Η πολιτικάντικη αναδίπλωση της πρωθυπουργού, Τζούλια Γκίλαρντ, στο μείζον κοινωνικό πρόβλημα του τζόγου, βεβαιώνει ότι πρώτιστο ενδιαφέρον της είναι η παραμονή του Εργατικού Κόμματος στην εξουσία, όχι η βελτίωση της κατάστασης του μέσου πολίτη.

Δέκα επτά μήνες μετά το σχηματισμό κυβέρνησης μειοψηφίας η πρωθυπουργός έθεσε, εκ νέου, σε κρίση την αξιοπιστία της και τη συνέπειά της αρνούμενη να τιμήσει την υπόσχεσή της στον ανεξάρτητο βουλευτή, Andrew Wilkie, να νομοθετήσει για τη μεγαλύτερη δύναμη μείωση των συνεπειών του τζόγου σε δεκάδες χιλιάδες οικογένειες – κυρίως χαμηλόμισθες οικογένειες.

Κατά τις επίπονες διαπραγματεύσεις της με τους έξι ανεξάρτητους βουλευτές που ανέδειξαν οι εθνικές εκλογές της 24ης Αυγούστου 2010, η πρωθυπουργός υποσχόταν όλα σε όλους προκειμένου να εξασφαλίσει τους 76 βουλευτές που απαιτεί ο σχηματισμός κυβέρνησης.
Κατά τις διαπραγματεύσεις της με τον ανεξάρτητο βουλευτή Τασμανίας, Andrew Wilkie, η πρωθυπουργός δέχθηκε τον «βασικό όρο», που έθεσε ο γνωστός πολέμιος του τζόγου, να νομοθετήσει για τον προκαθορισμό των ανώτατων στοιχημάτων που θα μπορούν να παίζουν οι πολίτες στα πόκις.
Ο κ. Wilkie είχε ανακοινώσει την κατάθεση σχετικού νομοσχεδίου στην εθνική βουλή το Μάιο και είχε προειδοποιήσει την πρωθυπουργό για την πρόθεσή του να ανατρέψει την κυβέρνηση, αν δεν στήριζε το νομοσχέδιό του.

Υπολόγιζε χωρίς τον ξενοδόχο ο κ. Wilkie. Ίσως διότι δεν μπορούσε να φανταστεί –όπως και πολλά άλλα μέλη του κοινοβουλίου– ότι η πρωθυπουργός θα τον άδειαζε με την πραξικοπηματική αντικατάσταση του προέδρου της βουλής.

Στις 24 Νοεμβρίου 2011, ώρες πριν τη λήξη των εργασιών της εαρινής συνόδου της εθνικής βουλής, η κ. Γκίλαρντ αντικατέστησε πραξικοπηματικά τον Εργατικό πρόεδρο της βουλής, Harry Jenkins με τον συντηρητικό αντιπρόεδρο του σώματος, Peter Slipper. Η θυσία του Harry Jenkins άλλαξε υπέρ της κυβέρνησης το συσχετισμό των δυνάμεων στη βουλή. Η πλειοψηφία της κυβέρνησης αυξήθηκε σε 76 έναντι 73 της αντιπολίτευσης, από 75-74, που ήταν μετά τις 14 Σεπτεμβρίου που ορκίστηκε η κυβέρνηση Γκίλαρντ.
Με μία κίνηση, η πρωθυπουργός μηδένισε την ψήφο του Andrew Wilkie και διασφάλισε την παραμονή της κυβέρνησης στην εξουσία, χωρίς να τιμήσει την υπόσχεσή της στον ανεξάρτητο βουλευτή να αντιμετωπίσουν από κοινού τις αυξανόμενες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες του τζόγου στα πόκις. Μηδενίζοντας τον Andrew Wilkie, η κ. Γκίλαρντ μηδένισε και τον κίνδυνο ανοιχτής σύγκρουσης με τη βιομηχανία τυχερών παιχνιδιών, που απειλούσε την κυβέρνηση με ανένδοτο αγώνα.

 Με την αναδίπλωσή της, η πρωθυπουργός εξασφάλισε, δυνητικά, την ψήφο των ιδιοκτητών καζίνο και λεσχών τυχερών παιχνιδιών και των εργαζομένων στη βιομηχανία τυχερών παιχνιδιών. Διακινδυνεύει, όμως, η κ. Γκίλαρντ την ψήφο εκατοντάδων χιλιάδων ψηφοφόρων, που ταΐζουν καθημερινά τα πόκις με το υστέρημα ή το πλεόνασμά τους, και των μελών των οικογενειών των εθισμένων τζογαδόρων που υφίστανται τις τραγικές συνέπειες του τζόγου.

Δυστυχώς, ουδείς γνωρίζει τον ακριβή αριθμό των πολιτών, εθισμένων και μη, που κυνηγούν την τύχη τους στα πόκις. Γιατί; Διότι οι πολιτειακές κυβερνήσεις, που ωφελούνται τα μέγιστα από την ατελέσφορη, καθημερινή προσπάθεια κάποιων ανθρώπων να «πιάσουν την καλή», αποκρύπτουν τους αριθμούς των πελατών των νόμιμων τζογαδορείων.
Έρευνα της Επιτροπής Παραγωγικότητας (Productivity Commission Inquiry Report, Volume 1, No. 50, 26 February 2010) dδιαπίστωσε ότι κατά το οικονομικό έτος 2008-2009 το εισόδημα των λεσχών πόκις ανήλθε σε 19 δισεκατομμύρια δολάρια ή 3,1% των δαπανών της μέσης αυστραλιανής οικογένειας.
Η έρευνα διαπίστωσε, ότι το 2009 λειτουργούσαν 198.300 πόκις σε ολόκληρη την Αυστραλία εκ των οποίων 97.065 στη Νέα Νότια Ουαλία. Η μέση ετήσια «χασούρα» ανά πολίτη υπολογιζόταν σε $3,700 στη Νέα Νότια Ουαλία, $3,100 στη Βικτωρία και $1,8000 στην Κουηνσλάνδη.

Το ίδιο οικονομικό έτος οι φόροι που εισέπραξαν οι πολιτειακές κυβερνήσεις από τα τζογαδορεία ανήλθαν  σε 5 δισεκατομμύρια δολάρια ή 10% του συνολικού εισοδήματός τους από πολιτειακούς φόρους. Το μεγαλύτερο μερίδιο, 13%, εισέπραξε η κυβέρνηση της Βικτωρίας και το χαμηλότερο, 4%, η κυβέρνηση της Δυτικής Αυστραλίας.
Η έκθεση υπογραμμίζει, ότι «είναι αδύνατος ο ακριβής υπολογισμός των πολιτών που παίζουν πόκις». Από τα στοιχεία που διαθέτουν οι πολιτείες προκύπτει, ότι ο αριθμός των «προβληματικών» παικτών πόκις ανέρχεται σε 115,000 περίπου και των παικτών «μέτριου κινδύνου» σε 280,000. Επιπροσθέτως, 600,000 πολίτες, η 4% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, παίζουν πόκις τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα με υπαρκτό τον κίνδυνο να εθιστούν στον τζόγο.
Από τους τακτικούς παίκτες πόκις 15%, 95,000 περίπου, θεωρούνται «προβληματικοί παίκτες» και τα χρήματα που παίζουν καλύπτουν το 40% του συνολικού ποσού των χρημάτων που παίζονται στα πόκις.

Τέλος, το ετήσιο κοινωνικό κόστος του «προβληματικού τζόγου» υπολογίζεται σε 4,7 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσόν που αυξάνεται σχεδόν καθημερινά διότι αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός των πολιτών που συχνάζουν στα τζογαδορεία.

Τα μέτρα που θέσπισαν οι πολιτειακές κυβερνήσεις δεν άλλαξαν τις συνήθειες των πολιτών, που προσπαθούν να καλύψουν οικονομικές ανάγκες τους ή να ψυχαγωγηθούν παίζοντας πόκις. Η καταδίκη του πολίτη που ονειρεύεται να πλουτίσει παίζοντας πόκις είναι προδιαγεγραμμένη, αφού οι μηχανές του διαβόλου μπορούν να καταβροχθίσουν μέχρι $10,000 την ώρα.

Δυστυχώς, η πρωθυπουργός μας γυρίζει την πλάτη στους πολίτες που θέλουν άμεση βοήθεια να απαλλαγούν από τον εθισμό τους και στις οικογένειες των τζογαδόρων που δοκιμάζονται σκληρά από τις ολέθριες συνέπειες του τζόγου.