Η απώλεια ακοής είναι μια από τις πιο συνήθεις παθήσεις που παρουσιάζονται ως αποτέλεσμα της γήρανσης. Για την ακρίβεια, το 39% των Αυστραλών άνω των 55 πάσχει σε κάποιο βαθμό από απώλεια ακοής, ενώ το ποσοστό για ηλικίες μεγαλύτερες των 70 ετών, αγγίζει το 70%.

Ποιος είναι, όμως, ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης; Και, κυρίως, πώς μπορούν τόσο ο ασθενής όσο και η οικογένειά του, να αισθάνονται βέβαιοι ότι η αγωγή που συστήνεται -είτε πρόκειται για ακουστικά βοηθήματα, είτε για κάποια άλλη θεραπευτική μέθοδο ή και συνδυασμό των δύο- ανταποκρίνεται στις ανάγκες του ασθενούς;
Με αφορμή το φαινόμενο εκμετάλλευσης στον χώρο των ακουστικών βοηθημάτων που ήρθε πρόσφατα στη δημοσιότητα, ο “Νέος Κόσμος” ζητά από τον ειδικό ακουολόγο Παναγιώτη Αλτίδη, να ξεδιαλύνει μύθους και αλήθειες όσον αφορά τις επιλογές αγωγής στην απώλεια ακοής.

Ο κ. Αλτίδης είναι διευθυντής του κέντρου διάγνωσης και θεραπευτικής αποκατάστασης ακοής Advanced Hearing, μιας ανεξάρτητης οικογενειακής επιχείρησης, που διευθύνει μαζί με τον αδελφό του, Παντελή, με κλινικές σε όλη τη Μελβούρνη. Με την εμπειρία τους στον χώρο να ξεπερνά τα 35 χρόνια, οι δύο συμπάροικοι προσφέρουν εξειδικευμένες υπηρεσίες που απευθύνονται σε όλο το ηλικιακό φάσμα ατόμων με προβλήματα ακοής. Τα ακουστικά βοηθήματα αποτελούν μόλις μία από τις μεθόδους που χρησιμοποιούν, αποσκοπώντας σε μία πορεία θεραπευτικής αποκατάστασης που βασίζεται στις ανάγκες του κάθε ασθενή.

ΑΚΟΥΣΤΙΚΑ ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ: ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΥΓΕΙΑΣ Ή ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΣΥΝΑΛΛΑΓΗ;

Πολλοί από εμάς ίσως θυμούνται ότι τον περασμένο Μάρτιο, οι πάροχοι ακουστικών βοηθημάτων βρέθηκαν στο μικροσκόπιο της Αυστραλιανής Επιτροπής Ανταγωνισμού και Καταναλωτών (ACCC). Η έρευνα της Επιτροπής έφερε στο προσκήνιο το φαινόμενο παραπληροφόρησης και ενίοτε εκμετάλλευσης στον χώρο. Δεν ήταν λίγοι οι συνταξιούχοι που επιβαρύνονταν με περιττό οικονομικό κόστος για ακουστικά που εντέλει δεν τους πρόσφεραν τίποτε παραπάνω από αυτά που δικαιούνταν δωρεάν, ενώ άλλοι κατέληγαν να τα πληρώνουν… “χρυσά”, με τις τιμές που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας να αγγίζουν έως και το αστρονομικό ποσό των $12,000!

Η πηγή του προβλήματος είναι ότι περίπου ένα τρίτο των κέντρων ακουολογίας στην Αυστραλία τελεί υπό την ιδιοκτησία εταιριών κατασκευής ή διάθεσης ακουστικών βοηθημάτων, ενώ σύμφωνα με έρευνα του ABC, πολλοί επαγγελματίες ακόμη και εάν δεν συνεργάζονται άμεσα με εταιρίες κατασκευής, εντούτοις λαμβάνουν προμήθειες και κίνητρα για πώληση συγκεκριμένων ακουστικών σε ασθενείς, κάτι το οποίο, φυσικά, οι τελευταίοι δεν πληροφορούνται…

Πώς ακριβώς, όμως, μπορούν τα ακουστικά βοηθήματα -μια υπηρεσία υγείας στην οποία συνταξιούχοι έχουν πρόσβαση δωρεάν μέσω του “Hearing Services Program” της αυστραλιανής κυβέρνησης- να γίνονται αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής μη συμφέρουσας στον ασθενή;
Όπως μας εξηγεί ο κ. Αλτίδης, πρόκειται για μία τακτική με την οποία οι ασθενείς πείθονται να αγοράσουν άλλα ακουστικά από αυτά που δικαιούνται δωρεάν ή να δαπανήσουν περισσότερα από ό,τι σκόπευαν αρχικά (τακτική γνωστή με την ορολογία “upsell”).

“Ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, υπάρχουν όλο και περισσότερες εταιρίες διάθεσης ακουστικών βοηθημάτων και στοχεύουν κατά κύριο λόγο συνταξιούχους, λόγω του συστήματος ‘voucher'” λέει, αναφερόμενος στο πιστοποιητικό που λαμβάνουν οι συνταξιούχοι μέσω του Hearing Services Program. “Προσελκύουν τους συνταξιούχους μέσω της δωρεάν υπηρεσίας, στη συνέχεια τους λένε ότι αυτό που παρέχεται από την κυβέρνηση δωρεάν μπορεί να μην είναι αρκετά καλό και προσπαθούν να τους πουλήσουν κάτι πιο ακριβό”.

Γι’ αυτό, όπως λέει, το κέντρο Advanced Hearing που διευθύνει, αποστασιοποιείται από την ταύτιση με εταιρίες διάθεσης ακουστικών.
“Το ότι οι κλινικές μας είναι ανεξάρτητες σημαίνει ότι αφενός είμαστε οικογενειακή επιχείρηση, αλλά πρωτίστως ότι είμαστε πάροχοι υπηρεσιών υγείας. Δεν υπάρχει ανάμιξη τρίτων μερών με συμφέρον σε πώληση προϊόντων.

Την ίδια στιγμή, τονίζει πως μέρος της δεοντολογικής τους προσέγγισης είναι να μην προτείνουν ποτέ στον ασθενή ένα ακουστικό βοήθημα που κοστίζει περισσότερο από αυτό που χρειάζεται.
“Οι δύο μεγαλύτερες παρανοήσεις είναι 1) ότι τα δωρεάν ακουστικά δεν είναι καλά και 2) ότι το να πληρώσει κανείς παραπάνω έχει ουσιώδη διαφορά”.
Στην πραγματικότητα, προσθέτει, δεν υπάρχει τίποτε κακό με τα ακουστικά βοηθήματα που επιδοτούνται πλήρως από το κρατικό πρόγραμμα, φτιάχνονται από τους ίδιους κατασκευαστές και η μόνη διαφορά είναι ότι δεν έχουν τόσα επιπρόσθετα χαρακτηριστικά όσο αυτά για τα οποία απαιτείται χρηματική συνεισφορά.
“Δεν σημαίνει απαραίτητα ότι τα επιπρόσθετα χαρακτηριστικά είναι κατάλληλα για τον ασθενή και τις επικοινωνιακές του ανάγκες ούτε ότι προσφέρουν κάτι διαφορετικό.

ΟΛΙΣΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΜΕ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ ΤΟΝ ΑΣΘΕΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Αναγνωρίζοντας ότι τα ακουστικά βοηθήματα είναι μόλις μία από τις διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές για την απώλεια ακοής στην τρίτη ηλικία, οι ειδικοί του κέντρου Advanced Hearing επικεντρώνονται στις επικοινωνιακές ανάγκες του ασθενή, προκειμένου να συστήσουν την κατάλληλη αγωγή.
Σύμφωνα με τον κ. Αλτίδη, η έμφαση στα ακουστικά ως μοναδική λύση είναι λανθασμένη, γιατί υποβαθμίζει πλήθος παραγόντων που επηρεάζουν την αντιμετώπιση της πάθησης από τον άμεσα ενδιαφερόμενο, αλλά και τις επιπτώσεις στην αντίδραση των αγαπημένων του.

“Ο ψυχοσυναισθηματικός αντίκτυπος και οι επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή του ασθενούς που έχει η απώλεια ακοής είναι κάτι που δεν συζητείται συχνά”, επισημαίνει ο κ. Αλτίδης, προσθέτοντας ότι στην πορεία αποκατάστασης είναι αναγκαία και η συμβολή του οικογενειακού περιβάλλοντος.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο το γεγονός πως η απώλεια ακοής τις περισσότερες φορές γίνεται πρώτα αντιληπτή από τους συγγενείς, όταν καταλαβαίνουν ότι χρειάζεται να επαναλαμβάνουν πολλές φορές μέχρι να τους ακούσει το αγαπημένο τους πρόσωπο.

“Ακόμη και όταν τοποθετούμε ακουστικά βοηθήματα, προετοιμάζουμε τον ασθενή για το πώς να τα χρησιμοποιεί προτού βγει στην ευρύτερη κοινότητα και καλούμε την οικογένεια να συμβάλλει, ρωτάμε αν ο αγαπημένος τους εξακολουθεί να έχει πρόβλημα, ρωτάμε τον ασθενή κτλ. Πρόκειται για μια θεραπευτική προσέγγιση που δεν περιστρέφεται γύρω από μία συσκευή, αλλά έχει επίκεντρο τον ασθενή και τον οικογένειά του”.

Στην πρώτη επίσκεψη που πραγματοποιεί ένας συνταξιούχος δωρεάν μέσω του κρατικά επιδοτούμενου προγράμματος, καταγράφεται όχι μόνο το ιατρικό ιστορικό του ασθενούς, αλλά ακολουθεί εμπεριστατωμένη διάγνωση με εξέταση ακοής και ομιλίας με ακουόγραμμα, ενώ στη συνέχεια ο ειδικός συζητά εκτενώς με τον ασθενή για τους επικοινωνιακούς του στόχους.
Ανάμεσα στους ειδικούς που βοηθούν στον σχεδιασμό και την υλοποίηση του κατάλληλου θεραπευτικού προγράμματος, βρίσκονται ακουολόγοι με μεταπτυχιακή εξειδίκευση, παθολόγοι ομιλίας, αλλά ακόμη και κοινωνικοί λειτουργοί ή ψυχολόγοι.

Η πρώτη κλινική συστάθηκε το 1987, ενώ σήμερα λειτουργούν παραρτήματα σε όλη τη Μελβούρνη με ελληνόφωνα μέλη του προσωπικού σε κάθε κλινική.
Όπως μας λέει ο κ. Αλτίδης, στόχος τους είναι να παρέχουν υπηρεσίες υγείας που ανταποκρίνονται στις εξατομικευμένες ανάγκες των ασθενών.

Διευκρινίζει, μάλιστα, ότι ακόμη και ασθενείς που ακολουθούν ήδη αγωγή σε κάποιο κέντρο ακουολογίας και δεν είναι ευχαριστημένοι, μπορούν πάντοτε να ζητήσουν την άμεση αλλαγή του παρόχου τους στο κρατικά επιδοτούμενο πρόγραμμα.
“Είναι δικαίωμα του ασθενούς να μεταφέρει την αγωγή του σε άλλο πάροχο ή να ζητήσει μια δεύτερη γνώμη και αυτό γίνεται χωρίς καν τη μεσολάβηση του οικογενειακού γιατρού (GP).
Πρόκειται για την ελευθερία του ασθενή να έχει πρόσβαση στο είδος της υπηρεσίας που χρειάζεται”.

*Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις κλινικές Advanced Hearing καλέσετε στο 03 9890 2005.