Ο Σωκράτης (470 π.Χ. – 399 π.Χ.) ήταν μια από τις μεγάλες, αλλά και ιδιόμορφες, πνευματικές προσωπικότητες της αρχαίας Αθήνας κατά τη διάρκεια του 5ου π.Χ. αιώνα, ο οποίος πέρασε στην ιστορία ως ο ‘χρυσός αιώνας’.

Ο Σωκράτης ήταν γιος του λιθοξόου και ανδριαντοποιού Σωφρονίσκου και της μαίας Φαιναρέτης. Στα νιάτα του ακολούθησε για κάποιο διάστημα το επάγγελμα του πατέρα του. Ελάχιστα γνωρίζουμε για τα παιδικά και νεανικά του χρόνια και για την παιδεία και την ανατροφή που έλαβε. Για την οικογενειακή ζωή του Σωκράτη ξέρουμε ότι σύζυγός του ήταν η Ξανθίππη, με την οποία απέκτησαν τρεις γιους.

Στον πλατωνικό διάλογο Φαίδων, στον οποίο εξιστορείται η τελευταία συζήτηση του Σωκράτη στη φυλακή με τους φίλους και μαθητές του λίγο πριν πιει το κώνειο, αναφέρεται το πώς, νέος ακόμη, είχε αρχίσει να παρακολουθεί τις διάφορες θεωρίες των προγενέστερών του φιλοσόφων.

Από τα έργα του μαθητή του, και μεγάλου φιλόσοφου Πλάτωνα, καθώς και από τα έργα του ιστορικού Ξενοφώντα, μαθαίνουμε πως ο Σωκράτης είχε θέσει ως σκοπό του να κάνει τους συμπολίτες του να σταματούν για λίγο να ασχολούνται με τα προσωπικά, οικογενειακά και επαγγελματικά τους θέματα και ενδιαφέροντα, και να στρέφουν την σκέψη τους στον εσώτερο εαυτόν τους, καθώς και στις υποχρεώσεις τους ως μέλη της κοινωνίας.

Ο Σωκράτης δεν ήταν φιλόσοφος με τη θεωρητική έννοια του όρου. Ο ίδιος δεν αγόρευε σε συναθροίσεις των Αθηναίων, μόνο σε μικρές παρέες έθετε ερωτήσεις σε συνομιλητές του, και απαντούσε στις δικές τους ερωτήσεις. Ούτε και διατύπωσε τις αντιλήψεις του σε γραπτά κείμενα. Άλλοι, σύγχρονοι και μεταγενέστεροί του, έγραψαν γι’ αυτόν και για τον τρόπο που προσέγγιζε τα θέματα γενικού ενδιαφέροντος. Παρ’ όλα αυτά, γενική είναι η άποψη πως ο Σωκράτης ήταν ο θεμελιωτής της πολιτικής και ηθικής φιλοσοφίας στην Αθήνα τον 5ο π. Χ. αιώνα.

Ένας φίλος του Σωκράτη, ονομαζόμενος Χαιρεφών, είχε πάει στο Μαντείο των Δελφών, και διά μέσου της ιέρειας Πυθίας ζήτησε από τον θεό Απόλλωνα να του υποδείξει τον σοφότερο άνθρωπο της εποχής του. Ο Απόλλων απάντησε ότι ο Σωκράτης είναι «ἁπάντων σοφώτατος». Και όμως, ο Σωκράτης διακήρυττε προκλητικά: «Ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα» – «Ένα ξέρω, ότι δεν ξέρω τίποτα».

Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΜΑΙΕΥΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ

Στην εποχή του Σωκράτη οι σοφιστές αρνούνταν να δεχτούν ως αλήθειες τις αντιλήψεις που επικρατούσαν την εποχή εκείνη, αλλά η αμφισβήτησή τους κατέληγε στην άρνηση, καθότι έλεγαν πως αφού δεν μπορεί κάποιος να ανακαλύψει την αλήθεια, αλήθεια δεν υπάρχει, κι αν υπάρχει, καμιά σημασία δεν έχει, διότι δεν μας επηρεάζει.

Σε αντίθεση, ο Σωκράτης αντιπαρέθετε μια θετική προσέγγιση στην αναζήτηση της αλήθειας: αμφισβητώντας τις παραδοσιακές αρχές, αναζητούσε τη βαθύτερη αλήθεια των πραγμάτων, η οποία δεν επηρεάζεται από τις επικρατούσες αντιλήψεις της κάθε εποχής.

Στις συζητήσεις με τους συμπολίτες του ο Σωκράτης χρησιμοποιούσε τη διαλεκτική και τη μαιευτική μέθοδο. Για την εξαγωγή συμπερασμάτων ο Σωκράτης χρησιμοποιούσε τη διαλεκτική μέθοδο, με άλλα λόγια το διάλογο. Με τη μέθοδο αυτήν ο Σωκράτης συχνά επιτύγχανε την αναίρεση των θέσεων του συνομιλητή του, και στη συνέχεια προχωρούσε στην προσέγγιση της αλήθειας.

Ο Σωκράτης από την αρχή της συζήτησης δεν παρέθετε κάποια δική του άποψη, αλλά με τις ερωτήσεις που έκανε στόχευε να εκμαιεύσει από τον συνομιλητή του την απάντηση στην οποία στόχευε. Για το λόγο αυτό η μέθοδός του ονομάσθηκε μαιευτική, με άλλα λόγια παρόμοια με τον τρόπο που η μαία (μαμή) βοηθάει την ετοιμόγεννη στον τοκετό.

Μια άλλη πρωτοτυπία που αποδόθηκε στον Σωκράτη από τους συμπολίτες του Αθηναίους ήταν πως «κατέβασε τη φιλοσοφία από τα άστρα στη γη». Με αυτό εννοούσαν πως ενώ οι προγενέστεροι φιλόσοφοι είχαν ασχοληθεί κατά κύριο λόγο με τα φυσικά φαινόμενα, και για αυτό είχαν χαρακτηρισθεί ως ‘φυσιολόγοι’, ο Σωκράτης, καθώς και κάποιοι άλλοι συγκαιρινοί του φιλόσοφοι, είχαν στρέψει την προσοχή τους στον ίδιο τον άνθρωπο, και στην κοινωνία που ζούσε.

Ο Αριστοτέλης, ο μεγάλος φιλόσοφος της αρχαίας Ελλάδας, στο έργο του «Περὶ ζῴων μορίων» εξέφρασε την ακόλουθη άποψη: «Επὶ Σωκράτους δὲ […], τὸ ζητεῖν τὰ περὶ φύσεως ἔληξε, περὶ δὲ τὴν χρήσιμον ἀρετὴν καὶ πολιτικὴν ἀπέκλιναν οἱ φιλοσοφοῦντες».

Σε ελεύθερη απόδοση στην νεοελληνική ο Αριστοτέλης είχε γράψει τα ακόλουθα: «Στην εποχή του Σωκράτη […] η αναζήτηση των φυσικών φαινομένων έληξε, και οι φιλόσοφοι έστρεψαν την προσοχή τους στη χρήσιμη αρετή και στην πολιτική».

Ο Αριστοτέλης δεν είχε γνωρίσει τον Σωκράτη προσωπικά, καθότι όταν άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα φιλοσοφίας στην Ακαδημία του Πλάτωνα ο Σωκράτης είχε ήδη πεθάνει πριν από χρόνια, πίνοντας το κώνειο που του έδωσαν.

Η παραπάνω άποψη του Αριστοτέλη για τα φιλοσοφικά ενδιαφέροντα του Σωκράτη είναι πολύ σημαντική, γιατί ενώ οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι αναζητούσαν την πρώτη αρχή της δημιουργίας του κόσμου, ο Σωκράτης αναζητούσε την αρχή κάθε ηθικής έννοιας, η οποία δεν επηρεάζεται από ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες.

Με άλλα λόγια, ο Σωκράτης ξεκινώντας από παραδείγματα, συνήθως παρμένα από την καθημερινή ζωή και τις προσωπικές εμπειρίες, προσπαθούσε να οδηγήσει την σκέψη του συνομιλητή του στην εξαγωγή καθολικών συμπερασμάτων, που να ξεπερνούν την εμπειρία και να φθάνουν σε μια απόλυτη γνώση του θέματος.

Η διαδικασία αυτή είχε επιτυχία, καθότι οδηγούσε τελικά σε γενικά ισχύοντες ορισμούς για την αλήθεια του καλού και του κακού, της αδικίας και του δικαίου, του θάρρους και της δειλίας, καθώς και της δημοκρατικής διακυβέρνησης μιας πολιτείας, σε αντίθεση με την ολιγαρχία και τη μοναρχία.

Στο βιβλίο τους «Φιλοσοφία» για την Γ΄ Λυκείου οι πανεπιστημιακοί Κ. Κατσιμάνης και Ε. Ρούσσος, στη σελίδα 35 εκφράζουν την ακόλουθη άποψη:
«Όπως οι Σοφιστές, έτσι και ο Σωκράτης πατούσε στο έδαφος του διαφωτισμού της εποχής του. Η στάση του απέναντι στις καθιερωμένες αντιλήψεις ήταν κριτική. Όμως υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο Σωκράτη και στους Σοφιστές. Ενώ δηλαδή οι Σοφιστές με το σκεπτικισμό τους άφηναν να απλώνεται η αβεβαιότητα γύρω από τη γνώση και την πράξη του κάθε ανθρώπου μέσα στο κοινωνικό σύνολο, ο Σωκράτης ζούσε με την πεποίθηση ότι πέρα από τις γνώμες και τις εικασίες, προσωπικές ή μαζικές, υπάρχει αντικειμενική αλήθεια, και αυτή η αλήθεια είναι προσιτή με τον ορθό λόγο».

Ο Σωκράτης δεν διεύρυνε μόνο την σκοπιά της φιλοσοφίας για να περιλάβει σε αυτήν τα ηθικά, πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, αλλά έδωσε στη φιλοσοφική αναζήτηση και ένα βαθύτερο στόχο: τη σημασία της αγωγής, της άσκησης του πνεύματος για τον υπεύθυνο χειρισμό των υποθέσεων της ζωής, προσωπικής και κοινωνικής.

Η ΔΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ

Το 399 έγινε η δίκη του Σωκράτη στο Δικαστήριο της Ηλιαίας, μετά από την κατηγορία του Μέλητου, του Άνυτου και του Λύκωνα ότι ο Σωκράτης δεν αναγνώριζε τους θεούς της πόλης αλλά εισήγαγε «καινά δαιμόνια», δηλαδή νέους θεούς, και ότι μετέτρεπε τον αδύναμο λόγο σε ισχυρό, και ως εκ τούτου διέφθειρε με τις ιδέες του τους νέους.

Η κατηγορία κατά του Σωκράτη είχε απήχηση στην πλειονότητα των 500 Αθηναίων πολιτών που αποτελούσαν το σώμα των ενόρκων, καθώς οι 280 έκριναν τον Σωκράτη ένοχο, και η τιμωρία ήταν θάνατος με την πόση του κώνειου.

Όταν δόθηκε ο λόγος στον Σωκράτη προκειμένου, κατά τον νόμο, να προτείνει και αυτός μια εναλλακτική ποινή, αντί να προτείνει, λόγου χάρη την εξορία, έδειξε την περιφρόνησή του και προς το δικαστήριο και προς τον θάνατο, καθότι πρότεινε εναλλακτικές ποινές που γνώριζε ότι δεν θα γίνονταν αποδεκτές.

Μετά την καταδίκη του, ο Σωκράτης έμεινε περίπου έναν μήνα στο κρατητήριο. Στη διάρκεια της κράτησής του, και ως την τελευταία στιγμή, αντιστάθηκε στις προσπάθειες των φίλων του να τον πείσουν να αποδράσει. Όπως περιγράφει και ο Πλάτωνας στον διάλογο Κρίτων, ο Σωκράτης πίστευε πως το γεγονός ότι αδικήθηκε από τους συμπολίτες του δεν αποτελούσε δικαιολογία για να διαπράξει και ο ίδιος αδικία εναντίον των νόμων της πόλης του. Έτσι, ήπιε ψύχραιμα το κώνειο, συζητώντας με τους φίλους του για την αθανασία της ψυχής, και πέθανε μέσα στο κελί του δεσμωτηρίου.

Κατά την άποψη πολλών ιστορικών η θανατική καταδίκη του Σωκράτη το 399 π.Χ. υπήρξε μια από τις πιο μελανές σελίδες της ιστορίας της αθηναϊκής δημοκρατίας. Πλήθος μελετητών έχει ασχοληθεί με αυτήν την παράδοξη στιγμή ενός πολιτεύματος, που θεωρήθηκε ιδανικό πρότυπο ελεύθερης συμμετοχής των πολιτών στη διακυβέρνηση της πολιτείας ή του κράτους τους.
Συμπερασματικά, μπορεί να λεχθεί πως, σύμφωνα με τον Σωκράτη, η ηθική φιλοσοφία στηρίζεται στην παντοδυναμία του ορθού λόγου, καθότι πίστευε πως το κακό είναι μια εκτροπή που έχει ως αιτία την αμάθεια. Με άλλα λόγια, πυρήνας της αρετής είναι η γνώση, καθότι ο ίδιος δίδασκε ‘ουδείς εκών κακός’ (Κανείς δεν είναι κακός εθελουσίως).

Συμπερασματικά, ο Σωκράτης διεύρυνε τους στόχους της φιλοσοφίας στην εποχή του, καθότι τα ενδιαφέροντά της δεν περιορίζονταν σε θέματα κοσμολογικά και φυσιοκρατικά, που βρίσκονταν στο επίκεντρο των προσωκρατικών φιλοσόφων, αλλά επεκτείνονταν και σε θέματα γνωσιολογικά, πολιτικά, ηθικά και κοινωνικά.

Την ερχόμενη εβδομάδα θα αναφερθώ στα κύρια ενδιαφέροντα των προσωκρατικών φιλοσόφων.