Αλλαγή σελίδας για το Piedimonte’s;

Αφιέρωμα του ABC μας μεταφέρει το χρονικό του σουπερμάρκετ που άφησε τη σφραγίδα του στην αναδιαμόρφωση της κουλτούρας της Μελβούρνης γύρω από το φαγητό και τις μεικτές αντιδράσεις πελατών στα σχέδια αναδιαμόρφωσής του

Στο προάστιο του Fitzroy North δεσπόζει ένα σουπερμάρκετ-“ναός” για τα ιταλικά νοικοκυριά της Μελβούρνης και τους λάτρεις της μεσογειακής και, γενικότερα, ευρωπαϊκής κουζίνας.

Ο λόγος για το -ιστορικό πλέον- Piedimonte’s, που τα τελευταία 60 χρόνια από την ίδρυσή του έχει καταφέρει να αναδειχθεί σε αγαπημένο προορισμό για τα ψώνια των κατοίκων της περιοχής και όχι μόνο.

Σε εκτενές φωτορεπορτάζ, η δημοσιογράφος του ABC, Margaret Burin, μας μεταφέρει το χρονικό αυτού του μαγαζιού από τις απαρχές του έως και σήμερα, μιλώντας με τα πρόσωπα πίσω από την επιχείρηση, καθώς και τις μεικτές αντιδράσεις των πιστών πελατών του απέναντι στα σχέδια αναδιαμόρφωσης.

Όπως επισημαίνει η αρθρογράφος, όταν το Piedimonte’s άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του το 1958, οι λέξεις ravioli, cannelloni, panettone, provolone απουσίαζαν από το λεξιλόγιο του μέσου Αυστραλού.

Σε μια αφήγηση με την οποία σίγουρα θα ταυτιστούν πολλοί από την πρώτη γενιά της παροικίας μας, τα αδέλφια Carmelo (Mel) και Salvatore (Sam) Piedimonte – που μαζί με τον πατέρα τους Giuseppe, ξεκίνησαν την επιχείρηση – μιλούν για τις αναμνήσεις των σχολικών χρόνων όπου οι συμμαθητές τους τους “πείραζαν” για την καταγωγή τους, την προφορά τους και φυσικά το φαγητό που έφερναν.

“Οι Aussies δεν ήξεραν τi πάει να πει ντελικατέσεν, δεν ήξεραν για τα σαλάμια, τα τυριά, τις ελιές. Λιαστές ντομάτες, θα έλεγαν ‘γιαξ, τi είναι αυτό;’, λέει γελώντας ο Sam και ο Mel συμπληρώνει:

“Δεν τους ενδιέφερε. Πλέον όμως, ναι. Τώρα ρωτάνε για την τσιαπάτα και το ξίδι μπαλσάμικο”.

Όταν ήταν μόλις 16 ετών, ο Sam, που δούλευε σε μία άλλη επιχείρηση σούπερμαρκετ, προσέγγισε τον πατέρα του για να του εξομολογηθεί το όραμά του, να στήσει μια επιχείρηση όπου οι καρποί του μόχθου τους θα επέστρεφαν στην οικογένεια.

Και έτσι έγινε.

Τις ώρες που δεν δούλευαν στο μαγαζί, ο Sam και ο Mel έπαιρναν τους δρόμους του Fitzroy North, μοιράζοντας διαφημιστικά φυλλάδια με τη μία πλευρά γραμμένη στα αγγλικά, την άλλη στα ιταλικά.

Εκείνη την εποχή το προάστιο ήταν από τα φτωχά της πόλης, γεμάτο μεταναστευτικές κοινότητες. Πλέον, η μέση τιμή σπιτιού αγγίζει το $1.5 εκ., κάτι που μάλλον η οικογένεια Piedimonte, όπως όλοι μας, δεν γνώριζαν. Και σίγουρα πάντως δεν φαντάζονταν την επιτυχία που θα γνώριζε το κατάστημά τους, αποκτώντας μάλιστα ένα πιστό κοινό.

Το σούπερμαρκετ είναι σήμερα από τα λίγα μέρη που συναντά κανείς τόσο σύνθετο πελατολόγιο, από 19χρονους φοιτητές με ποδήλατα και εκκεντρικούς καλλιτέχνες, μέχρι οικογένειες και γιαγιάδες με μαντήλες.

Πολλοί από τους παλιούς, έρχονται ανελλιπώς από τη στιγμή που άνοιξε, ενώ η καφετέρια στον πάνω όροφο έχει καταξιωθεί ως στέκι για τους ντόπιους.

Στα 75 του, ο Sam συνεχίζει να οραματίζεται για την επιχείρηση.

“Λατρεύω αυτό που κάνω. Πολλοί μου λένε ‘γιατί εργάζεσαι ακόμη;’ Και λοιπόν τi θέλετε να κάνω, να κάτσω σε μια καρέκλα και να σαπίσω; Αυτό που αγαπώ εξακολουθεί να βρίσκεται εδώ” σχολιάζει.

Ενώ τον Mel θα τον δείτε καθημερινά στους διαδρόμους του σούπερμαρκετ, να εκτελεί εργασίες και να χαιρετά τους πελάτες, για τον Sam ο χώρος του είναι το γραφείο, όπου σχεδιάζει τα επόμενα βήματα για την επιχείρηση.

Πηγή έμπνευσης στο τωρινό του πλάνο είναι μέρη όπως το Μιλάνο, όπου έχει δει παραδοσιακά μαγαζιά να μεταμορφώνονται σε μοντέρνα σουπερμάρκετ με στοιχεία που θυμίζουν εξεζητημένα εστιατόρια και μπαρ, όπου οι πελάτες βλέπουν τα προϊόντα να παρασκευάζονται μπροστά στα μάτια τους.

Στο όραμά του, ο Sam βλέπει την παράδοση να συνεχίζεται στο σήμερα, αντί να μένει κολλημένη στο παρελθόν.

Όμως η κίνηση δεν βρίσκει σύμφωνο σύσσωμο το πελατολόγιο.

Κάποιοι ντόπιοι για παράδειγμα αντιδρούν στην ανέγερση πολυόροφου συγκροτήματος διαμερισμάτων πάνω από το σούπερμαρκετ και στην προσθήκη ενός υπόγειου πάρκινγκ.

Η Cat, μία από τις πελάτισσες της νεότερης γενιάς και κάτοικος της περιοχής εμφανίζεται διχασμένη ανάμεσα στην επιθυμία να στηρίξει ντόπιες επιχειρήσεις και τον δισταγμό της απέναντι στην προτεινόμενη αναδιαμόρφωση των εγκαταστάσεων.

“Μου αρέσει ακριβώς επειδή είναι εκκεντρικό και ασυνήθιστο. Αντιλαμβάνομαι την ανάγκη για ανάπτυξη και αλλαγή, απλώς δεν είμαι σίγουρη για το αν με βρίσκει σύμφωνη.”

Όμως, η οικογένεια πίσω από την επιχείρηση υποστηρίζει ότι είναι ώρα να κοιτάξουν μπροστά.

Επόμενοι στη γραμμή διαδοχής της “αυτοκρατορίας” Piedimonte, ο Joe Senior και ο εξάδελφός του Joe Junior.

“Είναι παγίδα γιατί θέλεις να προχωρήσεις μπροστά αλλά η πελατειακή σου βάση, ειδικά στην περιοχή του Fitzroy, εναντιώνεται στην αλλαγή. Συνεχίζουν να θέλουν αυτό το στιλ που θυμίζει δεκαετία του ’60 και του ’70”, λέει ο Joe Senior, γιος του Sam.

Μπορεί η ρετρό ατμόσφαιρα να είναι το πολύτιμο ατού της επιχείρησης που τραβάει σαν μαγνήτης τους πελάτες, όμως ο πραγματικός θησαυρός του μαγαζιού κρύβεται στο παρασκήνιο και δεν είναι άλλος από τους πιστούς υπαλλήλους του.

Πολλοί από αυτούς εργάζονται εκεί για περισσότερα από 20 χρόνια, ενώ το μέλος του προσωπικού που έχει μείνει για τον περισσότερο καιρό στο Piedimonte είναι η εδώ και 48 χρόνια εργαζόμενη Carmel.

Ξεκίνησε ως ταμίας όταν ήταν μόλις 15 ετών και εκπαίδευσε αμέτρητους υπαλλήλους, μεταξύ αυτών και ένα από τα… αφεντικά της, τον Joe Senior!

Όπως επισημαίνει πάντως ο Sam, ο οικογενειακός χαρακτήρας του Piedimonte’s είναι αδιαπραγμάτευτο στοιχείο.

“Εάν δεν ήθελα να παραμείνει οικογενειακή επιχείρηση, θα την πουλούσα στο Coles ή το Woolworths – μας έχουν χτυπήσει επανειλημμένα τις πόρτες”.
Πολλές, όπως λέει, μικρές επιχειρήσεις έχουν υποκύψει στις πιέσεις των μεγαλοεταιρειών ανά τα χρόνια, αλλά οι ίδιοι έχουν πει όχι στις προσφορές, παρότι δελεαστικές.

Γι’ αυτό συμπληρώνει ο Joe Senior, τα σχέδιά τους για αναδιαμόρφωση της επιχείρησης δεν κινητοποιούνται από πνεύμα απληστίας, αλλά από την ανάγκη να επιβιώσουν.

“Θέλουμε να χτίσουμε μια επιχείρηση για την επόμενη γενιά”, λέει.

Η πρόκληση βέβαια θα είναι να εξασφαλίσουν τη στήριξη της κοινότητας στο εγχείρημα, ενώ παραμένουν πιστοί στη δέσμευσή τους για συνέχιση της παράδοσης.

Ο Joe Senior εμφανίζεται αισιόδοξος ότι αυτό θα καταστεί δυνατό.

“Δεν θέλουμε ένα μαγαζί που θα εξαλείψει όλη την παρακαταθήκη που έχει για εμάς συναισθηματική αξία.

Θέλω να είμαι βέβαιος πως αυτή η παράδοση θα συνεχιστεί ώστε τα παιδιά μου να γνωρίζουν από που ήρθαν οι προπαππούδες τους. Πιστεύω είναι σημαντικό για τον κόσμο να σκέφτεται με γνώμονα το μέλλον, αλλά ποτέ να μην ξεχνά από που ξεκίνησε[…]