Όπως ανέφερα την περασμένη εβδομάδα, σήμερα θα κλείσω τη σειρά για τη φιλοσοφία του Σωκράτη και για τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, με αναφορές για τη ζωή και για το έργο των Ελλήνων φιλοσόφων της Ιωνίας στα ανατολικά παράλια της Μικράς Ασίας, όπου υπήρχε προηγμένη οικονομική ζωή, κοινωνική και πολιτική ελευθερία, καθώς και επικοινωνία με τους διάφορους λαούς της περιοχής εκείνης.

Η προσωκρατική φιλοσοφία είναι το πρώτο στάδιο στην εξέλιξη της ελληνικής φιλοσοφίας, και ονομάζεται έτσι γιατί οι φιλόσοφοι της περιόδου εκείνης έζησαν από τον 7ο π.Χ. αιώνα, μέχρι και την εποχή του Σωκράτη, δηλαδή μέχρι τα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα.

Σε γενικές γραμμές, ως επίκεντρο του στοχασμού τους οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι είχαν την Κοσμογονία, με άλλα λόγια τη γένεση του κόσμου, και την Κοσμολογία, ως απάντηση στα ερωτήματα για την υφή και τη λειτουργία του κόσμου.

Για το λόγο αυτό θεωρούνται οι πρώτοι κοσμολόγοι και φυσιολόγοι, καθότι επιχείρησαν να κατανοήσουν, αλλά και να ερμηνεύσουν, τον κόσμο και τη φύση, χρησιμοποιώντας τη λογική, χωρίς αναφορές στους μύθους, τη θρησκεία της εποχής εκείνης, ή την παράδοση.

Θαλής, Μίλητος, 624 – 546 π.Χ.

Ο Θαλής θεωρείται ο πρώτος φιλόσοφος που έθεσε το ερώτημα περί της αρχής των όντων.

Ο Θαλής θεώρησε ότι ο κόσμος αποτελεί ενότητα που ανάγει την αρχή της σε ένα μόνο στοιχείο, το νερό, το οποίο αποτελεί το δομικό υπόστρωμα όλων των μεταβολών που συμβαίνουν στον κόσμο, ενώ παράλληλα το ίδιο παραμένει αμετάβλητο.

Το νερό επομένως, κατά τον Θαλή, αποτελεί τον παράγοντα στον οποίο οφείλεται η γένεση και ο θάνατος των όντων στο Σύμπαν. Ο Θαλής επίσης θεωρείται ο θεμελιωτής της θεωρητικής Γεωμετρίας και της Αστρονομίας. Σύμφωνα με αρχαίες ελληνικές πηγές ο Θαλής μέτρησε το ύψος των πυραμίδων στην Αίγυπτο από την σκιά τους.

Ο Θαλής δεν βρήκε Έλληνες προδρόμους στη φιλοσοφία, και ως εκ τούτου θεωρείται ότι έβαλε πρώτος τα θεμέλια της ελληνικής, και ως εκ τούτου της ευρωπαϊκής, φιλοσοφίας.

Αναξίμανδρος, Μίλητος, 610 – 546 π.Χ.

Η κοσμολογία του Αναξίμανδρου εντάσσεται στο ίδιο πλαίσιο με τις απόψεις του διδασκάλου του Θαλή, αν και ο ίδιος καινοτόμησε, καθώς αντί να αποδώσει την αρχή του κόσμου στο νερό ή σε κάποιο άλλο στοιχείο, θεώρησε ως αρχή μία απροσδιόριστη αιτία, το άπειρον- από το οποίο προέρχονται, και στον οποίο καταλήγουν, τα όντα μετά το θάνατό τους. Κατά τον Αναξίμανδρο το άπειρο λειτουργεί σαν ένα αρχικό υπόστρωμα από το οποίο προέρχεται η γένεση, η μεταβολή και ο θάνατος των όντων.

Ο Αναξίμανδρος ήταν πολύπλευρη προσωπικότητα. Συνέθεσε σε πεζό λόγο το πρώτο φιλοσοφικό σύγγραμμα, με πιθανότερο τίτλο το ‘Περί Φύσεως’. Η θεωρία του είναι η έννοια του άπειρου, την οποία εισηγήθηκε ο ίδιος. Το ‘άπειρο’ στη φιλοσοφία του Αναξίμανδρου έχει δύο έννοιες:

  1. α + πέρας = χωρίς όρια, χωρίς περιορισμό.
  2. α + περάω = αδιαπέραστο.

Αναξιμένης, Μίλητος, 585-528 π. Χ.

Ο Αναξιμένης υποστήριξε στο έργο του μια θέση ανάλογη με τις απόψεις του Αναξίμανδρου και του Θαλή, θεωρώντας ότι η υποκείμενη φύση είναι μία. Δεν την θεωρούσε όμως ως αόριστη, όπως ο Αναξίμανδρος, αλλά ορισμένη, αποκαλώντας την αέρα.

Την κεντρική θέση στη φυσική φιλοσοφία του Αναξιμένη κατείχε ο αέρας, τον οποίο θεωρούσε τη γενεσιουργό ουσία του κόσμου, την αρχή της ύπαρξης, αιώνια και απεριόριστη. Η διαφορά του αέρα από το νερό είναι ότι προσεγγίζει την ιδιότητα του ασώματου, γεγονός που οδήγησε τον Αναξιμένη στο να τονίσει την υπερβατική του φύση, αλλά και το γεγονός ότι λειτουργεί ως υπόστρωμα της δημιουργίας των όντων.

Ο Αναξιμένης δεν περιόριζε τον ρόλο του αέρα μόνο στη δημιουργία του κόσμου, αλλά τον παρομοίαζε και με την ψυχή, γράφοντας ότι «όπως ακριβώς η ψυχή μας, η οποία είναι αήρ, μάς συγκρατεί, έτσι και ολόκληρος ο κόσμος περιέχεται από πνεύμα και αέρα». Αποτελεί επομένως ο αέρας παράγοντα συνοχής του Σύμπαντος, σύμφωνα με τον Αναξιμένη.

Ξενοφάνης, Κολοφώνας, 580-485 π.Χ.

Οι απόψεις του Ξενοφάνη για τον φυσικό κόσμο, μοιάζουν αρκετά με τις απόψεις των άλλων Μιλήσιων φιλοσόφων. Θεωρούσε ότι όλα, ακόμα και οι άνθρωποι, αποτελούνται και προέρχονται από το νερό και από τη γη. Η θάλασσα είναι πηγή όλων των ποταμών, της βροχής, των νεφών και των ανέμων.

Ο Ξενοφάνης δίδασκε ότι υπάρχει ένας και μοναδικός θεός, ανόμοιος στο σώμα και το πνεύμα από τους ανθρώπους, ο οποίος κινούσε τα πάντα με το νου.
Υπήρξε ποιητής, φιλόσοφος και στοχαστής, με γόνιμο και κριτικό πνεύμα. Επιδίωκε να τοποθετεί τις θεωρίες του σε στερεές βάσεις, αναγνωρίζοντας όμως τα όριά τους. Με τη νέα έννοια του θεού, άνοιξε νέους δρόμους στο στοχασμό.

Ηράκλειτος, Έφεσος, 544-484 π. Χ.

Σύμφωνα με τον Ηράκλειτο ο κόσμος είναι αυθυπόστατος, άχρονος, που μετασχηματίζεται συνεχώς. Κλασική είναι η ρήση του «Πάντα ρει», όλα αλλάζουν, τίποτε δεν μένει σταθερό και αναλλοίωτο. Για τον Ηράκλειτο ο κόσμος είναι ένα ενιαίο σύνολο, που ούτε γεννήθηκε, ούτε και θα χαθεί.
Η αρχή του κόσμου, σύμφωνα με τον Ηράκλειτο, βρίσκεται στη φωτιά, από την οποία προέρχονται όλα τα όντα και σε αυτήν καταλήγουν μετά το θάνατό τους. Επιπλέον, ο Ηράκλειτος εξέφρασε την ακόλουθη άποψη: «Τον κόσμο αυτόν, τον οποίο κανένας δεν δημιούργησε, αλλά υπήρχε ανέκαθεν και θα είναι ‘πύρ αείζωον’, το οποίο ανάβει και σβήνει σε τακτά χρονικά διαστήματα».

Το κοσμολογικό σύστημα του Ηράκλειτου βασιζόταν στην συνεχή κίνηση, καθώς εξέφρασε και την ακόλουθη άποψη «Πάντα χωρεῖ και οὐδέν μένει» (τα πάντα αλλάζουν και τίποτα δεν μένει σταθερό). Η αδιάκοπη κίνηση των πραγμάτων δείχνει ότι ο κόσμος υπόκειται στους αιώνιους νόμους της αλλαγής, καθώς η σταθερότητα και η ακινησία ταιριάζουν μόνο στους νεκρούς.

Αυτοί, σε πολύ γενικές γραμμές, είναι οι κύριοι Ίωνες φιλόσοφοι, οι οποίοι έζησαν και ανέπτυξαν τις θεωρίες τους στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, κατά τη διάρκεια του 7ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 6ου αιώνα προ Χριστού.

Για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας η αρχαιοελληνική σκέψη, με εκπροσώπους τους φιλοσόφους της Ιωνίας, ξεκόπηκε από τις μυθικές ερμηνείες της κοσμογονίας, και επιχείρησε το άλμα από το Μύθο στον Λόγο. Με άλλα λόγια, επιχειρήθηκε μια ορθολογιστική, σε αντίθεση με την μυθολογική, ερμηνεία του κόσμου.

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι η φιλοσοφία, στα πρώτα της βήματα, ήταν μια διανοητική προσπάθεια να εξηγήσει, με βάση τη σκέψη και τη λογική, και όχι τη μυθολογία, όλα όσα πέφτουν στην αντίληψη του ανθρώπου. Έτσι, κάποιοι από τους Ίωνες φιλοσόφους εξήγησαν την ύπαρξη του Σύμπαντος παίρνοντας ως αρχικό στοιχείο το νερό, άλλοι τη φωτιά, και άλλοι τον αέρα.

Οι Ίωνες φιλόσοφοι επιχείρησαν να εξηγήσουν λογικά την ουσία και τη δομή του κόσμου. Είδαν τον κόσμο ως μια ολότητα, που αποτελείται από αισθητά και μεταξύ τους διακριτά πράγματα, και απορρέει από μια πρώτη αρχή ή από σύνολο αρχών.

Ενόψει της πολυπλοκότητας του θέματος που τους απασχόλησε, οι Ίωνες φιλόσοφοι εξέφρασαν πολλές γνώμες, και διατύπωσαν διάφορες θεωρίες. Δεν πρέπει όμως να κρίνουμε τις θεωρίες των φιλοσόφων αυτών με τις σημερινές κατακτήσεις της επιστήμης, αλλά ούτε και με τις θεωρίες των Ελλήνων φιλοσόφων μετά από τον Σωκράτη, οι οποίοι είχαν μια βάση, μια αρχή, για να αναπτύξουν τις δικές τους θεωρίες.

Σχετικά με τον ‘επιστημονικό’ ή μη χαρακτήρα των προσωκρατικών θεωριών, δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι βασίζονταν μόνο σε παρατηρήσεις εμπειρικών δεδομένων και στην κριτική επεξεργασία τους. Γι’ αυτό δεν πρέπει να τους κρίνουμε με κριτήριο τα επιτεύγματα της επιστήμης στην εποχή μας, δεδομένου ότι ανέπτυξαν τις θεωρίες τους πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια περίπου.

Κύριες πηγές:

Γιάνη Κορδάτου: Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, Αθήνα 1972.
Κυριάκου Σ. Κατσιμάνη – Ευάγγελου Ν. Ρούσσου: Φιλοσοφία, Γ’ Λυκείου, Αθήνα 1984.
Ιάσων Ευαγγέλου, Ελληνικός Πολιτισμός, Αθήνα 1995.
Ε. Π. Παπανούτσου: Η κρίση του πολιτισμού μας, Αθήνα 1989.