Εκτός από τις «ευάλωτες» κοινωνικές ομάδες, υπάρχουν και οι ευάλωτες, οι ευπαθείς περιοχές κατοικίας, δηλαδή τα σλαμ, οι παραγκουπόλεις του τρίτου κόσμου. Εδώ το ζην επικινδύνως ταυτίζεται με το «κατοικείν επικινδύνως».

Στο κλασικό βιβλίο του Μάικ Ντέιβις «Ο πλανήτης των παραγκουπόλεων» (Τhe Planet of Slums) διαβάζουμε για τους πυκνοκατοικημένους οικισμούς αυθαιρέτων που έχουν «το χειρότερο φενγκ σούι στον κόσμο», καθώς είναι χτισμένοι σε διαβρωμένες λοφοπλαγιές, σε ασταθείς όχθες ποταμών, σε περιοχές τοξικών αποβλήτων και χρόνιων καθιζήσεων του εδάφους, σε βάλτους, σε χωματερές. Εδώ οι επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών (σεισμοί, πλημμύρες, πυρκαγιές) μπορεί να είναι ακόμα και υπερδεκαπλάσιες απ’ ό,τι στις «κανονικές» πόλεις.

Όμως αυτά συμβαίνουν πέρα, μακριά, στις φαβέλες του Ρίο ή στις bitonvilles της Αφρικής και της Ασίας και επομένως ο βίαιος θάνατος εκατοντάδων ανθρώπων εξαιτίας μιας περιβαλλοντικής συμφοράς έχει πάψει να αποτελεί είδηση, τουλάχιστον για μας τους Δυτικούς.

Ούτε στο ελάχιστο δεν πλησιάζει τον ορισμό του σλαμ το Μάτι όπου τόσοι άνθρωποι χάθηκαν μέσα σε λίγες ώρες. Εδώ οι βασικές υποδομές (ηλεκτρικό, δίκτυο ύδρευσης και αποχέτευσης) υπήρχαν.

Το Μάτι δεν θύμιζε αργεντίνικη «villa miseria», αλλά ήταν ένας μικρός παράδεισος. Πλήρωσε όμως, όπως πλήρωσαν και πληρώνουν οι «πόλεις της δυστυχίας».

Στις παραγκουπόλεις του τρίτου κόσμου οι πυρκαγιές διαδίδονται με αστραπιαία ταχύτητα, όχι μόνο λόγω των εύφλεκτων υλικών με τα οποία είναι χτισμένες, αλλά και γιατί «τα πυροσβεστικά οχήματα, εφόσον ανταποκριθούν, συχνά δεν μπορούν να περάσουν από τα στενά, δαιδαλώδη δρομάκια του σλαμ».

Τραγικά τριτοκοσμικός, όμως, είναι ο απολογισμός της πυρκαγιάς από την άποψη των νεκρών και των κατεστραμμένων περιουσιών. Και μάλιστα σε μια ειδυλλιακή περιοχή «πέντε λεπτά –που λέει ο λόγος– από την Ομόνοια» και λίγες μέρες πριν την έξοδο της χώρας στις αγορές, μια έξοδο που κάθε άλλο θριαμβική μοιάζει.

Το εμβληματικό βιβλίο του Ντέιβις εκδόθηκε το 2006, πριν ξεσπάσει η μεγάλη κρίση. Ωστόσο, πολλές φορές ο συγγραφέας τονίζει ότι το βαρύ κόστος των καταστροφών στις παραγκουπόλεις συνδέεται με το δυσβάσταχτο χρέος των χωρών του τρίτου κόσμου στα διεθνή τραπεζικά ιδρύματα, καθώς και με τις «διαρθρωτικές αλλαγές» που τα ιδρύματα αυτά επιβάλλουν, δηλαδή στις μεταρρυθμίσεις που αφορούν τις ιδιωτικοποιήσεις, το «λιγότερο κράτος» και τις μειωμένες δαπάνες για έργα κοινής ωφέλειας.

Τριτοκοσμικοί μισθοί, τριτοκοσμικές συντάξεις και ένας παραθαλάσσιος θύλακας τριτοκοσμικής καμένης γης… όμως το μέλλον της χώρας διαγράφεται λαμπρό, χωρίς τίποτα το τριτοκοσμικό.