Ο ρατσισμός αναβιώνει επικίνδυνα στη Βικτωρία και απειλεί να διασπάσει τον κοινωνικό ιστό. Άγνωστες ομάδες ρατσιστών έχουν κάνει στόχο Ινδούς φοιτητές και τους χτυπούν ανελέητα, ενώ το επίσημο κράτος παρακολουθεί ανήμπορο – κατά άλλους απρόθυμο – να επέμβει.

Η «διαφορετικότητα» των Ινδών προκαλεί τα ρατσιστικά στοιχεία της κοινωνίας μας, όπως τα προκαλούσαν παλαιότερα οι Έλληνες, οι Ιταλοί, οι Σλάβοι, οι Κινέζοι και άλλες μη αγγλοσαξονικές, εθνοτικές ομάδες. Το χρώμα του δέρματος, ο τρόπος ενδυμασίας, οι πολιτισμικές και θρησκευτικές διαφορές των Ινδών, προκαλούν κάποιους ανεγκέφαλους, λάτρεις της φυλετικής και πολιτισμικής «ομοιογένειας» της αυστραλιανής κοινωνίας και τους μεταμορφώνουν σε επιθετικά κτήνη χωρίς ίχνος σεβασμού για την ανθρώπινη ζωή.

Κατά τα φαινόμενα, στη Βικτωρία περάσαμε το στάδιο των λεκτικών επιθέσεων (racial vilification) εναντίον συμπολιτών μας μη αγγλοσαξονικής καταγωγής και εισήλθαμε στη φάση της βίαιης αντιμετώπισης «ανεπιθύμητων» μεταναστών, φοιτητών και επισκεπτών – μιμούμεθα τους ρατσιστές του Σίδνεϊ, που συγκρούστηκαν βίαια με τους μουσουλμάνους στην παραλία της Κρουνάλα και άλλες περιοχές της κοσμοπολίτικης αυτής μεγαλούπολης της Νέας Νότιας Ουαλίας.
Η μελανή εικόνα της διχασμένης κοινωνίας, που μετέδωσαν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης κατά την περίοδο των ρατσιστικών συγκρούσεων στο Σίδνεϊ, επαναλαμβάνεται – δυστυχώς – και ενισχύει την εντύπωση ότι η Αυστραλία, ενάντια στις διακηρύξεις της υπέρ του πολυπολιτισμού – είναι μία ρατσιστική χώρα με μικρή ή μηδενική ανοχή στη διαφορετικότητα.

Τούτη τη φορά τα έργα των ρατσιστών απειλούν να διαταράξουν τις σχέσεις της Αυστραλίας με τη γειτονική Ινδία, που δια στόματος του πρωθυπουργού της εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για τις αλλεπάλληλες επιθέσεις σε πολίτες της. Πίσω από τις κομψές δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών της Ινδίας και διπλωματικών αντιπροσώπων της στην Αυστραλία κρύβεται ένας βαθύς προβληματισμός για τις αναίτιες επιθέσεις σε Ινδούς φιλοξενουμένους μας ή μόνιμους κατοίκους της Αυστραλίας.
Όμως, ο διεθνούς φήμης κινηματογραφικός αστέρας της Ινδίας, Amitabh Bachchan, αντέδρασε  ωμά στις επιθέσεις σε ομογενείς τους, που σύμφωνα με   χθεσινές καταγγελίες πληθαίνουν και στο Σίδνεϊ,  αρνούμενος – σε ένδειξη διαμαρτυρίας – τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα, που του προσέφερε το Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας  Κουηνσλάνδης (Queensland University of Technology).

Η καταδικαστέα συμπεριφορά των ρατσιστών απειλεί να ζημιώσει και την αυστραλιανή οικονομία. Η Αυστραλία φιλοξενεί σήμερα εκατό χιλιάδες, περίπου, Ινδούς φοιτητές, οι οποίοι ενισχύουν την εθνική οικονομία με 15 δις δολάρια, περίπου, ετησίως. Το εισόδημα αυτό θα διακοπεί εάν οι βίαιες επιθέσεις συνεχιστούν και αποθαρρύνουν ενδιαφερόμενους Ινδούς να σπουδάσουν στην Αυστραλία.Ταυτόχρονα, οι αναίτιες επιθέσεις στους Ινδούς υπονομεύουν τον πολυπολιτισμό ως πολιτική ανοχής στη φυλετική και πολιτισμική διαφορετικότητα. 

 Τα αυξανόμενα κρούσματα βίας εναντίον συγκεκριμένης φυλετικής ομάδας, των Ινδών, επαναφέρουν στην επικαιρότητα την ερμηνεία των ρατσιστικών συγκρούσεων των William Du Bois * και Gordon Allport **. Ο κοινωνιολόγος και ιστορικός Du Bois θεωρεί, ότι σε κάθε κοινωνία υπάρχει μία «πολιτισμική πλειονότητα» η οποία αυτοαναγορεύεται προστάτιδα των κοινωνικών και πολιτισμικών θέσμιων της κοινωνίας της. Η πλειονότητα αυτή αντιδρά μεροληπτικά και, συχνά, βίαια εναντίον «πολιτισμικών μειονοτήτων», μειονοτήτων με διαφορετικά εξωτερικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά.

Κατά τον Du Bois η διακριτική και συχνά βίαιη συμπεριφορά της «πολιτισμικής πλειονότητας» είναι το μέσον που χρησιμοποιεί η ομοιογενής, πολιτισμικά, πλειοψηφία του πληθυσμού – στην περίπτωση της Αυστραλίας η αγγλοσαξονική πλειοψηφία – για να «προστατεύσει» τις αρχές, τις αξίες, τον πολιτισμό της, τη φυλετική καθαρότητά της.

 Ο ψυχολόγος, Gordon Allport, αποδίδει τις φυλετικές διακρίσεις και προκαταλήψεις στην αυθαίρετη δημιουργία σε κάποιες κοινωνίες «εσωτερικών» και «εξωτερικών ομάδων» πολιτών. Η «εσωτερική» ομάδα εκπροσωπεί φυλετικά, πολιτισμικά, θρησκευτικά τη γηγενή πλειοψηφία και «οι εξωτερικές ομάδες» είναι οι διαφορετικοί, δηλαδή οι πολίτες διαφορετικής φυλετικής και πολιτισμικής προέλευσης.

 Η «πολιτισμική πλειονότητα» ή η «εσωτερική ομάδα» της κοινωνίας της Νέας Νότιας Ουαλίας προκάλεσε προ διετίας το φυλετικό πόλεμο στην Κρουνάλα, για  να «προστατεύσει» την πολιτισμική της ταυτότητα από τους διαφορετικούς, πολιτισμικά, μουσουλμάνους.

Τη δραστηριοποίηση «πολιτισμικών πλειονοτήτων» ή «εσωτερικών ομάδων» κατά συγκεκριμένων «πολιτισμικών μειονοτήτων» ή «εξωτερικών ομάδων» ενθαρρύνουν η ποιότητα της αστυνόμευσης κάθε κοινωνίας, η αντιμετώπιση των μειονοτήτων από τα μέσα ενημέρωσης κάθε κοινωνίας, η πρόθεση της πολιτικής εξουσίας να προστατεύσει τις μειονότητες από επιθετικές πλειονότητες και η διάθεση της δικαστικής εξουσίας να τιμωρεί παραδειγματικά το ρατσισμό και τους ρατσιστές.

 Στη Βικτωρία, κυρίως στη Μελβούρνη, όπου η «πολιτισμική πλειονότητα» ή «εσωτερικές ομάδες» έχουν κηρύξει πόλεμο στους Ινδούς φοιτητές, η αστυνόμευση είναι υποτυπώδης, κατά δε τους Ινδούς φοιτητές η συμπεριφορά της αστυνομίας απέναντί τους είναι «μεροληπτική». Η αντιμετώπιση των μειονοτήτων από τα μέσα ενημέρωσης, ιδιαίτερα από τα πανίσχυρα, ανεξέλεγκτα ιδιωτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, ποικίλει από ανεύθυνη, εμπρηστική, μέχρι εγκληματική – θυμόμαστε όλοι τη συμπεριφορά μερίδας των μέσων ενημέρωσης της Νέας Νότιας Ουαλίας την περίοδο των φυλετικών συγκρούσεων και γνωρίζουμε τον γενικότερο τρόπο αντιμετώπισης μεταναστών και εθνικών ομάδων από το «mainstream media».

Η πολιτική εξουσία αντιδρά κατ’ επιλογήν  στις ρατσιστικές επιθέσεις σε εθνικές ομάδες-στόχους από «την πολιτισμική πλειονότητα» ή αγνοεί παντελώς καταγγελίες για διασυρμό μειονοτήτων από τα μέσα ενημέρωσης, δημόσια πρόσωπα, εξτρεμιστικές οργανώσεις κ.ά. Φοβούμενοι το πολιτικό κόστος της καταλυτικής επέμβασής τους σε φυλετικές συγκρούσεις, οι πολιτικοί, παραμένουν παθητικοί θεατές.

Παθητικός θεατής και η δικαστική εξουσία, ακόμη και σε περιπτώσεις που δικαιολογούν την αυτεπάγγελτη παρέμβασή της για την παραδειγματική τιμωρία ενόχων για διασυρμό – με φυλετικά κίνητρα – ατόμων, μεταναστευτικών κοινοτήτων και εθνοτικών ομάδων.

 Σημειώνεται, ότι η Αυστραλία έχει συνυπογράψει τη Συμφωνία Καταπολέμησης Όλων των Μορφών Φυλετικού Διασυρμού (The Convention on the Elimination of all Forms of Racial Vilification) (το 1966) το Άρθρο (4) της οποίας υποχρεώνει τα συνυπογράφοντα κράτη «να τιμωρούν δια νόμου τη μετάδοση ιδεών θεμελιωμένων στη φυλετική υπεροχή ή μίσος, την υποκίνηση σε φυλετικές διακρίσεις, καθώς επίσης και τη βία, ή την υποκίνηση σε βίαιες πράξεις εναντίον οποιασδήποτε φυλής ή εθνικής ομάδας».
Σημειώνεται, επίσης, ότι ο αυστραλιανός Νόμος Κατά Των Φυλετικών Διακρίσεων (Racial Discrimination Act 1995) απαγορεύει το διασυρμό, την ταπείνωση, την προσβολή ή τον εκφοβισμό, δημοσίως, πολιτών διαφορετικής εθνότητας.

 Σημειώνεται, ακόμη, ότι το 1992 η τότε Εργατική κυβέρνηση της Βικτωρίας είχε αναθέσει σε ομάδα ειδικών, με επικεφαλής τον αντιπρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας του Εργατικού Κόμματος, Δημήτρη Δόλλη ***, τη σύνταξη νόμου κατά των δραστικών ρατσιστικών επιθέσεων (racial vilification) σε μετανάστες.
Παρά ταύτα, είναι δακτυλομετρούμενες οι περιπτώσεις δίωξης επώνυμων ή ανώνυμων πολιτών για φραστική απειλή, εκφοβισμό ή κακοποίηση μεταναστών από ρατσιστές. Η απροθυμία του συστήματος να τιμωρήσει αυστηρά τη ρατσιστική συμπεριφορά, ενθαρρύνει τα ακραία στοιχεία τη κοινωνίας μας σε πράξεις που δεν τιμούν τους ιδίους και την Αυστραλία. Η απάθεια των κυβερνώντων, η ανεπάρκεια της αστυνομίας και η διστακτικότητα της δικαστικής εξουσίας να παρέμβει, ενθαρρύνουν τους ρατσιστές σε πράξεις βίας που δημιουργούν κλίμα φόβου και δυσφημίζουν τη χώρα διεθνώς.

Οι τελευταίες επιθέσεις σε Ινδούς φοιτητές θα περνούσαν – και αυτές – απαρατήρητες αν δεν αντιδρούσαν έντονα η κυβέρνηση της Ινδίας και οι ίδιοι οι φοιτητές. Θα καταγράφονταν ως περιστατικά βίας στα αστυνομικά δελτία και θα έμπαιναν στο αρχείο. Η άμεση, έντονη αντίδραση της κυβέρνησης της Ινδίας και η μαζική κινητοποίηση των Ινδών φοιτητών υποχρέωσαν την κεντρική κυβέρνηση της χώρας, την κυβέρνηση Μπράμπι και την πολιτειακή αστυνομία να αντιδράσουν στη συνεχιζόμενη βία σε βάρος των φιλήσυχων, νομοταγών Ινδών.Υπό πίεση, να δράσουν, ο πρωθυπουργός της χώρας, Κέβιν Ραντ, συγκρότησε ομάδα ειδικών με επικεφαλής τον κορυφαίο σύμβουλό του σε θέματα εθνικής ασφάλειας, η οποία θα σχεδιάσει την κρατική στρατηγική καταστολής της ρατσιστικής βίας. Ξαφνικά και αναπάντεχα ευαισθητοποιήθηκε και η κοινοπολιτειακή βουλή και ασχολήθηκε με το θέμα.

Όψιμη ευαισθησία δείχνει και η κυβέρνηση Μπράμπι. Στην αρχή της εβδομάδας, ο πολιτειακός υπουργός Δικαιοσύνης, Ρομπ Χαλς, δημοσιοποίησε την πρόθεση της κυβέρνησης να καθιερώσει εξουθενωτικές ποινές για ενόχους ρατσιστικών επιθέσεων. Ο νέος νόμος, εξήγησε ο υπουργός, θα χαρακτηρίζει «εγκλήματα μίσους» την πρόκληση σωματικών βλαβών – με ρατσιστικό κίνητρο – και οι ποινές που θα επιβάλλουν τα δικαστήρια θα είναι ισοπεδωτικές.

 Μην ενθουσιάζεστε, διότι κανένας νόμος δεν επιτυγχάνει αποτελέσματα αν δεν γίνει αποδεκτός από την κοινωνία στην οποία απευθύνεται. Και για να γίνει αποδεκτός ένας νόμος από την κοινωνία, στην οποία απευθύνεται, πρέπει να περικλείει τις βασικές αξίες της. Στην περίπτωση της Αυστραλίας να περιλαμβάνει αξίες του ισχυρού αγγλοσαξονικού κατεστημένου, παρά το γεγονός ότι η Αυστραλία είναι, πλέον, πολυφυλετική πολυπολιτισμική χώρα. Ο νόμος που ευαγγελίζεται ο κ. Χαλς και κάθε νόμος του κοινοπολιτειακού και των πολιτειακών κοινοβουλίων, δεν θα επιτυγχάνουν τα ζητούμενα αποτελέσματα, εάν δεν καταλύουν τα αγγλοσαξονικά στεγανά της κοινωνίας μας. Εάν δεν αντανακλούν τη σημερινή πραγματικότητα της Αυστραλίας, εάν δεν συμπράτουν στην αλλαγή νοοτροπιών και συμπεριφορών.

 Οι κυβερνήσεις, κοινοπολιτειακή και πολιτειακές, μάλλον θα πρέπει να επικεντρώσουν την προσοχή τους στην παιδεία, διότι η παιδεία αλλάζει συμπεριφορές και νοοτροπίες και καθιστά δυνατή την αρμονική συμβίωση πολιτών διαφορετικών φυλετικών και πολιτισμικών καταβολών. Οι νόμοι είναι χρήσιμοι από τη στιγμή που ο παραβάτης τους συλλαμβάνεται από τα εξουσιοδοτημένα όργανα του κράτους.

 Εν τω μεταξύ, οι Ινδοί φοιτητές ζουν σε καθεστώς φόβου για τη σωματική ακεραιότητά τους κάθε φορά που βγαίνουν από την πόρτα του σπιτιού τους ή από την κεντρική πύλη του πανεπιστημίου στο οποίο φοιτούν.

* DuBois W. (1969). The souls of black folks. New York: Signet.
** Allport G. (1954) The Nature of Prejudice, Cambridge, MA:Addison Wesley
*** Dollis, D., Golberg, A., Charlesworth, H., Jockel, M., Szare, J., and Wooton, R. (1992), Racial Vilification in Victoria. Report to Advise the Attorney-General on Racial Vilification. Victorian Government: Melbourne.