Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι η Τριενάλε που παρουσιάζεται αυτόν τον καιρό στην Εθνική Πινακοθήκη της Βικτώριας (National Gallery of Victoria – NGV), είναι ένα από τα σημαντικότερα καλλιτεχνικά γεγονότα της χρονιάς. Από την ημέρα των εγκαινίων μέχρι σήμερα, η τριετής έκθεση έχει προσελκύσει ορδές επισκεπτών που θαυμάζουν μία σειρά από σπουδαία σύγχρονα έργα τέχνης, δείγματα της αιχμής της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας παγκοσμίως. Ανάμεσα σ’ αυτά, υπάρχει και ένα έργο που φαίνεται πως είναι ιδιαίτερα ελκυστικό για τους επισκέπτες κάθε ηλικίας. Πρόκειται για το ‘Rio Santa Cruz’, της Αλεξάνδρας Κεχαγιόγλου, ένα τρισδιάστατο χαλί που αναπαριστά τον υδροβιότοπο του ποταμού Σάντα Κρους, ένα από τα τελευταία ανεκμετάλλευτα ποτάμια της Παταγονίας, που συνδέει τις Άνδεις με τον Ατλαντικό Ωκεανό. Οι επισκέπτες καλούνται να ‘μπουν’ στην εγκατάσταση, να αγγίξουν τα υφάσματα, να ξαπλώσουν στο χαλί, να έχουν μία προσωπική, απτική εμπειρία με το έργο τέχνης – ειδικά τα παιδιά το διασκεδάζουν ιδιαίτερα. Η ίδια η δημιουργός επιδιώκει να πετύχει ακριβώς αυτήν την σχέση μεταξύ του έργου της και του θεατή, καθώς θεωρεί ότι είναι ο καλύτερος τρόπος για το κοινό να συνδεθεί με το έργο και να αντιληφθεί το μήνυμά του – τις επιπτώσεις που έχει στην ζωή μας η αποδάσωσηκαι η καταστροφής της κοίτης των ποταμών.

Γεννημένη στο Μπουένος Άιρες το 1981, η Αλεξάνδρα Κεχαγιόγλου έχει αποκτήσει σπουδαία φήμη στον χώρο των εικαστικών, με τον τρόπο που χρησιμοποιεί τις τεχνικές και τα υλικά της ταπητουργίας για να δημιουργήσει μεγάλα γλυπτά. Για τον σκοπό αυτό, συνεργάζεται με την οικογενειακή βιοτεχνία El Spartano που δημιουργεί χαλιά εδώ και 60 χρόνια. Μιλώντας στον Νέο Κόσμο, η καλλιτέχνις περιγράφει την δουλειά της, την σημασία που έχουν γι’ αυτήν τα υλικά που χρησιμοποεί και την φιλοδοξία της να “αλλάξει την ταχύτητα του χρόνου”.

Πώς ήταν η εμπειρία σας από την συμμετοχή σας στην Τριενάλε της NGV;

Ήρθα πρώτη φορά στην Μελβούρνη τον Φεβρουάριο του 2017 για την ανακοίνωση της έκθεσης Τριενάλε και είδα την έκθεση ‘Ποιος φοβάται το Χρώμα;’ (‘Who is Afraid of Coulour’?) όπου με εντυπωσίασε ένα έργο από την Αβορίγινα καλλιτέχνη Emily Kame Kngwarreye. Η δουλειά της με επηρέασε βαθιά, με άλλαξε και άλλαξε και τον τρόπο που προσεγγίζω το έργο μου. Η δουλειά μου είχε πάντα μία περιβαλλοντική διάσταση, αλλά τώρα κατάφερα να εντάξω μια πιο βαθιά αγωνία, την σύνδεση με μία πιο πρωτόγονη οπτική γωνία, την σχέση με την γνώση των προγόνων μας και την εξερεύνηση της βλάστηση και του πώς αυτή παρουσιάζεται από γυναίκες καλλιτέχνες. Μετά από αυτήν την εμπειριά, η συμμετοχή στην ίδια την Τριενάλε με έχει ανταμοίψει ιδιαίτερα: γνώρισα τόσους πολλούς καλλιτέχνες και σχεδιαστές της γενιάς μου, ενώ το έργο μου έχει έρθει σε επαφή με πάρα πολύ κόσμο, αυτούς τους μήνες.

Λεπτομέρεια από το έργο ‘Rio Santa Cruz’ της Αλεξάνδρας Κεχαγιόγλου (χειροποίητο χαλί) που εκτίθεται στην Τριενάλε της Εθνικής Πινακοθήκης Βικτώριας.

Γιατί διαλέξατε να συμμετάσχετε με το συγκεκριμένο έργο;

Το έργο αυτό γεννήθηκε από το ενδιαφέρον μου στα ζητήματα της διαχείρισης υδάτινων πόρων που αντιμετωπίζει η Αργεντινή και ο κόσμος και το πώς τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα απειλούν όλην αυτήν την σημαντική πληροφορία που περιέχεται στα ποτάμια και κυλά μέσα στους ωκεανούς. Η σημασία του τοπίου είναι μέρος της δουλειάς μου εδώ και πάνω από πέντε χρόνια, αλλά αποφάσισα να κάνω ένα βήμα μπρος και να θέσω ένα ακόμα μεγαλύτερο ζήτημα, όπως είναι η κατασκευή δύο υδροηλεκτρικών φραγμάτων που θα πλημμυρίσουν τουλάχιστον 500 χιλιάδες στρέμματα παρθένας γης στην Παταγονία.

Πώς εντάσσεται αυτό το έργο με την συνολική ιδέα που διατρέχει την φετινή Τριενάλε;

Πιστεύω ότι ταιριάζει γιατί ασχολείται με μία σημαντική συζήτηση που αφορά την φύση, την πολιτική και την σχέση που έχουμε όλοι με την γη.

Πώς γεννήθηκε η αρχική ιδέα;

Η σύλληψη του έργου έγινε στην διάρκεια δύο ταξιδιών μου στην τοποθεσία του ποταμού Σάντα Κρους στην Παταγονία, κοντά στο Καλαφάτε. Επισκεφθήκαμε τον εκπληκτικό παγετώνα Περίτο Μορένο που τροφοδοτεί το ποτάμι με παγωμένο νερό, ενώ στην δεύτερη επίσκεψή μας, κατεβήκαμε τον ποταμό με καγιάκ, μαζί με φωτογράφους, βιολόγους, μηχανικούς και έναν πολιτικό ακτιβιστή από την Αργεντινή. Αυτό το ταξίδι σίγουρα έπαιξε μεγάλο ρόλο και πυροδότησε το έργο. Το υλικό που μάζεψα από αυτό το ταξίδι είναι μοναδικό: φωτογραφίες, σχέδια, δείγματα από πετρώματα ηλικίας πάνω από 100 εκατομμυρίων ετών. Ήταν σίγουρα δύσκολο ταξίδι και εξίσου δύσκολο ήταν όλο αυτό να απεικονιστεί στο τελικό έργο που παρουσιάζεται στην Τριενάλε.

Μελέτη για το έργο ‘Rio Santa Cruz’ της Αλεξάνδρας Κεχαγιόγλου.

Ποια είναι η προσωπική και συναισθηματική σας σύνδεση με το έργο;

Μέσα από αυτό το έργο, η δουλειά και η πρακτική μου άγγιξαν ένα νεό επίπεδο. Πάντοτε οι καλλιτέχνες επηρεάζονται συναισθηματικά από το έργο τους, αλλά αυτό που μου συνέβη, η νέα προοπτική που μου έδωσε αυτό το έργο είναι υψηλότερη από οτιδήποτε έχω κάνει στην ζωή μου. Και έχει να κάνει με την πνευματικότητα και την ουσιαστική προσπάθειά μου να ορίσω ποια είναι η καλλιτεχνική μου προσφορά.

Πόσο ανεξάρτητο είναι ένα έργο, από την στιγμή που ολοκληρώνεται και φεύγει από τα χέρια του καλλιτέχνη;

Θέλω να πιστεύω ότι τα έργα μου ζωντανεύουν μόλις φύγουν από το ατελιέ μου. Βλέπουμε αυτά τα χαλιά που έρχονται τυλιγμένα σε ρολά μέσα στην γκαλερί και μόλις ξετυλίγονται φαίνεται όλη η δουλειά που έχει γίνει πάνω στον ταπητοκαμβά για μήνες. Επιπλέον, μόλις οι άνθρωποι αρχίσουν να αλληλεπιδρούν με το έργο, να πατάνε το χαλί, να αποκτούν προσωπική εμπειρία του τοπίου, τότε νιώθω ότι το έργο είναι πια ολοκληρωμένο, γιατί οι άνθρωποι είναι και αυτοί μέρος του έργου. Τελευταία με ενδιαφέρι πολύ η επαφή ανάμεσα στον θεατή και την πρόταση της αναπαράστασης γης που φέρνω στον χώρο της γκαλερί.

Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με τα περισσότερα έργα τέχνης που απαγορεύεται να τα αγγίξει ο επισκέπτης, στη δική σας περίπτωση καλείται τους επισκέπτες της NGV να πιάσουν και να έχουν μια σωματική επαφή με το έργο σας. Πώς αυτή η σωματική εμπειρία μεταφράζεται σε συναισθηματική επαφή;

Η προσδοκία μου είναι ότι ο κόσμος θα μεταφράσει τον σεβασμό του για την φύση σε σεβασμό για το έργο, αποφασίζοντας ανάλογα πώς θα αλληλεπιδράσει με αυτό. Πιστεύω ότι το χαλί μπορεί να αποκαλύψει ένα μέρος της εσωτερικής μας αντιμετώπισης απέναντι στην γη και το πώς την φροντίζουμε. Όσο για την συναισθηματική αντίδραση, ελπίζω ότι το έργο μου θα συνδέσει τους ανθρώπους με την σημασία που έχει η φυσική προσέγγιση της ζωής και η επανασύνδεση με την γη σε έναν ψηφιοποιημένο και βιομηχανοποιημένο κόσμο. Όταν πατάνε στο χαλί μου, οι περισσότεροι άνθρωποι γονατίζουν, βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με το δάπεδο κι αυτό είναι από μόνο του σημαντικό για μένα, γιατί παίρνουν μία στάση που δεν τους είναι οικεία προκειμένου να αποκτήσουν την εμπειρία της ‘φύσης’ και κυρίως ενός κατεστραμμένου τοπίου υπό εξαφάνιση. Νομίζω ότι είναι ένα είδος προσευχής για την Γη.

Η Αλεξάνδρα Κεχαγιόγλου, κατά την διάρκεια του ταξιδιού της στο Ρίο Σάντα Κρους της Παταγονίας.

Τι είναι αυτό που σας συγκινεί προσωπικά, στον κόσμο των υφασμάτων και της ταπητουργίας;

Είναι ένας κόσμος που υπάρχει στο αίμα μου εδώ και πολλές γενιές. Δεν επέλεξα εγώ το συγκεκριμένο μέσο, εκείνο με διάλεξε. Είμαι περιτριγυρισμένη από χαλιά και υφαντά από τότε που ήμουν παιδί, ο πατέρας μου πάντοτε μιλούσε για την ταπητουργία. Ενώ λοιπόν, τα πρώτα μου έργα ήταν πιο κοντά στην ζωγραφική και την φωτογραφία, παράλληλα εξερευνούσα και την γλυπτική, χρησιμοποιώντας πολλές τεχνικές. Αλλά όταν άρχισα να φτιάχνω χαλιά, σχεδόν τυχαία, βγήκε από μέσα μου μία φυσική τεχννική που προερχόταν από μία άλλη γενιά πάνω στον καμβά.

Πώς θα περιγράφατε τη σχέση σας με τα υλικά σας;

Σχετίζομαι με το υλικό μέσα από την επαφή με το δέρμα μου, δια της αφής. Πιστεύω ότι τα υφάσματα έχουν μεγάλη σημασία, γιατί είναι εύκολο για τους ανθρώπους να σχετιστούν μαζί τους και χρειαζόμαστε τέχνη που να φέρνει το κοινό κοντά της, όχι να το αποξενώνει και να το εμποδίζει να συναισθανθεί ή να κατανοήσει το έργο. Είναι εύκολο να σχετιστεί κανείς με κάτι που θυμίζει το δέρμα μας. Για μένα είναι πολύ σημαντικό αυτό.

Η δουλειά σας αποτελεί ένα αγωνιώδες σχόλιο για την σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον. Πόσο σημαντικό είναι αυτό το θέμα για σας;

Η δουλειά μου δεν αφορά μόνο την φύση, αλλά και την εμπειρική κατανόηση του τρόπου που αλλάζει το τοπίο με το πέρασμα του χρόνου, λόγω της ανθρώπινης παρουσίας. Σκοπός της δουλειάς μου είναι να αλλάξει η ταχύτητα του χρόνου και ο τρόπος που οι άνθρωποι διατρέχουν τον χρόνο. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να προσεγγίσει κανείς τα υφαντά, αυτό είναι που τα κάνει τόσο ισχυρό μέσο. Σε κάθε έργο προσπαθώ να αναπαραστήσω τοπία που μπορούν να αποψιλωθούν ή να εξαφανιστούν με την πρόοδο της ανθρωπότητας. Για παράδειγμα, το έργο ‘Νο Longer Creek’ που παρουσίασα στην Βασιλεία, αφορούσε ένα ρυάκι στην πόλη μου, στο Βόρειο Μπουένος Άιρες που είναι η μοναδική ροή διάφανου νερού που κυλά στο Ρίο Ντε Λα Πλάτα. Δυστυχώς, μία σειρά από ανεύθυνες δημοτικές πολιτικές είχαν ως αποτέλεσμα την καταστροφή της κοίτης του, αλλά χάρη σε συνελεύσεις των κατοίκων και την δουλειά ακτιβιστών, το ρυάκι τελικά σώθηκε. Το συγκεκριμένο έργο δίνει στον θεατή την ευκαιρία να μπει σε μία νεά κατάσταση συνειδητότητητας. Το κοινό αλληλεπιδρά με το χαλί, το αγγίζει, το πατά και είναι μέρος μίας μοναδικής και ανεπανάληπτης στιγμής, η οποία καταγράφεται με κάμερα. Αυτή η σύμπραξη χώρου και υφάσματος αφορά την δυναμική της αλλαγής που συμβαδίζει με τον μετασχηματισμό του αστικού τοπίου. Κατά κάποιον τρόπο, ο θεατής βυθίζεται σε μία άχρονη κατάσταση όπου τα πάντα αρχίζουν ξανά. Προσπάθησα να οπτικοποιήσω το πώς η φύση πασχίζει να επιβιώσει σε ένα εχθρικό περιβάλλον, αποκαθιστώντας το ρυάκι στην φυσική του κατάσταση, πριν την έλευση του ανθρώπου. Έτσι το ρυάκι έρχεται από το παρελθόν στο παρόν και την ίδια στιγμή δημιουργεί μία συνειδηση ως προς το ποιο μπορεί να είναι το μέλλον μας.

Ποιος είναι ο ρόλος της τέχνης στο σύγχρονο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο;
Για μένα η τέχνη αποτελεί ένα εργαλείο που ρίχνει φως σε μία πραγματικότητα. Είναι ένας τρόπος να επικοινωνηθεί κάτι που έχει την δύναμη να επιδράσει σημαντικά στο σώμα και στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε αυτά που μας περιβάλλουν. Είναι μία πολύ προσωπική εντύπωση αυτή, αλλά πιστεύω πραγματικά σ’ αυτό το μέσο διάδοσης πληροφορίας και επαφής με το κοινό. Επιπλέον, με ενδιαφέρει επίσης η καταγραφική λειτουργία της τέχνης, στην προκειμένη περίπτωση, πώς μορεί να καταγράψει τα τοπία που αποψιλώνονται.

Πώς έχει επιδράσει η ελληνική σας καταγωγή στο έργο σας;

Η δουλειά μου έχει να κάνει με την ανίχνευση της παράδοσης και την εκ νέου ανακάλυψή της. Το ότι προέρχομαι από μία ελληνική οικογένεια της Αργεντινής, ήταν πάντοτε πολύ ιδιαίτερο. Χάρη στην δουλειά μου, μπορούσα να κατανοήσω πολλά πράγματα που ανήκουν στην γενετική και πολιτισμική διαδρομή της οικογένειάς μους και νομίζω ότι όσο εξελίσσεται το έργο μου, τόσο περισσότερο θα συνεχίσω να κατανοώ και να μαθαίνω. Σήμερα, για μένα το ότι είμαι Ελληνίδα σημαίνει ότι είμαι προσηλωμένη στα ιδανικά μου, αισθάνομαι δυνατή γι’αυτά. Αλλά καμιά φορά έχει να κάνει με την γεύση ενός ωραίου τζατζικιού και με πολύ ελαιόλαδο.

*Η Τριενάλε της Εθνικής Πινακοθήκης της Βικτώριας εξερευνά την πρωτοπορία στην τέχνη, την τεχνολογία, την αρχιτεκτονική, την ζωγραφική, το σχέδιο μόδας, την ταπητουργία και την γλυπτική, μέσα από το έργο 100 καλλιτεχνών και σχεδιαστών από 32 χώρες. Είναι ανοιχτή – με δωρεάν είσοδο για το κοινό – μέχρι τις 15 Απριλίου. Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφθείτε την ιστοσελίδα: www.ngv.vic.gov.au/exhibition/ngv-triennial