Ακόμη ένα βήμα μπροστά φαίνεται ότι έκαναν επιστήμονες της Μελβούρνης στην προσπάθειά τους να θεραπεύσουν τη σχιζοφρένεια από την οποία υποφέρει το 1% του πληθυσμού της Αυστραλίας.

Η ανακάλυψη στηρίζεται στο ότι σε έναν από τους τέσσερις σχιζοφρενείς υπάρχει έλλειψη μιας συγκεκριμένης πρωτεΐνης στο περίβλημα του εγκεφάλου, γεγονός που θα οδηγήσει σε έγκαιρη διάγνωση και αποτελεσματικότερη θεραπεία.

Η ανακάλυψη αυτή η οποία έγινε από επιστήμονες του Mental Research Health Institute, παραλληλίζεται με την ανακάλυψη ότι ο διαβήτης τύπου 1 και ο διαβήτης τύπου 2 είναι δύο διαφορετικές ασθένειες που απαιτούν διαφορετική θεραπευτική αγωγή.

«Το ίδιο ακριβώς μπορούμε να πούμε για τη σχιζοφρένεια», δήλωσε ο καθηγητής Brian Dean, επικεφαλής 15μελούς ομάδας επιστημόνων που τα τελυταία 15 χρόνια προσπαθεί να εντοπίσει τα αίτια της σχιζοφρένειας.

«Τώρα μπορούμε να ερευνήσουμε έναν τύπο σχιζοφρένειας μεμονωμένα, επομένως είναι ευκολότερο να εντοπίσουμε τις αλλαγές που έχουν σημειωθεί στον εγκέφαλο του ασθενούς. Αυτό το σημαντικό βήμα μάς βοηθά να βρούμε τις πιθανές αιτίες και, στη συνέχεια, μια πιο αποτελεσματική θεραπεία».

Μέχρι τώρα, τα συμπτώματα τα οποία συνδέονταν με την ασθένεια αυτή ήταν παραισθήσεις, κοινωνική απομόνωση και παραμελημένη εμφάνιση.
«Τώρα ανακαλύψαμε ότι το 25% των ατόμων που πάσχει από σχιζοφρένεια, έχει χάσει το 80% της πρωτεΐνης του εγκεφάλου που είναι γνωστή ως muscarinic M1 receptor. Το επόμενο βήμα είναι να εντοπίσουμε την αιτία που συνέβη αυτό και να προχωρήσουμε στην κατάλληλη θεραπεία».