Μία αναλυτική, περιγραφική και σφαιρική ματιά στις θέσεις των διαφορετικών κομμάτων στα ζητήματα κλειδιά για την επανένωση της Κύπρου προσφέρει μεταξύ άλλων ο ομογενής Δρ Πολιτικών Επιστημών Μιχάλης Μιχαήλ στο επερχόμενο βιβλίο του «Κύπρος και ο Οδικός Χάρτης για την Ειρήνη: Μια Κριτική Εξέταση της Διένεξης».

Ο στόχος του μελετητή είναι να παρουσιάσει αυτό ακριβώς που δηλώνει στον τίτλο του βιβλίο του. Έναν «οδικό» χάρτη, μία ολοκληρωμένη εικόνα των τάσεων, πολιτικών και κοινωνικών απόψεων που επικρατούν τόσο στην ελληνοκυπριακή όσο και στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, αρωγό στην προσπάθεια εξεύρεσης μίας βιώσιμης λύσης μεταξύ των δύο κοινοτήτων, μίας λύσης που θα οδηγήσει στην επανένωση του νησιού.

Σε αυτό το νέο πνευματικό του πόνημα ο Δρ Μιχαήλ κάνει εκτενή αναφορά στο περιουσιακό, στις δομές της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας που θεωρούν ως τις καταλληλότερες οι διαφορετικές πολιτικές δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, το θέμα της αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων και τον τρόπο με τον οποίο αυτή θα επιτευχθεί αλλά και την τύχη των εποίκων που ζουν στο κατεχόμενο κομμάτι του νησιού, ζητήματα που θεωρούνται βασικά για την επίλυση του Κυπριακού και στα οποία παρατηρείται διάσταση απόψεων μεταξύ των ελληνοκυπριακών πολιτικών δυνάμεων.

Το βιβλίο που θα εκδοθεί τον Οκτώβριο, και για το οποίο ο Δρ Μιχαήλ συνεργάστηκε με το συνάδερφό του Δρ Yucel Vural, συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων και τις εκτιμήσεις σημαντικών ηγετών που συμμετείχαν κατά καιρούς στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών αλλά και ακαδημαϊκών τόσο από ελληνοκυπριακής όσο και από τουρκοκυπριακής και τουρκικής πλευράς.

Μη ξεχνώντας τα λόγια ενός στελέχους κυπριακής οργάνωσης της ομογένειας, που πριν από λίγο καιρό με απογοήτευση εκστόμισε τη διαπίστωση ότι κάποιες πολιτικές δυνάμεις της Κύπρου βάζουν το πολιτικό τους συμφέρον πάνω από το εθνικό και αντί να προάγουν την συναίνεση, εντείνουν τις αντιπαραθέσεις, η αναφορά του ομογενή μελετητή σε ένα από τα κεφάλαια του βιβλίου του, στο παρόν πολιτικό σκηνικό της Κύπρου, συμβάλλει σημαντικά στο να κατανοήσουμε τη δυναμική που αυτό το πολιτικό σκηνικό δημιουργεί στην επίλυση του Κυπριακού.

ΤΡΕΙΣ ΟΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΔΟ

Βασισμένος σε αναφορές στα ΜΜΕ, συνεντεύξεις και σε κάποιες διαρροές, o Δρ Μιχαήλ διαπιστώνει ότι τόσο τα πολιτικά κόμματα της Κύπρου όσο και ο ΟΗΕ, έχουν τα τελευταία χρόνια υιοθετήσει την πρακτική της μυστικότητας και ότι από το 2004, ακόμα και οι εκθέσεις των Ηνωμένων Εθνών στις διαπραγματεύσεις έχουν γίνει λιγότερο αποκαλυπτικές, ενημερωτικές και διαφανείς.

Αρχίζει με την παρουσίαση των απόψεων των διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων όσον αφορά την πολιτειακή οργάνωση του Κυπριακού κράτους μετά την επανένωση της διχοτομημένης Κύπρου, παραθέτοντας τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις.

Η 1η προσέγγιση που είναι η μετεξέλιξη της Κύπρου σε Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία (ΔΔΟ) και είναι η επίσημη θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς, έχει την στήριξη τόσο του κόμματος του Δημοκρατικού Συναγερμού (ΔΗΣΥ) αλλά και του ΑΚΕΛ (Aνορθωτικό Κόμμα Εργαζομένου Λαού) και επιβεβαιώνεται από την ομόφωνη απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου της Κυπριακής Δημοκρατίας όπως αυτή διατυπώθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2009.

Η 2η προσέγγιση για την πολιτειακή οργάνωση που θα πρέπει να υιοθετηθεί μετά την επανένωση της Κύπρου, την οποία ο συγγραφέας αποκαλεί ως «εξέλιξη σε σωστή ομοσπονδία» προτάσσεται από τα αντιπολιτευόμενα πολιτικά κόμματα ΔΗΚΟ (Δημοκρατικό Κόμμα), ΣΥΠΟΛ (Συμμαχία Πολιτών) και Πράσινους (Kίνημα Οικολόγων), είναι λιγότερο λεπτομερής και εστιάζεται στην δημιουργία μίας Διζωνική, Δικοινοτικής Ομοσπονδίας «με ουσία και το σωστό περιεχόμενο» όπως χαρακτηριστικά και αόριστα, θα πρέπει να παρατηρήσουμε, αναφέρουν.

Οι «πρεσβευτές» αυτής της άποψης επιμένουν ότι η συνέχιση και η εξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας θα πρέπει να κατοχυρωθούν στο πρώτο άρθρο οποιουδήποτε σχεδίου για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος.

Η 3η προσέγγιση που ενστερνίζονται η ΕΔΕΚ (Ενιαία Δημοκρατική Ένωση Κέντρου), και το νέο κόμμα Kίνημα Αλληλεγγύη δεν αποδέχεται την ΔΔO, την χαρακτηρίζει αντιδημοκρατική και θεωρούν ότι η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να παραμείνει ως έχει στο πλαίσιο μίας «Ευρωπαϊκής Λύσης». Παρά την έλλειψη λεπτομερειών, οι υποστηρικτές της «ευρωπαϊκής λύσης» αντιτίθενται στην παρέκκλιση από το κοινοτικό δίκαιο (ή το κοινοτικό κεκτημένο) και στηρίζουν τη διατήρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως ενιαίου κράτους. Διαφαίνεται ότι η ανησυχία των Ελληνοκυπρίων απέναντι στην ομοσπονδία στηρίζεται στους φόβους τους ότι, χωρίς κατάλληλες διασφαλίσεις, η Τουρκία θα συνεχίσει να παρεμβαίνει στις κυπριακές υποθέσεις μέσω της πρόσβασής της στη βόρεια Κύπρο και στην τουρκοκυπριακή κοινότητα.

ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

Με την απόσυρση όλων των ξένων στρατευμάτων και την ακύρωση της Συνθήκης Εγγυήσεων του 1960 συμφωνεί όλο το ελληνοκυπριακό πολιτικό φάσμα. Παρόλα αυτά όμως, υπάρχουν και πάλι διαφωνίες για τον τρόπο με τον οποίο αυτό θα γίνει εφικτό.

Η επίσημη ελληνοκυπριακή θέση είναι η απόσυρση όλων των στρατευμάτων κατοχής και των εποίκων και η κατάργηση τόσο της Συνθήκης Εγγυήσεων αλλά και της Συνθήκης Συμμαχίας με απώτερο στόχο την αποστρατιωτικοποίηση της Κύπρου (συμπεριλαμβανομένης και της αποχώρησης των Βρετανικών βάσεων).

ΑΚΕΛ και ΔΗΣΥ δέχονται την παραμονή μιας μικρής τουρκικής στρατιωτικής δύναμης στο νησί για μια περίοδο, που χαρακτηρίζουν ως μεταβατική. Γίνεται λόγος για 650 στρατιώτες στο βόρειο τμήμα του νησιού και όπως προκύπτει από τις διαπραγματεύσεις του 2017 ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έθεσε και χρονικό όριο για την πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων. Το ΑΚΕΛ και το ΔΗΣΥ φαίνονται διατεθειμένοι να δεχτούν την Τουρκία σε συμβουλευτικό, όχι εποπτικό, ρόλο σε οποιοδήποτε νέο καθεστώς ασφαλείας για την Κύπρο.

Μια εναλλακτική πρόταση, που υποβλήθηκε από το ΔΗΣΥ, θεωρεί ότι η «αντικατάσταση της Συνθήκης Εγγυήσεων με Ευρωπαϊκές εγγυήσεις στο πλαίσιο της συνεργασίας Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΝΑΤΟ, μπορεί να βοηθήσει». Αυτή η προσέγγιση επιδιώκει να χρησιμοποιήσει τη Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO) – ως τον Ευρωπαϊκό πυλώνα του ΝΑΤΟ – για να καλύψει, σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο, την ασφάλεια της Κύπρου, περιορίζοντας έτσι τις σταθερές τουρκικές θέσεις.

Η προσέγγιση της ελληνικής πλευράς που ανακοινώθηκε από τον έλληνα υπ. Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά λίγο πριν την έναρξη των διαπραγματεύσεων πέρσι στην Γενεύη για «Μηδέν Στρατεύματα, Μηδέν Εγγυήσεις» και «κατάργηση του συστήματος εγγυήσεων και εκπόνησης ενός Συμφώνου Φιλίας και Ασφάλειας» φαίνεται να έχει αρκετή στήριξη από τον πολιτικό κόσμο της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς την ενστερνίζονται το ΔΗΚΟ, το ΣΥΠΟΛ, το Κίνημα Οικολόγων, η ΕΔΕΚ, το Κίνημα Αλληλεγγύη και το ΕΛΑΜ.

ΕΠΟΙΚΟΙ 

Το θέμα των εποίκων αποτελεί σίγουρα ένα από τα σημαντικότερα σημεία αιχμής στην εξεύρεση λύσης αλλά και μεταξύ των πολιτικών κομμάτων της ελληνοκυπριακής πλευράς.
Ο φόβος της τουρκοποίησης των κατοίκων του νησιού με συνέπεια την αλλαγή της ελληνοτουρκικής δημογραφικής ισορροπίας, αφενός, και το γεγονός ότι αυτοί μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως μέσο της Τουρκίας για τον πολιτικό, πολιτισμικό και δημογραφικό (αριθμητικό) έλεγχο της τουρκοκυπριακής κοινότητας αφετέρου, αποτελούν τους βασικούς λόγους για τον συνεχόμενο προβληματισμό των ελληνοκυπρίων.

ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν ορισμένους εποίκους και τους απογόνους τους για ανθρωπιστικούς λόγους, θέτοντας ως όρο την διατήρηση της δημογραφικής ισορροπίας και ότι αυτό δεν θα νομιμοποιεί την πράξη. Δημήτρης Χριστόφιας και Αναστασιάδης έχουν στο παρελθόν, κάνει λόγο για αποδοχή έως και 60.000 εποίκων.

Το ΔΗΚΟ, οι Οικολόγοι, το Κίνημα Αλληλεγγύη, η ΣΥΠΟΛ και η ΕΔΕΚ έχουν, εντούτοις, διαφορετική άποψη. Εκφράζουν την ανησυχία τους ότι νομιμοποιώντας την ύπαρξη των εποίκων στα κατεχόμενα, η Κύπρος εμμέσως, πλην σαφώς, συνυπογράφει και την ίδρυση ενός κράτους στα κατεχόμενα το οποίο, ελεγχόμενο από την ισλαμική κυβέρνηση της Άγκυρας, θα μεταβληθεί σε υποχείριο της Τουρκίας, πλήρως ελεγχόμενο από τους εποίκους και την Τουρκία.

Τέλος υπάρχει και η σκληρή θέση του ΕΛΑΜ που θεωρεί την αποχώρηση όλων των εποίκων ως βασική προϋπόθεση για να βρεθεί μία λύση.

ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΟ 

Στο συγκεκριμένο θέμα, η επίσημη θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς, την οποία ασπάζονται επίσης ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, συνοψίζεται σε ανακοίνωση του Εθνικού Συμβουλίου το 2009 που γίνεται λόγος για «αποκατάσταση των βασικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων, περιλαμβανομένου του δικαιώματος των προσφύγων για επιστροφή στα σπίτια και τις περιουσίες τους, ως απαραίτητη προϋπόθεση για τη λύση».

Σε γενικές γραμμές τα δύο κόμματα τάσσονται υπέρ της επιστροφής του 60% (ή περίπου 100.000) ελληνοκυπρίων εκτοπισθέντων στα σπίτια τους υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση και πλήρη αποκατάσταση των περιουσιών τους. Πρεσβεύουν επίσης ότι οι ελληνοκύπριοι που εκτοπίστηκαν το 1974 από περιοχές που θα αποτελέσουν μέρος της τουρκοκυπριακής ομοσπονδιακής μονάδας και οι κληρονόμοι τους θα έχουν το δικαίωμα να αποφασίσουν εάν επιθυμούν να επιστρέψουν στους τόπους καταγωγής τους και να αποφασίσουν μεταξύ αποζημίωσης, αποκατάστασης ή ανταλλαγής.

Το ΔΗΚΟ, από την μεριά του, έχει διαφορετική άποψη την οποία και διατύπωσε με σαφήνεια ο Νικόλας Παπαδόπουλος δηλώνοντας σε σχετική συζήτηση για το Κυπριακό στην Κυπριακή Βουλή το 2016, ότι το κόμμα του θέλει «μια λύση όπου οι νόμιμοι ιδιοκτήτες και οι πρόσφυγες δε θα αποστερηθούν τις περιουσίες τους». Παράλληλα ο Παπαδόπουλος εξέφρασε τότε τον έντονο προβληματισμό του κόμματός του ότι μία διευθέτηση του περιουσιακού σύμφωνα με το μοντέλο που προτείνουν ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ μετατοπίζει το βάρος της ευθύνης των διαφιλονικούμενων περιουσιών από την Τουρκία στο νεοσύστατο κράτος υποχρεώνοντας το να πληρώσει αυτό αποζημιώσεις.

Εκτός από τα παραπάνω ζητήματα, ο Δρ Μιχαήλ αναφέρεται επίσης στις απόψεις των πολιτικών δυνάμεων της Κύπρου στο θέμα της εδαφικής οριοθέτησης το οποίο είναι άμεσα συνδεδεμένο με το περιουσιακό, αυτό της ελευθερίας διακίνησης των κατοίκων του ομόσπονδου κράτους που επίσης δημιουργεί αντιπαραθέσεις μεταξύ των πολιτικών κομμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και αυτό της διακυβέρνησης και του διαμερισμού των εξουσιών.

Με το Κυπριακό να βρίσκεται και πάλι σε περίοδο στασιμότητας, το νέο βιβλίο του ομογενή καθηγητή αποτελεί μία σημαντική προσπάθεια διερεύνησης του κλίματος που επικρατεί και στις δύο κοινότητες μετά το ναυάγιο του Κραν-Μοντανά. Φέρνοντας στο φως κάποιες άγνωστες μέχρι τώρα απόψεις, εισάγοντας στο δημόσιο διάλογο μία καινοτόμα παρέμβαση.

*Το βιβλίο του ομογενή ακαδημαϊκού «Cyprus and the Roadmap for Peace: A Critical Interrogation of the Conflict» («Κύπρος και ο Οδικός Χάρτης για την Ειρήνη: Μια Κριτική Εξέταση της Διένεξης») αναμένεται να κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο από τις εκδόσεις Edward Elgar Publishing και είναι στην αγγλική γλώσσα.