Αν με ρωτήσετε θα σας πω πως μ’ αρέσει καλύτερα να βγαίνω την Κυριακή το απόγευμα παρά το Σάββατο. Η Σαββατιάτικη φασαρία, η πολυκοσμία, η ζωηρή νεολαία, δεν μου πάνε πολύ. Λέτε να γέρασα; Κυριακή απόγευμα, όμορφο απογευματινό, πήγα στην παρουσίαση του περιοδικού «Ο Λόγος», στο όμορφο παλιό Δημαρχείο Northcote. Γνωστοί και φίλοι σε ολόκληρη τη γεμάτη αίθουσα. Σε άλλη σελίδα της εφημερίδας σίγουρα θα βρείτε λεπτομέρειες για την παρουσίαση γραμμένες από κάποιο λογοτέχνη, μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού ή κάποιο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου.

Εγώ επιστρέφω στο απόγευμα της περασμένης Κυριακής μου, που καταναλώθηκε στην παρουσίαση του βιβλίου και τη συνάντησή μου με έναν παλιό συμμαθητή και φίλο.

Ωραία η παρουσίαση της 31ης έκδοσης, που έκανε με μεγάλη άνεση η Δρ Σταυρούλα Νικολούδη, συντονίστρια του Προγράμματος Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου La Trobe.

Το τεύχος 31 του περιοδικού είναι αφιερωμένο στο λογοτέχνη –ποιητή Γρηγόρη Χρονόπουλο, ο οποίος ζει στο Σίδνεϊ και λόγω ασθενείας δεν μπόρεσε να παραβρεθεί στην παρουσίαση. Η λογοτέχνης κ. Διονυσία Μούσουρα, που είχε αναλάβει το… βάρος του συντονισμού της εκδήλωσης, αρρώστησε και μας ευχήθηκε καλή επιτυχία από το κρεβάτι του… πόνου.

Την όλη κατάσταση έσωσε ο Νίκος Πιπέρης που, εκτός της παρουσίασης, ανέλαβε και τη δύσκολη αποστολή να μας ανακοινώσει τον επαναπατρισμό του Θύμιου Χαραλαμπόπουλου.

Καλά κάνεις Θύμιο. Όταν κλείνεις τα μάτια σου τα κουρασμένα από το διάβασμα, το φθινοπωρινό δείλι, δύο εικόνες θα ξεδιπλώνονται μπροστά σου, μια με τους ιθαγενείς της Αυστραλίας και μια άλλη με την αυλόπορτα του πατρικού σπιτιού και συντροφιά σου μυρωδιές από βασιλικό και γιασεμί. Καλά κάνεις Θύμιο. Όταν… μεγαλώσω θέλω να σου μοιάσω.

Η Κατερίνα Μπαλούκα με το αστείρευτο χιούμορ και την υπευθυνότητα σε ό,τι αναλαμβάνει, ήταν εκεί, όπως και ο σύζυγός ο Αντώνης, άσσος στη ζαχαροπλαστική και την… κινηματογράφηση. Μίλησα λίγο με τον Κυριάκο και την Ντίνα Αμανατίδου, τον Γιάννη Δημακάκο, τον Νίκο Πιπέρη, τον παλιό συνάδελφο Πάνο Αποστόλου και πολλούς άλλους και πήρα το δρόμο της επιστροφής.

Μόλις βγήκα στην αυλή του κτιρίου με κατεύθυνση τον κεντρικό δρόμο προς εξεύρεση του οχήματος που δεν θυμόμουν πού ακριβώς το είχα αφήσει, άνοιξα το κινητό μου, το οποίο είχα κλείσει κατά τη διάρκεια της παρουσίασης και πήρα τα λιγοστά μηνύματα που είχα. Απάντησα στην αρχηγό της οικογενείας η οποία μου τηλεφωνεί, τις περισσότερες φορές όταν ξέρει ότι δεν μπορώ να απαντήσω και το έκλεισα. Ο κύριος που προπορευόταν οδηγώντας ένα αναπηρικό καροτσάκι πολυτελείας, περίπου συνομήλικός μου, σταμάτησε και γύρισε: «Είσαι ο Κώστας; Τι σε ρωτάω; Σε γνώρισα. Θυμάσαι ποιος είμαι; Έχουμε να βρεθούμε πάνω από είκοσι χρόνια παρά το ότι είχαμε υποσχεθεί ότι θα βρισκόμασταν τουλάχιστον μια φορά το μήνα. Τότε δεν είχα κτυπήσει, δεν είχα τη λιμουζίνα του πεζοδρομίου, όπως λέω το καρότσι μου. Με γνώρισες;»

Ο Γιάννης Σιδέρης, παλιός συμμαθητής, Β’ Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών, γωνία Χέϋδεν και Αχαρνών. Είχαμε βρεθεί παλιά. Άκουσα για κάποιον που έλεγε πως ήταν από την Αθήνα και τον πλησίασα. Μόλις κοιταχτήκαμε βάλαμε τα γέλια. Πηγαίναμε στο ίδιο Γυμνάσιο. Αρχίσαμε να μιλάμε για τον γυμνασιάρχη, τον Πάνο Πάτρα, τον διευθυντή το Βουκίδη και τους συμμαθητές τον Γιάννη Φιλίππου της εταιρείας γαλακτοκομικών ΦΑΓΕ, που τότε ήταν μια μικρή εταιρία και έβγαζε λίγα γιαούρτια. Ο φουκαράς ο Γιάννης Φιλίππου, νύσταζε στη διάρκεια του μαθήματος γιατί ξύπναγε από τα χαράματα ο έρημος, για να βοηθήσει τον πατέρα στο πήξιμο των γιαουρτιών. Τότε πηγαίναμε στο Πανελλήνιο Αθλητικό Κέντρο και αυτός που σήμερα οδηγούσε αναπηρικό καρότσι ήταν από τα σαΐνια του Γυμνασίου μας στο… άλμα εις ύψος.

Κάθισα σε ένα παγκάκι και στάθηκε δίπλα μου. Έγειρε προς το μέρος μου και άρχισε να κλαίει. Με μάτια θολά και καθαρή ακόμη φωνή, άρχισε να περιγράφει το ατύχημα κοιτάζοντας τον ουρανό.

Τι έγινε και πώς έγινε, η κακιά ώρα που λένε, ο τάκος έφυγε και το αυτοκίνητο έπεσε παρασύροντας γρύλους λάδια και ό,τι άλλο βρισκόταν από κάτω από το όχημα.

«Θα βρεθούμε, κοντά μένω, να σου πω τι έπαθα εγώ, τι έπαθε η γυναίκα μου μετά από το περιστατικό και να μιλήσουμε για το σχολειό μας, τους συμμαθητές, τους φίλους, τις πλάκες μας και με τη φαντασία μας να πιούμε καφέ, στην τότε Πλατεία Βικτωρίας, να πάμε στα μπουζούκια του Τζίμη του Χοντρού που ήταν απέναντι και να τρέξουμε μέχρι τη Λιοσίων να προλάβουμε το Έβδομο Θηλέων που σχολούσε και τα κορίτσια περίμεναν».

Ανταλλάξαμε τηλέφωνα και διευθύνσεις και χωρίσαμε.