Στις 19 Απριλίου 2018 από τη στήλη αυτή αναφέρθηκα στην απαρχή ενός εμπορικού πολέμου μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (ΗΠΑ) και της Κίνας.

Αφορμή για τον εμπορικό εκείνον πόλεμο ήταν η ανακοίνωση του Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, την 1η Μαρτίου 2018 ότι είχε αποφασίσει να αυξήσει τους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμίνιου κατά 25% και 10% αντίστοιχα, για να αναζωογονήσει τη βιομηχανία των δύο αυτών μεταλλευμάτων στη χώρα του.

Παρά το γεγονός ότι κάποιες ημέρες αργότερα οι ΗΠΑ και η Κίνα είχαν ανακοινώσει μια προσωρινή λύση στη διαμάχη τους, και άφησαν να εννοηθεί ότι αποκλιμακώνεται η ένταση, λίγες εβδομάδες αργότερα οι ΗΠΑ δημοσιοποίησαν έναν κατάλογο με κινεζικά προϊόντα αξίας 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων που θα υπόκεινται σε δασμούς 25%.

Παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ με την Κίνα για τους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμίνιου, οι ΗΠΑ είχαν ανακοινώσει πως από τους επιπρόσθετους δασμούς στα δύο αυτά προϊόντα θα εξαιρούνταν, τουλάχιστον προσωρινά, ο Καναδάς, η Αργεντινή, το Μεξικό, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Αυστραλία, η Αργεντινή, η Βραζιλία και η Νότια Κορέα.

Πρόσφατα όμως οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν πως οι νέοι δασμοί για τα εν λόγω μεταλλεύματα θα ισχύουν και στις εισαγωγές από τα προαναφερθέντα κράτη.

Η αντίδραση της ΕΕ στην ανακοίνωση εκείνη υπήρξε έντονη, και ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, Πρόεδρος της ΕΕ, δήλωσε πως πρόκειται για καθαρό προστατευτισμό, και τόνισε πως τα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν επιθυμούν εμπορικούς πολέμους, στους οποίους δεν υπάρχουν νικητές. Παράλληλα προειδοποίησε τις ΗΠΑ πως η ΕΕ θα προσφύγει, μαζί με άλλες χώρες, στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου σε περίπτωση που δεν εξαιρεθεί από τους εν λόγω δασμούς.

Επιπρόσθετα, η ΕΕ ανακοίνωσε πως εξετάζει αντίμετρα που θα επιβάλουν δασμούς 25% σε εισαγόμενα προϊόντα από τις ΗΠΑ αξίας 2,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, ούτως ώστε να εξισορροπηθεί το εμπορικό ισοζύγιο με τις ΗΠΑ.

Ο Πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, υποστήριξε με σθένος ότι οι μονομερείς κυρώσεις και οι απειλές για εμπορικό πόλεμο δεν πρόκειται να δώσουν λύσεις στις ανισορροπίες του παγκόσμιου εμπορίου. Παράλληλα τόνισε ότι η επιβολή των δασμών θα χαρίσει νίκη σε εκείνους που επιθυμούν χαμηλή ανάπτυξη, και σε εκείνους που δεν νομίζουν ότι μπορούμε να αναπτύξουμε τις οικονομίες σε όλο τον κόσμο.

Από τη δική της πλευρά η Καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, δήλωσε ότι η ΕΕ θα απαντήσει με τον δικό της, αποφασιστικό και ενιαίο τρόπο, στους αμερικανικούς δασμούς σε χάλυβα και αλουμίνιο, καθότι οι δασμοί που προτίθεται να επιβάλει ο Ντόναλντ Τραμπ αντίκεινται στους κανονισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

ΟΙ ΗΠΑ ΣΕ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΑΛΛΑ 6 ΜΕΛΗ ΤΗΣ G7

Το ζήτημα των δασμών ήταν ένα από τα κύρια θέματα που συζητήθηκαν στη σύνοδο κορυφής της G7 που έλαβε χώρα στην πόλη Λα Μαλμπέ του Καναδά στα τέλη της περασμένης εβδομάδας μεταξύ των ηγετών των 7 κρατών που απαρτίζουν την G7 (ΗΠΑ, Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία και Καναδάς).

Κατά τη διάρκεια της συνόδου οι ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι πρόβαλαν έντονα τα δικά τους συμφέροντα, έδειξαν ότι συμβιβάζονται με τις απόψεις των άλλων κρατών, γεγονός που οδήγησε στη σύνταξη του σχετικού ανακοινωθέντος.

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είχε αναχωρήσει λίγο πριν από την κοινοποίηση του ανακοινωθέντος, καθότι είχε προγραμματισμένη συνάντηση με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας.

Όμως, αν και η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ κατά την απουσία του είχε εγκρίνει το σχετικό ανακοινωθέν στο οποίο είχε καταλήξει η συνάντηση της G7, ομολογουμένως έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις, ο Ντόναλντ Τραμπ, από το αεροπλάνο που τον μετέφερε στη συνάντηση με τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας, έδωσε εντολή στους εκπροσώπους του να μην υπογράψουν το τελικό ανακοινωθέν.

Σαν να μην έφτανε αυτή η απροσδόκητη απόφαση του Προέδρου των ΗΠΑ, απείλησε και με υψηλούς τελωνειακούς δασμούς τα άλλα μέλη της G7. Για να δικαιολογήσει αυτήν την απροσδόκητη απάντησή του, ο Ν. Τραμπ επικαλέστηκε κάποιες δηλώσεις του Τζάστιν Τριντό, Πρωθυπουργού του Καναδά, ο οποίος ανέφερε πως η χώρα του πλήττεται, όπως και η Ευρώπη και ο υπόλοιπος κόσμος, από νέους αμερικανικούς τελωνειακούς δασμούς στον χάλυβα και στο αλουμίνιο, και χαρακτήρισε τους δασμούς αυτούς ως «προσβλητικούς» ενόψει των σχέσεων μεταξύ των ΗΠΑ και του Καναδά. Παράλληλα ανέφερε πως, όπως και η ΕΕ, τον Ιούλιο ο Καναδάς θα ανακοινώσει τα δικά του αντίποινα στους δασμούς.

Δεδομένου ότι ο Ν. Τραμπ είχε χαρακτηρίσει τον Τζάστιν Τριντό ‘ανέντιμο και αδύναμο’, ενώ την παραμονή του συνεδρίου είχε πει πως οι διμερείς σχέσεις των δύο χωρών δεν ήταν ποτέ στην ιστορία τόσο καλές όσο τώρα, ο Τζάστιν Τριντό έκλεισε τα σχόλιά του ως ακολούθως: «Οι Καναδοί είναι ευγενείς, είμαστε λογικοί, όμως δεν θα αφήσουμε να μας πιέζουν».

Μεγάλο αντίκτυπο στη Γερμανία και στη Γαλλία, αλλά και στην Ιαπωνία, είχε η δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι οι δασμοί δεν θα περιορισθούν στον χάλυβα και στο αλουμίνιο, αλλά θα επεκταθούν και σε αυτοκίνητα που εισάγονται στις ΗΠΑ από τις εν λόγω χώρες. Πρόκειται για έναν τομέα εισαγωγών που έχει πολύ μεγαλύτερο βάρος από ότι τα δύο μέταλλα που πλήττονταν μέχρι τώρα από τους δασμούς.

Οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη αγορά ευρωπαϊκών αυτοκινήτων. Η Γερμανία ανησυχεί ιδιαίτερα καθότι τα αυτοκίνητα αντιπροσωπεύουν σε αξία το ένα τέταρτο του συνόλου των εξαγωγών της χώρας προς τις ΗΠΑ. Ένας από τους συμβούλους του Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε πως η Γερμανία εξάγει στις ΗΠΑ τρεις φορές περισσότερα αυτοκίνητα από ότι εισάγει από τις ΗΠΑ.

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει συχνά διαμαρτυρηθεί πως βλέπει υπερβολικά πολλές Mercedes στη Νέα Υόρκη, αλλά όχι αρκετά αμερικανικά αυτοκίνητα στους ευρωπαϊκούς δρόμους.

Στο επίκεντρο του τελικού ανακοινωθέντος της G7 βρίσκεται η ακόλουθη δήλωση: «Τονίζουμε τον κρίσιμο ρόλο ενός διεθνούς εμπορικού συστήματος που βασίζεται σε κανόνες και συνεχίζουμε να πολεμάμε τον προστατευτισμό».

Σίγουρα με τον όρο ‘προστατευτισμό’ η πλειονότητα των μελών της G7 εννοεί τους δασμούς που ο Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμίνιου.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι και στις ΗΠΑ υπήρξαν αντιδράσεις για την πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ αναφορικά με τους δασμούς. Στελέχη του Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου δήλωσαν ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις που κάνουν δουλειές στην Ευρώπη είναι αντίθετες με την επιβολή των δασμών, και ότι ανησυχούν πολύ για τη ζημιά που θα υποστούν από τη διαμάχη, αλλά και για τις επιπτώσεις στις θέσεις εργασίας και στις επενδύσεις στις ΗΠΑ.

Ήδη, Αμερικανοί επενδυτές άρχισαν να πωλούν μετοχές εταιρειών που η παραγωγή τους στηρίζεται στον χάλυβα και στο αλουμίνιο. Επίσης ζημιές σημειώνουν στα αμερικανικά χρηματιστήρια και οι εταιρείες που αναμένεται να επηρεαστούν από τις επικείμενες αυξήσεις που η ΕΕ θα επιβάλει στους δασμούς για εισαγόμενα προϊόντα τροφίμων από τις ΗΠΑ.

Έντονη κριτική δέχεται ο Ντόναλντ Τραμπ και από σημαντικούς επιχειρηματίες της χώρας του, σύμφωνα με δημοσίευμα στην αθηναϊκή εφημερίδα Το Βήμα (10/6/18) με τίτλο «Οι αδελφοί Κοχ κήρυξαν τον πόλεμο στον Ντόναλντ Τραμπ», όπως διαπιστώνουμε από το ακόλουθο απόσπασμα: «Εκατομμύρια δολάρια αποφάσισαν να επενδύσουν δύο από τους μεγαλύτερους και πλουσιότερους επιχειρηματίες των ΗΠΑ για να ανασχέσουν τον προστατευτισμό του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, λίγες ημέρες μετά την εφαρμογή της απόφασης για δασμολόγηση των εισαγωγών χάλυβα και αλουμινίου από την ΕΕ, τον Καναδά και το Μεξικό. Πρόκειται για τους δισεκατομμυριούχους αδελφούς Τσαρλς και Ντέιβιντ Κοχ, οι οποίοι υπολογίζουν ότι θα έχουν πολλαπλάσια οφέλη από τη μη δασμολόγηση εισαγομένων προϊόντων από την Ουάσιγκτον».

Σύμφωνα με διεθνείς σχολιαστές η σύνοδος της G7 στον Καναδά ήταν από τις πιο δύσκολες στην ιστορία του θεσμού, καθώς οι ΗΠΑ βρέθηκαν αντιμέτωπες με τις άλλες έξι χώρες αναφορικά με την επιβολή δασμών στο διεθνές εμπόριο, αλλά και σε άλλα θέματα, όπως η αναγκαιότητα για τη λήψη των ενδεικνυόμενων μέτρων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.