Τα 300 παλικάρια της Βουλής των Ελλήνων έδειξαν, πάλι, την παλικαριά τους. Μάλλον την έλλειψη παλικαριάς. Χωρίς ίχνος φιλότιμου, έπαιξαν στην κομματική σκακιέρα την υπόληψή τους, μα πιότερο θυσίασαν στο κομματικό συμφέρον τη σχέση τους με «τα εφτά εκατομμύρια» απόδημων Ελλήνων.
Συγχωρήστε με, αλλά θα τα ειπώ όπως τα έχω στο μυαλό – κατά το λαϊκό τραγούδι – για τους 300 της Βουλής των Ελλήνων. Για τους 300 πατέρες του ελληνικού έθνους, που στερούνται του ειδοποιού χαρακτηριστικού του Έλληνα, στερούνται φιλότιμου.

Μετά από ατέρμονες συζητήσεις – βλέπε χοντρά κομματικά παζάρια – οι εκμαυλιστές του απόδημου ελληνισμού καταψήφισαν το διαβόητο νομοσχέδιο «Άσκησης του εκλογικού δικαιώματος, κατά τις βουλευτικές εκλογές, από τους Έλληνες εκλογείς που διαμένουν στο εξωτερικό».

 Στην ονομαστική ψηφοφορία, που έγινε στη βουλή, από τους 267 παρόντες 159 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του ΛΑΟΣ ψήφισαν υπέρ του νομοσχεδίου, 106 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ το καταψήφισαν, ενώ ο ανεξάρτητος βουλευτής, Πέτρος Τατούλης, και ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Γρηγόρης Ψαριανός, δήλωσαν «παρών», δηλαδή δεν ψήφισαν.

Επειδή, δεν υπήρξε η πλειοψηφία 2/3 των μελών του σώματος (200 βουλευτές) που προβλέπει το Σύνταγμα διεκόπη η συζήτηση των άρθρων του πολυσυζητημένου νομοσχεδίου. Μπήκε στο αρχείο το νομοσχέδιο. Ναι, μπήκε στο αρχείο το νομοσχέδιο, με υπαιτιότητα των ανθρώπων που μέχρι προχθές υποστήριζαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι των αποδήμων. Ναι, μπήκε στο αρχείο το νομοσχέδιο που έμελλε να συνδέσει άρρηκτα τους Έλληνες του εξωτερικού με τη γενέτειρά τους ή με τη γενέτειρα των γονέων τους, την Ελλάδα.

Μετά το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας, που οι περισσότεροι περιμέναμε, οι απόδημοι έχουμε, πιστεύω, το δικαίωμα, να μουντζώσουμε και με τα δύο χέρια προς την κατεύθυνση της Βουλής και τα κάστρα των πολιτικών κομμάτων της Ελλάδας και να φωνάξουμε ομαδικά, με στεντόρεια φωνή: Πάρτε τα για να μην σας τα χρωστάμε.
Και λέω ομαδικά, χωρίς κομματικές ή παραταξιακές αποκλίσεις, διότι αυτοί που ψήφισαν το κυβερνητικό νομοσχέδιο και εκείνοι που το καταψήφισαν είναι εξ ίσου ένοχοι συστηματικού εμπαιγμού των αποδήμων. Δεν απαλλάσσεται η κυβέρνηση Καραμανλή των ευθυνών της για την καταψήφιση του νομοσχεδίου με τις μεθοδεύσεις της.  Ομοίως, δεν απαλλάσσεται των ευθυνών του το ΠΑΣΟΚ, διότι ουδέποτε πίστεψε και αυτό στην παροχή δικαιώματος ψήφου στους απόδημους, παρ’ ότι ήταν το πρώτο πολιτικό κόμμα που το είχε θέσει, ως «εθνική ανάγκη», δια στόματος του Ανδρέα Παπανδρέου. Τα δύο κόμματα εξουσίας απέδειξαν ότι δεν στόχευαν την παροχή ισοπολιτείας στους απόδημους Έλληνες, στόχευαν την ψηφοθηρία.

 Ψηφοθηρικά κινήθηκαν μέχρι την τελευταία στιγμή και τα μικρά πολιτικά κόμματα, υποστηρικτές και μη του νομοσχεδίου. Το ΚΚΕ έκρινε τους εκτός Ελλάδας Έλληνες «αναρμόδιους» να αποφασίζουν για την τύχη των εντός των κρατικών τειχών ομογενείς μας, ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε εγγυήσεις για αδιάβλητες εκλογές. Το έτερον μικρό κόμμα, το ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη, συντάχθηκε με την κυβέρνηση, για να διεκδικήσει τους δυσαρεστημένους απόδημους από το χειρισμό του «Μακεδονικού» από την κυβέρνηση Καραμανλή.

 Οφείλω να επαναλάβω, ότι ανήκω στο ποσοστό των αποδήμων που διαφώνησαν, ευθύς εξ αρχής, με την παροχή δικαιώματος ψήφου στους απόδημους, λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης στα πολιτικά κόμματα της Ελλάδας – ανεξαρτήτως χρώματος – να χειριστούν σωστά ένα τόσο ευαίσθητο θέμα. Δικαιώθηκα, μαζί με τις χιλιάδες άλλων διαφωνούντων ομογενών που, επί τη ευκαιρία, είχαμε κατηγορηθεί από παράγοντες των πολιτικών κομμάτων, από τοπικούς κομματάρχες, από το ιδιοτελές ΣΑΕ και από «υποψήφιους βουλευτές» της διασποράς, για απεμπόληση του βασικού δικαιώματός μας να ψηφίζουμε στις βουλευτικές εκλογές.
Η δικαίωση δεν μετριάζει, δυστυχώς, την πικρία για τον ασύστολο εμπαιγμό των Ελλήνων εξωτερικού από την πολιτική ηγεσία της γενέτειρας, πικρία που πρέπει να εκφραστεί προς πάσαν κατεύθυνση με τον πλέον έντονο τρόπο, ώστε να πάψουν τα παχύδερμα της Αθήνας να εκλαμβάνουν ως ηλιθιότητα την αγάπη του ξενιτεμένου Έλληνα για την πατρίδα του.

Οργίζομαι, σκεπτόμενος ότι τις τελευταίες εβδομάδες πέρασαν από τη Μελβούρνη μερικοί από τους εκπροσώπους της ελληνικής βουλής και μάς δήλωναν με συγκίνηση, ότι «εμείς είμαστε οι πραγματικοί Έλληνες, όχι οι Έλληνες του εσωτερικού». Καλά μάς έκαναν κι αυτοί και οι προηγούμενοι, διότι τους τιμάμε, αντί να τους κυνηγάμε. Εύχομαι ν΄ αλλάξουμε τακτική για το καλό μας.