Πόσες χειραψίες αντέχει ένας άνθρωπος σε μία ημέρα; Πόση ψιλή κουβέντα μπορεί να ανεχθεί; Πόσα ευφυολογήματα μπορεί να ξεθάψει για να μην κολλήσει στα «χαίρω πολύ»; Ποιο είναι το σημείο βρασμού που σπάει το καπάκι της ατσάλινης χύτρας του πρωτοκόλλου; «Είναι ένας… επαγγελματίας, που όμως δεν λέει τίποτα δίχως να το εννοεί. Είναι ένας ειλικρινής άνθρωπος». Αυτή ήταν ατάκα από τα χείλη πριγκιπικής πηγής, όταν ακολουθούσα τον πρίγκιπα Κάρολο στην αττική περιοδεία του την περασμένη Πέμπτη. Ενας επαγγελματίας της χειραψίας, της ψιλής κουβέντας, του αστείρευτου ευφυολογήματος, της άνεσης να συνομιλεί χωρίς «μα και μου» σε οποιοδήποτε επίπεδο. Είναι μεγάλη τέχνη η ανοχή (και αντοχή) τέτοιων ανθρώπων, που, το πιθανότερο, δεν θα ξανασυναντήσεις στη ζωή σου.

Οι συνταγματικές μοναρχίες είναι κάτι σαν παραδόσεις που πηγαινοέρχονται ανά την υφήλιο και κάνουν χειραψίες – όταν, βέβαια, δεν είναι βελγικού τύπου, που ακόμη και σήμερα θεωρείται ο ενωτικός κρίκος μεταξύ Βαλλόνων και Φλαμανδών, που σε άλλη περίπτωση θα είχαν γίνει ένα έθνος Κάιν και Αβελ, όπως μου εκμυστηρεύθηκε τις προάλλες υπάλληλος της πρεσβείας του Βελγίου. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι φορείς του μεγαλείου ενός έθνους, θεματοφύλακες της συνέχειας ενός κράτους που αποτελείται από πολλά έθνη – ενίοτε και αποικίες. Κι εφόσον δεν έχουν (σχεδόν) καμία εξουσία, οι γαλαζοαίματοι είναι απλώς πρεσβευτές μιας μακραίωνης παράδοσης, αποπνέουν τον σεβασμό μιας δυναστείας που κρατά το βασίλειο ενωμένο, σαν από συνήθεια, σαν να μη γίνεται αλλιώς. Εξάλλου, για τον μέσο Βρετανό, επί παραδείγματι, η κατάργηση της μοναρχίας δεν αποτελεί πεδίο συζήτησης.

Θέλει, όμως, ταλέντο να μπορείς να χαιρετάς, να μην κάνεις συζητήσεις που ξεπερνούν το λεγόμενο πρώτο επίπεδο, να μην παίρνεις θέση, να ζεις με πρωτόκολλο, να είσαι προσεκτικός, να πρέπει κάθε μέρα να ξυπνήσεις την ίδια ώρα, να κάνεις όλες τις δουλειές σου με αυστηρό προγραμματισμό και να καταφέρνεις, τελικά, να επιστρέφεις το βράδυ στο κρεβάτι σου χωρίς το βάρος της προτεσταντικής ενοχής «πώς φάνηκα σήμερα χρήσιμος στην κοινωνία;». Οταν ρώτησα βετεράνο δημοσιογράφο τι θα μπορούσα να ρωτήσω τον υψηλό προσκεκλημένο αν κατάφερνα να τον πλησιάσω, μου απάντησε: «Ο,τι και να τον ρωτήσεις, εκείνος θα σου πει αυτά που έχει στο μυαλό του».

Ο πρίγκιπας Κάρολος –η αναφορά μόνον για λόγους επικαιρότητας– είναι ένας ταλαντούχος άνθρωπος – μορφωμένος, σίγουρος, δυναμικός, μια προσωπικότητα «από τα παλιά». Πέρασα σχεδόν μία ολόκληρη μέρα ακολουθώντας τον δίχως να νιώσω ούτε στιγμή ότι πλήττει, ότι δεν θέλει άλλο, ότι «φτάνει τόσο, θέλω να πάω σπίτι μου». Δεν τον μακαρίζω. Θαυμάζω, όμως, τις αντοχές των ανθρώπων να περνούν ώρες, δίχως, τελικά, να μένει τίποτα από αυτές.

Είναι υψηλή τέχνη η ψιλή κουβέντα, θέλει ταλέντο η χειραψία. Θέλει να έχεις πει ένα μεγάλο, ατέρμον παραμύθι στον εαυτό σου. Ισως και στους άλλους.