Η τουριστική «ανάπτυξη» στο όνομα της οποίας έθνη και λαοί «κλείνουν ευλαβικά το γόνυ», απειλεί με καταστροφή (φυσική και πολιτιστική) το πανέμορφο Μπαλί, που για αιώνες αντιστάθηκε σε σεισμούς, ηφαιστειακές εκρήξεις και αποικιοκράτες κατακτητές.

Όχι μόνο στις εκπληκτικές παραλίες του, αλλά και στην καρδιά των παρθένων βρόχινων δασών του, έχουν αρχίσει να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια τουριστικές ξενοδοχειακές μονάδες, αλλοιώνοντας έτσι και το φυσικό περιβάλλον και τον χαρακτήρα των φιλόξενων και καλόκαρδων κατοίκων του.

Αν συνεχιστεί η τουριστική «ανάπτυξη» (που όλα δείχνουν ότι όχι μόνο θα συνεχιστεί αλλά θα γιγαντωθεί), μετά από 30 χρόνια δεν θα υπάρχει το Μπαλί, που για να γίνει αυτό που είναι, χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια συνεχούς φυσικής εξέλιξης και χιλιάδες χρόνια ανθρώπινης δημιουργίας.

Το Μπαλί, ένας από τα 18.520 νησιά της Ινδονησίας και ένα από τα 6.000 που κατοικείται για χιλιάδες χρόνια, δεν είναι ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος τόπος που απειλείται από την τουριστική βιομηχανία, που όπως όλες οι καπιταλιστικές βιομηχανίες στόχο έχει τη δημιουργία περισσότερων κερδών και τίποτα άλλο.
Η τουριστική κατανάλωση, μια από τις τελευταίες καπιταλιστικές επινοήσεις δημιουργίας πλούτου, είναι πλέον τόσο σημαντική για την γενικότερη οικονομική ανάπτυξη και μεγέθυνση του καπιταλιστικού κεφαλαίου, που μόνο τα χειρότερα μπορούμε να περιμένουμε.

Εμείς οι Έλληνες που έχουμε, έως ένα βαθμό, ζήσει στο πετσί μας την τουριστική «ανάπτυξη» τα τελευταία 40 χρόνια, είμαστε σε θέση να καταλάβουμε την κακοποίηση που μπορεί να υποστεί, από τη μια, το φυσικό περιβάλλον και, από την άλλη, η κουλτούρα ενός λαού και ο χαρακτήρας των ανθρώπων.

Πολλά ελληνικά νησιά έχουν στην κυριολεξία μεταμορφωθεί τα τελευταία 30 χρόνια, σε τέτοιο βαθμό που πολλά να είναι «ξένα» και εντελώς αγνώριστα.
Μεγαλύτερη ακόμα ζημιά υπέστησαν οι άνθρωποι, με αποτέλεσμα οι σημερινοί κάτοικοι, «ιδιοκτήτες» τουριστικών επιχειρήσεων οι περισσότεροι, να μην έχουν καμιά σχέση με τους πρόσφατους προγόνους τους και τα ήθη και έθιμα του νησιού τους.

Κανείς πλέον δεν ψαρεύει, κανείς δεν καλλιεργεί τη λίγη άγονη γη, κανείς δεν τραγουδά και κανένας δεν χορεύει.
Και όταν χορεύουν χορούς του τόπου τους, το κάνουν «επαγγελματίες» για να προσελκύσουν και να διασκεδάσουν τους τουρίστες. Όνειρο όλων είναι να κάνουν λεφτά (όσο περισσότερα λεφτά μπορούν), να τα επενδύσουν σε τσιμέντο στην Αθήνα (αγοράζοντας…  ακίνητα!) προκειμένου να κάνουν ακόμα περισσότερα λεφτά!
Άσε που η τουριστική «ανάπτυξη» κάνει όλους τους τόπους να χάνουν την ιδιαιτερότητά τους και να μοιάζουν μεταξύ τους σαν δύο σταγόνες νερό.
Πολλές φορές και, κυρίως, γύρω από τις ωραιότερες παραλίες, που δεσπόζουν οι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες και συνωστίζεται η συντριπτική πλειοψηφία των τουριστών, δεν μπορείς να ξεχωρίσεις που ακριβώς βρίσκεσαι.

Γιατί είτε στη Μαγιόρκα της Ισπανίας είσαι είτε στην Ταορμίνα της Ιταλίας, είτε στη Μύκονο και το Μπαλί δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά.
Παντού οι ίδιες ξενοδοχειακές μονάδες, οι ίδιες φίρμες καταστημάτων, τα ίδια κλαμπ, η ίδια μουσική, τα ίδια εστιατόρια και χοντρικά πλέον το ίδιο φαγητό και τρόπος διασκέδασης.

Αν, για παράδειγμα, πας στο Μπαλί για διακοπές με τα γνωστά «πακέτα» που συμπεριλαμβάνουν αεροπορικά εισιτήρια, ξενοδοχείο, πρωινό και επισκέψεις με «γκρουπ» στα τουριστικά «αξιοθέατα» του τόπου, χίλιες φορές καλύτερα να καθίσεις σπίτι σου αφού οι χώροι που συνήθως περνούν τον καιρό τους οι τουρίστες δεν διαφέρει σε τίποτα απ’ αυτούς της Αυστραλίας. Ούτε σε φαγητό ούτε σε διασκέδαση ούτε σε καταστήματα ούτε σε αισθητική.

Ως εκ τούτου, αν αποφασίσετε να πάτε στο Μπαλί μην πάτε με «πακέτο». Ρωτήστε, πού συνήθως πηγαίνουν οι Αυστραλοί, και διαλέξετε να πάτε όσο πιο μακριά τους γίνεται. Με το Fitzroy Street της St. Kilda (και, μάλιστα, στις πιο κακές του στιγμές) μοιάζει το βράδυ η πολυδιαφημισμένη Κούτα.

Η μαγεία όλη βρίσκεται στο μη τουριστικά «αξιοποιημένο» – ακόμα – Βόρειο Μπαλί. Μόνο εκεί μπορείτε να καταλάβετε ότι έχετε πάει σε άλλο τόπο.
Το Μπαλί είναι ένα από τα έξι χιλιάδες νησιά της Ινδονησίας που κατοικείται και ο αριθμός των κατοίκων φτάνει τα 3.200.000. Αυτό είναι και το μόνο νησί όπου κυριαρχεί η ινδουιστική θρησκεία.

Οι μουσουλμάνοι – που αποτελούν και τη μεγάλη πλειοψηφία της χώρας – είναι εγκατεστημένοι στο ανατολικό Μπαλί, που συνορεύει με την Ιάβα και όπου κατοικεί το 42% από το σύνολο των 237.000.000 κατοίκων της Ινδονησίας.

Η διαφορά μεταξύ του μουσουλμάνων και ινδουιστών είναι εμφανής δια γυμνού οφθαλμού. Είναι σαν να πηγαίνεις σε δύο εντελώς διαφορετικές χώρες.
Οι ινδουιστές είναι πιο φιλόξενοι, πιο ευγενικοί και πιο εγκάρδιοι σε σχέση με τους μουσουλμάνους που δείχνουν πιο «κλειστοί» και απρόσιτοι. Αυτό το διαπιστώσαμε καλύτερα όταν επισκεφτήκαμε και το νησί Λόμποκ, που έχει σχεδόν το ίδιο μέγεθος και τον ίδιο αριθμό κατοίκων, με τη διαφορά ότι στο δεύτερο το 95% είναι μουσουλμάνοι, όπως και στην Ιάβα.

Είναι, πραγματικά, σαν να πήγαμε σε μια χώρα που βρίσκεται 50 χρόνια πίσω.

Τον ισλαμισμό «μετέφεραν» στην Ινδονησία – μια χώρα 300 διαφορετικών φυλών και ακόμα περισσότερων γλωσσών και διαλέκτων – οι Άραβες έμποροι τον 13ο αιώνα, ενώ δεν χρειάστηκαν παρά 300 χρόνια για να γίνει η κυρίαρχη θρησκεία.

Σήμερα η Ινδονησία των 237.000.000 ανθρώπων είναι η πιο αμιγώς ισλαμική χώρα του κόσμου, αν και ο ινδονησιακός ισλαμισμός διαφέρει, γιατί έχει δεχτεί επιρροές από τον βουδισμό και ινδουισμό, που «μετανάστευσαν» από την Κίνα, την Ινδία και άλλες χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας γύρω στο 700 μ.Χ.
Να προσθέσουμε εδώ ότι οι Ευρωπαίοι ανακάλυψαν την Ινδονησία το 1512, όταν έφτασε εκεί ένα πορτογαλικό εμπορικό πλοίο και το οποίο έφυγε με πολλά καινούργια προϊόντα και, κυρίως, μπαχαρικά που μέχρι τότε ήταν άγνωστα στην Ευρώπη.
Τους Πορτογάλους ακολούθησαν το 1602 Ολλανδοί και Εγγλέζοι, οι οποίοι και άρχισαν να φιλονικούν μεταξύ τους για το ποιος θα βάλει στο χέρι τα πανέμορφα και πλούσια αυτά τροπικά νησιά.

Τελικά, επικράτησαν οι Ολλανδοί που την εποχή εκείνη κυριαρχούσαν στον Ειρηνικό Ωκεανό και μέσω τις εταιρίας των «Ανατολικών Ινδιών», όπως την ονόμαζαν, εκμεταλλεύτηκαν τα νησιά της Ινδονησίας μέχρι το 1800 που χρεοκόπησε η εταιρία, οπότε και ανακήρυξαν την χώρα ολλανδική κτήση.

Οι Ολλανδοί παρέμειναν αφέντες της Ινδονησίας μέχρι και τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν έφτασαν εκεί οι Ιάπωνες. Η Ινδονησία ανακηρύχτηκε ανεξάρτητο κράτος το 1947, ενώ οι Ολλανδοί παρέμειναν στην Δυτική Νέα Γουϊνέα, που τώρα ανήκει στην Ινδονησία, μέχρι και το 1964.
Όλες φωτογραφίες είναι από το μαγικό Βόρειο Μπαλί.