρνηση Ζάεφ, μιλάμε για τον φασιστικό αλυτρωτισμό του Γκρουέφσκι δια στόματος τώρα Ζάεφ. Τώρα ο κ. Ζάεφ, αποδέχεται, κάποιον σύνθετο γεωγραφικό όρο, αλλά όχι μονολεκτικό, όχι συνταγματικά κατοχυρωμένο, με απόφαση απλά της Βουλής των Σκοπίων, μιας απόφασης, δηλαδή, που δεν κατοχυρώνεται συνταγματικά στα διεθνή φόρα, και που μπορεί να ανατραπεί από τον μελλοντικό διάδοχό του. Και το χειρότερο, δεν αλλάζει ο κ. Ζάεφ το όνομα της εθνικής ταυτότητας (αν οι Βούλγαροι τούς διεκδικούν ακόμη εθνικά ως «Βουλγάρους»), δηλαδή, θέλει ο κ. Ζάεφ να παραμείνουν με τη συνταγματική τους ταυτότητα, ήτοι «Μακεδόνες» και η γλώσσα τους «Μακεδονική» και η Εκκλησία τους «Μακεδονική», και το Σύνταγμά τους χωρίς καμία αλλαγή στα αλυτρωτικά εδάφια. Είναι δυνατόν να συμβιβαστεί η εθνική αξιοπρέπεια των Ελλήνων και ο πατριωτισμός τους απέναντι σε μία τέτοια επιπόλαια και υβριστική στάση της Σκοπιανής ηγεσίας, επειδή άλλαξαν, δηλαδή, δύο ταμπέλες και αποφάσισαν έναν σύνθετο γεωγραφικό όρο, τον οποίον ενδεχομένως δεν πρόκειται ποτέ να χρησιμοποιήσουν ως σύνθετο, να πιστεύουν ότι πράγματι διαπραγματεύονται με αξιοπρέπεια και αλληλοσεβασμό με μια κυβέρνηση της Ελλάδας; 

Ο κ. Κοτζιάς δεν πρέπει ποτέ να αποδεχτεί προτάσεις ιστορικού και πολιτιστικού επεκτατισμού. Η ταυτότητα της Μακεδονίας δεν ανήκει στους Μακεδονοσλάβους (Γκορνομακεντόνιανς) ούτε φυλετικά, ούτε ιστορικά, ούτε πολιτιστικά. Μόνο γεωγραφικά ακουμπάνε στο νότιο τμήμα της επικράτειάς τους στην αρχαία Άνω Μακεδονία. Και επειδή συνοίκησαν και έζησαν στον χώρο αυτό για 1400 χρόνια, πιστεύουμε ότι για λόγους ενός συμβιβασμού, που εδράζει σε συνεχή τραγικά λάθη διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων και χείριστης διπλωματίας στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδος, φρονούμε ότι μέχρι εδώ είναι η κόκκινη γραμμή του συμβιβασμού, μέχρι το «Gornamakedonija». Με τον όρο αυτό, οι Έλληνες αποδέχονται συμβιβασμό-τίμημα διπλωματικής και πολιτικής αδιαφορίας των κυβερνήσεών τους. Με τον όρο αυτό, οι Γκορνομακεντόνιανς αποδέχονται την τιμή να ακουμπάνε σε μια ξένη (δηλαδή ελληνική) ιστορία που άλλαξε τον κόσμο, με έναν όρο που αποδίδεται στα σλαβικά και προσδιοριστικά τους διαφοροποιεί από τους πραγματικούς Μακεδόνες του Αλεξάνδρου και του Αριστοτέλη.

Το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Μακεδονικών Σπουδών επιμένει και διαλαλεί ότι ενώ εύχεται να μην δοθεί ποτέ το όνομά ή παράγωγο της λέξης Μακεδονία σε αλλότριο και αλλογενές έθνος και φυλή, εάν αυτό δεν σταθεί δυνατόν, και προκειμένου να επέλθει ειρηνική και εναρμονισμένη συνοίκηση και εποικοδομητική συνεργασία μεταξύ των δύο κρατών και των δύο λαών,

ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Η ελληνική κυβέρνηση να μη δεχθεί ΠΟΤΕ άλλη λύση-πρόταση, αλλά ως τελική, ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΚΑΤΟΧΥΡΩΜΕΝΗ και μη αναστρέψιμη, μόνον σύνθετη, μονολεκτική, αδιαίρετη λέξη γεωγραφικού προσδιορισμού με σλαβική μορφοφωνολογία «Macedoslavija» ή «Gornamakedonija», για κάθε χρήση του γειτονικού κράτους, και κυρίως της ταυτότητας των κατοίκων, της γλώσσας και της εκκλησίας τους, εφόσον αποβάλλουν από το Σύνταγμα τους, τα σχολεία, και την κυβέρνησή τους, κάθε έκφανση αλυτρωτισμού, επεκτατισμού και αποσχισμού. 

Καλούμε την κυβέρνηση του κ. Α. Τσίπρα και τους αρχηγούς των κομμάτων να πράξουν το ιστορικό και πατριωτικό τους καθήκον, υπερασπιζόμενοι την ιστορία και τον πολιτισμό της Μακεδονίας. Να μην περάσουν την κόκκινη γραμμή του «Gornamakedonija”.

O καθηγητής Αναστάσιος Μ. Τάμης είναι πρόεδρος του ΑΙΜΣ