Πώς το κρασί μετατρέπει τους τουρίστες σε πρεσβευτές της Ελλάδας

Η καθηγήτρια Τουριστικών Επαγγελμάτων Μαριάννα Σιγάλα, εξηγεί πώς ο οινοτουρισμός αποτελεί όχημα για την βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας

Η Μαριάννα Σιγάλα έχει πάθος με το κρασί. Αυτό εν μέρει οφείλεται στην καταγωγή της – είναι από την Σαντορίνη, μία από τις κατεξοχήν οινοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας. Αλλά αυτόν τον καιρό, το πάθος της συνδέεται περισσότερο με την επαγγελματική της ενασχόληση και την δουλειά της ως καθηγήτριας Τουριστικών Επαγγελμάτων και Διευθύντριας του Κέντρου Τουρισμού και Διαχείρισης Ελεύθερου Χρόνου (Centre of Tourism & Leisure Management – CTLM) της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Νότιας Αυστραλίας. Ως ειδική σ’ αυτόν τον τομέα, θεωρεί ότι το κρασί είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα επιχειρηματικότητας που μπορεί να δημιουργήσει ευκαιρίες για την οικονομία της Ελλάδας.

Την Πέμπτη, 10 Μαΐου, η Δρ. Σιγάλα θα δώσει μία διάλεξη στο Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού της Κοινότητας Μελβούρνης με τίτλο “Συνέργειες οίνου και τουρισμού: μετατρέποντας τους πότες κρασιού σε πρέσβεις του ελληνικού τουρισμού”.

“Οι επιχειρήσεις οινοτουρισμού και οι οινικοί προορισμοί μπορούν να βελτιώσουν το προϊόν που προσφέρουν και να καταφέρουν βιώσιμη ανάπτυξη, με καλά οικονομικά, κοινωνικο-πολιτιστικά και περιβαλλοντικά αποτελέσματα”, λέει η ίδια, “εντάσσοντας στοιχεία ποιοτικής εμπιστοσύνης και πολιτιστικά στοιχεία στην εμπειρία του κρασιού”. Αυτό είναι κάτι που οι Έλληνες οινοπαραγωγοί κάνουν εδώ και αρκετό καιρό, επενδύοντας στις βιοκαλλιέργειες και σε πρακτικές βιώσιμης καλλιέργειας που προσθέτουν στην συνολική ποιότητα του προϊόντος και χαρίζουν στο Ελληνικό κρασί χαρακτηριστικά που το καθιστούν ανταγωνιστικό. “Υπάρχουν πολλά οινοποιία που έχουν εφαρμόσει πρακτικές και επιστημονικές τεχνικές για να δημιουργήσουν βραβευμένα κρασιά υψηλής ποιότητας,” τονίζει. Όσο για τα πολιτιστικά στοιχεία, αυτά προκύπτουν από την σύνδεση του κρασιού με όλες τις ιστορίες που συνδέονται με την παραγωγή του και που μπορούν να ενταχθούν σε μία εμπειρία γευσιγνωσίας. “Μπορεί να είναι ιστορίες από την οικογενειακή παράδοση του κρασιού, τις τεχνικές που χρησιμοποιούν οι ντόπιοι παραγωγοί ή ιστορικά στοιχεία, οτιδήποτε μπορεί να εντάξει το κρασί στην πολιτιστική κληρονομιά”.

Σ’ αυτόν τον τομέα η Ελλάδα έχει σαφώς το συγκριτικό πλεονέκτημα. “Άλλες οινοπαραγωγικές χώρες προσπαθούν να δημιουργήσουν ιστορίες γύρω από το κρασί τους” τονίζει η Δρ. Σιγάλα. “Εμείς τις έχουμε ήδη εκεί. Έχουμε μία οινολογική ιστορία που πηγαίνει πολύ πίσω, φτάνοντας μέχρι την Αρχαία Μυθολογία. Το κρασί είναι ενσωματωμένο στον ελληνικό πολιτισμό, είτε για θρησκευτικούς σκοπούς είτε για κοινωνικούς σκοπούς και οικογενειακές γιορτές. Αυτά είναι στοιχεία πάνω στα οποία μπορούμε να χτίσουμε”.

ΟΙΝΟΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ 

Η ίδια φέρνει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση του Αριούσιου, ενός οινοποιίου στην Χίο που αναβίωσε την χαρακτηριστική τοπική ποικιλία που είχε εξαφανιστεί για αιώνες. “Έχουν μετατρέψει το οινοποιίο τους σε έναν χώρο που προσφέρει εμπειρία οικογενειακών παραδόσεων. Ο επισκέπτης που πηγαίνει εκεί και δοκιμάζει το κρασί, μαθαίνει τόσες ιστορίες για τον τόπο, τις τεχνικές, τα εργαλεία και το πώς το κρασί προσφερόταν στις σπονδές προς τους Θεούς που με την σειρά του τις μεταφέρει όταν επιστρέψει στον τόπο του και γίνεται έτσι πρεσβευτής του ελληνικού πολιτισμού”.

Αυτού του είδους το επιχειρηματικό πνεύμα είναι που χρειάζεται η Ελλάδα αυτήν την στιγμή. “Πρέπει να βρούμε τρόπο να διαφοροποιηθούμε από τους άλλους, να τους δώσουμε έναν λόγο να πάνε στην Χίο ή σε όποιο άλλο μέρος είναι διαφορετικό από τα άλλα” εξηγεί η Δρ. Σιγάλα, τονίζοντας ότι ο στόχος για την Ελλάδα είναι να προσελκύσει τουρισμό υψηλής ποιότητας. “Η πλειοψηφία των ταξιδιωτών και των οινόφιλων δεν ενδιαφέρονται απλώς να πιούνε, αλλά να συνδυάσουν την ηδονιστική πλευρά με την προσωπική ανάπτυξη. Θέλουν να πάνε κάπου που θα νιώσουν καλά οι ίδιοι ως πολίτες του κόσμου, ότι συνεισφέρουν στην τοπική κοινωνία, μαθαίνουν κάτι καινούριο, βελτιώνονται οι ίδιοι”.
Αυτού του είδους οι τουρίστες θα πρέπει να βάλουν και την Αιγιαλεία στον χάρτη των προορισμών τους. Η περιοχή της βορειοδυτικής Πελοποννήσου φιλοξενεί εδώ και μερικά χρόνια ένα υποδειγματικό φεστιβάλ οινοτουρισμού, τα “Οινοξένεια”, στα τέλη του Αυγούστου. “Το ίδιο το όνομα αποτελεί συνδυασμό των λέξεων ‘οίνος’ και ‘φιλοξενία’ και συμβολίζει ακριβώς αυτό που προσπαθούν να πετύχουν”, λέει η κ. Σιγάλα. “Πρόκειται για ένα βραβευμένο φεστιβάλ που αξιοποιεί το κρασί ως συνδετικό κρίκο, ως εργαλείο που φέρνει κοντά πολλούς κλάδους που πραγματοποιούν συνέργειες και παρουσιάζουν την Ελλάδα ως φιλόξενο προορισμό για τουρίστες που ζουν από κοντά τις τοπικές κοινωνίες. Υπάρχουν καλλιτέχνες που ζωγραφίζουν τους αμπελώνες στην διάρκεια διαφόρων εποχών του χρόνου, υπάρχουν εκδηλώσεις μαγειρικής και γευσιγνωσίας, έχουν καταφέρει να βάλουν την Αιγιαλεία στον χάρτη ως τουριστικό προορισμό και ως οινικό προορισμό και οι τουρίστες γίνονται κι αυτοί πρεσβευτές της Αιγιαλείας”.

Η Μαριάννα Σιγάλα, Διευθύντρια του Κέντρου Τουρισμού και Διαχείρισης Ελεύθερου Χρόνου της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Νότιας Αυστραλίας.

Η ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΑΡΙΘΜΩΝ ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ

Αυτού του είδους οι δράσεις αποκαλύπτουν την νοοτροπία που επικρατεί στον τουριστικό κλάδο της Ελλάδας.

“Ο τουριστικός κλάδος γνωρίζει ότι πρέπει να πουλήσει ένα διαφορετικό προϊόν από το τρίπτυχο ‘ήλιος-θάλασσα-σεξ’ του παρελθόντος”, τονίζει η κ. Σιγάλα. “Αυτό είναι γνωστό.”

Ωστόσο, οι ανακοινώσεις που βγαίνουν τα τελευταία χρόνια από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης, εστιάζονται κυρίως στην αύξηση του αριθμού των επισκεπτών και όχι σε ποιοτικά χαρακτηριστικά. “Οι πολιτικοί έχουν απεγνωσμένη ανάγκη από τέτοια νούμερα και τους είναι πολύ εύκολο να παρουσιάσουν ως δική τους επιτυχία την αύξηση του αριθμού των τουριστών, αλλά δεν εξηγούν γιατί έχουμε αύξηση. Αυτό συμβαίνει γιατί η Τουρκία αντιμετωπίζει προβλήματα και η Ελλάδα παίρνει μόνο ένα μικρό κομμάτι των τουριστών που θα πήγαιναν στην Τουρκία, την μερίδα του λέοντος παίρνουν προορισμοί όπως η Κροατία και η Βουλγαρία. Εκείνοι έχουν αύξηση της τάξης του 100% ή του 200% ενώ η Ελλάδα έχει 5% ή 10%. Αλλά ο σημαντικότερος αριθμός που αγνοούν οι πολιτικοί αφορά τα ποσά που δαπανούν οι τουρίστες κατά κεφαλήν. Αν ρωτήσετε επαγγελματίες του κλάδου, δεν είναι ευχαριστημένοι, γιατί οι τουρίστες που πηγαίνουν στην Ελλάδα ξοδεύουν όλο και λιγότερα χρήματα. Θέλουμε λοιπόν να προσελκύσουμε τουρίστες που μένουν σε ξενοδοχεία, τρώνε στα τοπικά εστιατόρια, πηγαίνουν στα μουσεία, γιατί αυτό τους συνδέει με έναν πολιτισμό και η ίδια η επικοινωνία των τουριστικών φορέων επικεντρώνεται σ’ αυτήν την εμπειρία”.

Για την ίδια, όλα τα προβλήματα του ελληνικού τουρισμού και της ελληνικής οικονομίας είναι αλληλένδετα. “Η Ελλάδα δεν πέρασε ποτέ από βιομηχανική επανάσταση. Δεν είχαμε ποτέ βαριά βιομηχανία, περάσαμε από την αγροτική οικονομία κατευθείαν στην παροχή υπηρεσιών – τράπεζες, ναυτιλία και τουρισμό. Η αγροτική μας οικονομία καταστράφηκε για πολιτικούς λόγους, με τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πήραμε τα χρήματα, αλλά ήμασταν κοντόφθαλμοι, δεν σκεφτήκαμε το επόμενο βήμα. Όσο για την ναυτιλία, δεν φέρνει έσοδα στην Ελλάδα, αλλά στην Λιβερία, τον Παναμά και τις άλλες χώρες που έχουν φορολογική έδρα οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις. Οπότε το μόνο που μένει είναι ο τουρισμός. Αλλά αν θέλεις να έχεις υγιή τουριστικό κλάδο, πρέπει να έχεις και άλλους κλάδους που στηρίζουν τον τουρισμό. Δεν μπορώ να φανταστώ μία βιώσιμη οικονομία, στην οποία μπορεί να πηγαίνει κάποιος σε ένα ξενοδοχείο στην Ελλάδα και το προσωπικό είναι από την Ανατολική Ευρώπη και την Ρωσία, του σερβίρουν ντομάτες από την Τουρκία και λευκό τυρί Ολλανδίας ενώ τα έπιπλα είναι από το ΙΚΕΑ,” λέει η καθηγήτρια. “Αυτό σημαίνει ότι αν κάποιος δίνει 100 δολαρια για να μείνει στην Ελλάδα, περίπου 10 από αυτά πηγαίνουν στην ελληνική οικονομία, γιατί δεν υπάρχουν άλλοι τοπικοί κλάδοι για να απορροφήσουν τα υπόλοιπα χρήματα. Αυτό δεν είναι κάτι νέο, συμβαίνει εδώ και δεκαετίες”, γελάει. “Οπότε, αν θέλουμε να έχουμε μία βιώσιμη οικονομία, θα πρέπει να αναβιώσουμε τον αγροτικό τομέα, ώστε να διασφαλίσουμε ότι θα παράγεται αρκετή φέτα για να καλύψει τις ανάγκες μερικών εκατομμυρίων τουριστών, ότι η τιμή της φέτας θα είναι ανταγωνιστική με το λευκό τυρί Ολλανδίας και επίσης να πείσουμε και τους ξενοδόχους να την προτιμήσουν. Πρέπει επίσης να έχουμε επιπλοποιούς να φτιάξουν έπιπλα για τα ξενοδοχεία μας και αρκετούς ντόπιους που να θέλουν να κυνηγήσουν μία καριέρα στα τουριστικά επαγγέλματα, ώστε να μην χρειάζεται να μεταναστεύσουν. Έτσι μόνο θα λειτουργήσει το σύστημα”.

Η διάλεξη της καθηγήτριας Τουριστικών Επαγγελμάτων με θέμα “Synergizing wine and tourism: converting wine drinkers to Greek tourism ambassadors” , θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη, 10 Μαΐου στις 7μμ., στον ημιόροφο του Κέντρου Σύγχρονου Ελληνικού Πολιτισμού της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης (168 Lonsdale Street).