«ΞΕΡΕΙΣ κάτι; Η Ελλάδα πεθαίνει. Πεθαίνουμε σαν λαός. Κάναμε το κύκλο μας. Δεν ξέρω πόσες χιλιάδες χρόνια, ανάμεσα σε σπασμένες πέτρες και αγάλματα, και πεθαίνουμε…

ΑΝ είναι να πεθάνει η Ελλάδα, να πεθάνει γρήγορα! Γιατί η αγωνία κρατά πολύ και κάνει πολύ θόρυβο…»

ΤΑ πιο πάνω προφητικά λόγια του Θόδωρου Αγγελόπουλου ειπώθηκαν με συγκλονιστικό τρόπο από τον ανεπανάληπτο, Θανάση Βέγγο, στην ταινία του μεγάλου σκηνοθέτη μας, «Το βλέμμα του Οδυσσέα», πριν καμιά εικοσαριά χρόνια.

Ο ποιητής του ελληνικού κινηματογράφου (και «ψυχαναλυτής» του συλλογικού μας φαντασιακού) που λάτρευε τη σιωπή και τα χειμωνιάτικα τοπία με ομίχλη, έβλεπε πολύ μακριά.

ΑΥΣΤΗΡΗ προϋπόθεση, βέβαια, για να μπορεί να ανιχνεύει κάποιος το μέλλον, είναι να γνωρίζει το σκεπασμένο από τη σκόνη του χρόνου παρελθόν.

ΚΑΙ ο Θόδωρος Αγγελόπουλος ήταν προικισμένος ιχνηλάτης. Η ομίχλη, αντί για εμπόδιο, ήταν το μέσον που τον βοηθούσε να βλέπει καθαρά, εκεί που οι άλλοι δεν μπορούν να διακρίνουν ούτε τη… μύτη τους.

ΤΑΓΜΕΝΟΣ στην Αριστερά, έζησε στο πετσί του τον μετεμφυλιακό Γολγοθά της Ελλάδας και αποτύπωσε αριστουργηματικά στην οθόνη τις τραυματικές εμπειρίες του λαού μας, ο οποίος στην κυριολεξία διώχθηκε γιατί αντιστάθηκε.

ΣΤΗΝ τελευταία του συνέντευξη στην ΕΡΤ, αναφερόμενος στην κρίση (την τελευταία πράξη της συνεχιζόμενης Νεοελληνικής τραγωδίας), αφού δήλωσε «συγχυσμένος αριστερός», πρόσθεσε ότι μόνο μια «πολιτιστική επίθεση» μπορεί να δώσει στην πατρίδα τον απαραίτητο βηματισμό που θα τη βοηθήσει να ξεπεράσει τη κρίση.

ΕΧΟΝΤΑΣ μεθοδικά κάνει ο ίδιος πράξη την πιο πάνω παρότρυνση, καθ’ όλη τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του ζωής, είχε αντιληφθεί τα ανεκμετάλλευτα πολιτιστικά μας αποθέματα, που συνοδεύουν τους λαούς με ρίζες στο μακρινό παρελθόν.

Η σύγχρονη όμως Ελλάδα, ή Ελλάδα των ημερών του (και των ημερών μας), ακολούθησε τον ακριβώς αντίθετο δρόμο.

ΤΟ δρόμο της προχειρότητας, του βολέματος και του εύκολου (και ανήθικου) πλουτισμού με κάθε μέσον.

Ο Αγγελόπουλος, που βραβεύτηκε και αναγνωρίστηκε για την προσφορά του στον παγκόσμιο κινηματόγραφο, από τους κορυφαίους της έβδομης τέχνης σε όλο τον πλανήτη, περιφρονήθηκε στην ίδια του τη χώρα.

ΤΗ στιγμή που ο Ακίρα Κουροσάβα και ο Μπρενσόν του έβγαζαν το καπέλο, οι δικοί μας άσχετοι τον χλεύαζαν και τον λοιδορούσαν, επιστρατεύοντας ως επιχείρημά τους, ότι οι ταινίες του… έκοβαν ελάχιστα εισιτήρια!

ΤΑ ίδια αναμάσησαν και μετά τον θάνατό του οι λάτρεις των στατιστικών που μετρούν τα πάντα σε ποσότητες και με οικονομικούς όρους.

ΤΟ ότι ελάχιστοι (συγκριτικά) συμπατριώτες μας έβλεπαν τις ταινίες του είναι αλήθεια. Τη στιγμή που ο «Supermen» έκοβε ένα εκατομμύριο εισιτήρια, τις ταινίες του Αγγελόπουλου έβλεπαν δυο-τρεις χιλιάδες.

Η ποσοτικοποίηση των πάντων (συμπεριλαμβανομένης και της τέχνης) είναι καπιταλιστικό εφεύρημα, που πήρε διαστάσεις λατρείας στην Αμερική πριν γίνει «κτήμα» και του υπόλοιπου κόσμου.

ΑΝ για παράδειγμα είχε εισαχθεί η ποίηση στο χρηματιστήριο σίγουρα οι «μετοχές» της θα έμεναν απούλητες.

ΥΠΑΡΧΕΙ, όμως, άνθρωπος που να μπορεί να διανοηθεί έναν κόσμο χωρίς ποίηση; Όχι, βέβαια, γιατί στην ποίηση (την κορυφαία καλλιτεχνική δημιουργία) οφείλουμε αυτό που είμαστε.

Η τέχνη και, κατ’ επέκταση, η ποίηση, συμπληρώνει (και ερμηνεύει) όλα αυτά που διαφεύγουν του ορθολογισμού και των επιστημών. Και ο Αγγελόπουλος θα περάσει στην ιστορία σαν ένας από τους μεγάλους ποιητές της έβδομης τέχνης.

ΓΙΑ τον ελληνικό κινηματογράφο σίγουρα είναι ό,τι και ο Αντρέι Ταρκόφσκι για τον ρωσικό. Η σιωπή (και τα μεγάλα σε διάρκεια πλάνα) ήταν και των δύο οι κινηματογραφικές μούσες.

ΘΑ ήταν παράλειψη να μην αναφέρω ότι, με ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου έκανε το πρώτο μετέωρο βήμα του, (στο πρώτο Φεστιβάλ «Αντίποδες» το 1987) και το Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματόγραφου, που σήμερα έχει καθιερωθεί με επιτυχία σε ολόκληρη την Αυστραλία.

ΜΙΑ ελληνική ταινία προβλήθηκε όλη και όλη τότε και αυτή ήταν ο «Μεγαλέξανδρος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου.

ΚΑΜΙΑ δεκαπενταριά άτομα (όλα και όλα!) παραβρέθηκαν στην προβολή και οι μισοί σχεδόν έφυγαν από τη μέση!

Η αναφορά μου σήμερα στον Αγγελόπουλο γίνεται και για έναν ακόμα λόγο. Γιατί ήταν έτοιμος να παρευρεθεί και να μιλήσει για τον κινηματογράφο και τις ταινίες του στο ειδικό αφιέρωμα του έργου του που οργανώνει το Φεστιβάλ «Αντίποδες» και θα λάβει χώρα στο τέλος Μάιου.

ΕΙΧΕ δεχτεί με χαρά την πρόσκληση (και την τιμή) και είχε απαντήσει και γραπτά στην Κοινότητα (αποδεχόμενος την πρόσκληση), όπως μου είπε ο πρόεδρος του οργανισμού, Βασίλης Παπαστεργιάδης.

Ο Βασίλης (όπως βλέπετε και στη σχετική φωτογραφία που δημοσιεύω) είχε συναντηθεί στην Αθήνα με τον Αγγελόπουλο το 1996, προκειμένου να τον προσκαλέσει να παραβρεθεί στα εγκαίνια του Φεστιβάλ.

ΕΜΠΟΔΙΟ στο να έλθει τότε στάθηκαν τα γυρίσματα μιας ταινίας του, ενώ αυτή τη φορά, εμπόδιο στάθηκε ο τραγικός θάνατός του στην έξοδο ενός σκοτεινού τούνελ της Δραπετσώνας.

ΠΟΛΛΑ θα μπορούσα να γράψω ακόμα για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, αλλά θα αρκεστώ σε μια φράση του, επίσης «συγχυσμένου αριστερού», Ιταλού σκηνοθέτη, Πιερ Πάολο Παζολίνι, ο οποίος στο βιβλίο του «Τα κουρσάρικα γραπτά» γράφει:

«Η ζωή των ανθρώπων είναι σαν τις κινηματογραφικές ταινίες. Πρέπει να δεις το τέλος τους για να τους κρίνεις».

ΣΥΝΕΠΩΣ, μπορούμε πλέον με βεβαιότητα να αποφανθούμε ότι ο Θόδωρος Αγγελόπουλος υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους δημιουργούς της σύγχρονης Ελλάδας.

ΕΥΚΑΙΡΙΑ, λοιπόν, να δούμε τις ταινίες του στο αφιέρωμα που προετοιμάζει η Ελληνική Κοινότητα, να τον γνωρίσουμε καλύτερα και να τον τιμήσουμε δεόντως έστω και μετά το θάνατό του.

ΑΛΛΩΣΤΕ, έτσι συμβαίνει πάντα με τους ιδιαίτερους και (πολύ) μεγάλους. Ο θάνατος είναι αυτός που τους δικαιώνει και τους χαρίζει την αιωνιότητα και μία (επιπλέον) μέρα. Να είστε καλά και γεια χαρά.