«Καμία ποινή δεν πρόκειται να φέρει πίσω τη μητέρα μας». Αυτά ήταν τα λόγια της κόρης της άτυχης 68χρονης Βούλας Δέλιου, η οποία σφαγιάστηκε μέσα στο μπακάλικό της στο Χόμπαρτ της Τασμανίας, από τον 36χρονο Daryl Royston Cook.

Η δίκη του Cook τελείωσε την Πέμπτη και το σώμα των ενόρκων αποφάσισε ότι αυτός δεν ήταν ένοχος καθώς όταν διέπραξε το αποτρόπαιο έγκλημα δεν είχε τα λογικά του και δεν καταλάβαινε τι έκανε.
Η έδρα αποφάσισε τον επ’ αορίστου εγκλεισμό του σε ασφαλή ψυχιατρική μονάδα.

Ο Cook πάσχει από σχιζοφρένεια και διέπραξε το βάρβαρο έγκλημα ενώ είχε ψυχωσικό επεισόδιο. Η υπεράσπιση δεν αμφισβήτησε ότι ο Cook σκότωσε την Δέλιου, αλλά υποστήριξε ότι «δεν είχε σώας τας φρένας» όταν το διέπραξε, γεγονός το οποίο ανέφεραν στην πραγματογνωμοσύνη τους και οι δύο εγκληματολόγοι ψυχολόγοι που τον εξέτασαν.

Σύμφωνα με τα όσα ελέχθησαν κατά τη διάρκεια της δίκης, ο 36χρονος άνδρας που δολοφόνησε πριν δυο χρόνια την Βούλα Δέλιου, μαχαιρώνοντάς την με 22 μαχαιριές, 10 εξ αυτών στο λαιμό, θεωρούσε τον εαυτό του Χριστιανό σταυροφόρο και όπως είπε αργότερα ο ίδιος στους αστυνομικούς, «βρήκε μια άπιστη και την εκτέλεσε».

Πριν οι ένορκοι αποσυρθούν από την αίθουσα του δικαστηρίου για να βγάλουν την ετυμηγορία τους, τόσο η δικηγόρος υπεράσπισης όσο και ο δημόσιος κατήγορος ανέφεραν ότι ο Cook έχει το ακαταλόγιστο.

Όπως ανέφεραν μέλη της τοπικής κοινωνίας, το γεγονός ότι ο Cook διέπραξε το έγκλημα μία μόλις μέρα μετά την αποφυλάκισή του, εγείρει πολλά ερωτήματα όχι μόνο για το σωφρονιστικό σύστημα αλλά και για τις υπηρεσίες παροχής στήριξης σε άτομα που πάσχουν από ψυχωσικές ασθένειες.

Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο John Kelly, ιδιοκτήτης κινηματογράφου που βρίσκεται κοντά στο κατάστημα της Βούλας Δέλιου, «το να κλειδώσεις κάποιον σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα και να πετάξεις το κλειδί δεν λύνει το πρόβλημα».