ΒΕΡΟΛΙΝΟ, Κυριακή (Του Παντελή Βαλασόπουλου).- Ο Αττίλα Ολγκάτς δεν είναι ο πρώτος που μίλησε ανοιχτά για αγριότητες κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο.

Έχουν προηγηθεί άλλοι πριν από χρόνια. Ένας από αυτούς ήταν ο Γιαλτσίν Κιουτσούκ, διανοούμενος της τουρκικής Αριστεράς, αλλά και σύμβουλος του τουρκικού Πενταγώνου κατά την περίοδο Ετσεβίτ, υπηρέτησε ως λοχαγός στον “Αττίλα 2”.

Τον είχαμε συναντήσει, για λογαριασμό του “Έψιλον” της “Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας”, τον Φεβρουάριο του ’98 στο Παρίσι, όπου και ζούσε αυτοεξόριστος, κατηγορούμενος για φιλοκουρδική δράση στην πατρίδα του.

Κλαίγοντας συνεχώς, μας μίλησε για τις αγριότητες κατά αμάχων που ο ίδιος είδε με τα μάτια του στην Κύπρο.

Παραθέτουμε ένα μέρος της συνομιλίας που είχαμε τότε με τον Κιουτσούκ:

Πότε αντικρίσατε για πρώτη φορά το βάρβαρο πρόσωπο της τουρκικής εισβολής;

“Στην Κύπρο είδα πολλά. Χρειάζονται βιβλία ολόκληρα για να περιγράψω τις εμπειρίες μου. Θα σας πω όμως κάποια πράγματα. Κάποια άλλα τα κρατώ για μένα. Κοντά στην περιοχή Πέντε Μίλια μάς χτύπησαν με όλμους. Εμείς όμως συνεχίσαμε και μπήκαμε στο χωριό Ασά. Ήταν φανερό ότι οι Έλληνες δεν πίστευαν ότι εμείς πρόκειται να φτάσουμε στα χωριά τους.

Άρχισαν να τρέχουν για να σωθούν την τελευταία στιγμή. Στα σπίτια που μπαίναμε οι κατσαρόλες ήταν γεμάτες ζεστό φαΐ. Για τους φαντάρους που προέρχονταν από την Ανατολία, ο πλούτος που υπήρχε εκεί ήταν εξωπραγματικός. Τα χρυσαφικά, τα χρήματα, οι οικοσκευές ήταν όλα εκεί. Φαντάζεστε τι ακολούθησε”.

ΕΙΔΑΤΕ ΝΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΝΤΑΙ ΑΜΑΧΟΙ;
“Είδα πολλούς νεκρούς. Και αμάχους. Τα χωράφια ήταν γεμάτα νεκρούς αμάχους. Πολύ άσχημη ιστορία. Στην Κύπρο έμαθα ότι και οι πεθαμένοι κινούνται. Ήταν τέτοια η ζέστη, που τα πτώματα φούσκωναν και άλλαζαν πλευρά. Αφόρητη βρώμα. Πολλοί αξιωματικοί ήταν κατά των αγριοτήτων. Αλλά τι να προλάβουν; Ο καθένας έκανε ό,τι ήθελε. Οι ακροδεξιοί αξιωματικοί είχαν το πάνω χέρι. Οι μεγαλύτερες αγριότητες που είδα έγιναν στο χωριό Τύμπου, όπου σήμερα είναι το τουρκικό αεροδρόμιο. Από εκεί πήγαμε προς τη Λεμεσό.

Οι Έλληνες στρατιώτες μάς έβλεπαν και έτρεχαν. Μπήκαμε χωρίς δυσκολία στην πόλη. Ήταν πολύ εύκολο, δεν συναντήσαμε αντίσταση.

Εκεί άρχισαν και οι μεγάλες λεηλασίες”. Ο Κιουτσούκ μάς μίλησε και για μια ιστορία που τον πονάει πολύ, ξεσπώντας κάθε τόσο σε λυγμούς:

“Απ’ όσα είδα, μια ιστορία ήταν και η πιο απάνθρωπη. Συνέβη στο χωριό Τύμπου, όπου και είχαμε πάει για εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Όλοι οι κάτοικοι είχαν φύγει.

Καθόμουν σε μια αυλή χαλαρώνοντας και έτρωγα σταφύλια.

Τότε άκουσα ριπές και μετά κλάματα και κραυγές στα τουρκικά.

“Θεέ μου, σκότωσα, σκότωσα”, φώναζε κάποιος δικός μας.

Έτρεξα μέσα στο σπίτι και την είδα. Ήταν πεσμένη στο πάτωμα. Ήταν φανερό ότι ήταν ένα καθυστερημένο κοριτσάκι που το είχαν αφήσει μόνο του.

Είχε μικρά χέρια και ήταν μογγολάκι. Αυτά τα χεράκια κάποιοι φαντάροι μας τα είχαν δέσει.

Στη συνέχεια έβαλαν τις κάννες των όπλων τους στη μήτρα της και έριξαν δύο ριπές.

Όταν την πλησίασα ζούσε ακόμη. Χτυπιόταν και αιμορραγούσε από κάτω.

Έπειτα από λίγο έσβησε.

Η οργή μου ήταν τέτοια ώστε χτύπησα μερικούς στρατιώτες.

Την πήραμε με δύο άλλους, τη βάλαμε σε μια κουβέρτα και τη θάψαμε σαν άνθρωπο.

Ακόμη θυμάμαι πολύ καθαρά πού είναι ο τάφος αυτός.

Ο διοικητής μας φώναξε τους δύο φαντάρους που σκότωσαν το κοριτσάκι και τους έδωσε συγχαρητήρια.

Με έπιασαν ξανά τα κλάματα.

Δεν πίστευα αυτά που έβλεπα. Μαζί μου και αρκετοί άλλοι στρατιώτες”.

Ως αξιωματικός του τουρκικού στρατού, γνωρίζετε τι έχουν γίνει οι Έλληνες αγνοούμενοι;

“Θα σας πω κάτι. Σύμφωνα με όσα είδα και έζησα στην Κύπρο, το θέμα των αγνοουμένων έχει τελειώσει. Μην τους ψάχνετε. Δεν μπορώ να σας πω ακριβώς τι έγινε. Είδα πολλούς αιχμαλώτους, έσωσα μάλιστα αρκετούς.

Όμως πιστεύω ότι η ιστορία με τους αγνοούμενους έχει τελειώσει. Το ξέρω, είναι σκληρό για τους δικούς τους…”. *