Η φιλοσοφία της καθημερινότητας που διατυπώνεται κυρίως από τον απλό, ολιγογράμματο λαό, ονομάζεται «θυμοσοφία». Πολλές φορές η απλή αυτή λαϊκή θυμοσοφία χώνεται μέσα στα λαϊκά άσματα και γαργαλάει το μυαλό μας. Εντύπωση προκαλεί λ.χ. η κατηγορηματική τραγουδιστική δήλωση, που λέει: «Μία είναι η ουσία, δεν υπάρχει αθανασία». Αλλά άκουσα κι ένα άλλο λαϊκό άσμα, πού λέει ετούτο εδώ το χαριτωμένο: «Θεέ μου, να τους έδενες, ποτέ να μην τους έλυνες, τους Έλληνες»!

Πολλά λέγονται για τον σύγχρονο Νεοέλληνα: ότι είναι Τούρκος που πιστεύει ότι είναι Ιταλός. Ότι ταυτόχρονα τα έχει καλά και με τη θρησκεία και με τη σεξουαλικότητα. Ότι είναι περήφανος χωρίς να ξέρει τον λόγο. Ότι αγαπά την πατρίδα που καταστρέφει, πετά σκουπίδια στην Ελλάδα που αγαπά. Ότι θεωρεί πρότυπο ζωής αυτό που δεν τον βαραίνει. Ότι πιστεύει πως μπορεί να ζει πλούσια, ανεξάρτητα αν το δικαιούται ή αν μπορεί. Ότι όταν θέλει να επιδείξει την ανωτερότητά του, που πιστεύει ότι έχει, επικαλείται τους αρχαίους Έλληνες, κι όταν θέλει να δικαιολογήσει τη μιζέρια του, τότε λέει πως φταίνε τα τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς στους Τούρκους, κλπ, κλπ.

Επειδή έχω χάσει την άμεση καθημερινή επαφή με τους ελλαδικούς Νεοέλληνες, δεν θα μιλήσω εγώ γι’ αυτούς. Προτιμώ να μιλήσουν οι ίδιοι για τον εαυτό τους.

Η ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ

Σε τηλεοπτική εκπομπή άκουσα την ψυχολόγο Μαριέττα Πεπελάση να λέει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
 «Θα έλεγα ότι ο Νεοέλληνας μέσα του αισθάνεται έναν πολύ βαθύ και ουσιαστικό φόβο. Περιβάλλεται από πάρα πολλές απειλές . . . Τον έχουνε μεταλλάξει σ’ ένα καταναλωτικό ον και τον έχουνε μεταλλάξει σ’ έναν άνθρωπο δίχως αυτογνωσία, δίχως συνειδητότητα και δίχως υψηλή αίσθηση εαυτού. Επομένως, από κει και πέρα είναι έρμαιο των όποιων τάσεων και των όποιων ροπών που έρχονται είτε από εξωτερικό είτε από τον ελληνικό χώρο . . . Υπάρχουν όμως και οι άλλοι, οι οποίοι έχουνε ήθος, έχουνε αξίες, έχουνε ποιότητα και αντιστέκονται σε όλα αυτά τα ρεύματα».

Όμως γιατί ο Νεοέλληνας πιστεύει ότι ανήκει σε εκλεκτό λαό, ότι οι πάντες τον επιβουλεύονται και όλα τα κακά είναι αποτέλεσμα διεθνών συνομωσιών σε βάρος του, ότι ο ξένος είναι κουτόφραγκος, ενώ αυτός είναι πάντα ο πιο έξυπνος, ο πιο γενναίος και σχεδόν πάντα νικητής; Η ψυχολόγος Πεπελάση απαντά:
 «Αυτό είναι ενδεικτική συμπεριφορά του ανθρώπου που νιώθει ανασφαλής, που νιώθει ότι δεν έχει υψηλή αίσθηση αξίας εαυτού, και προκειμένου να ανυψώσει τον εαυτό του, βρίσκεται στη βαθύτερη εσωτερική ανάγκη να πρέπει να υποτιμήσει και να υποβιβάσει τον απέναντί του, για να μπορέσει να έχει ο ίδιος την ψευδαίσθηση ότι είναι σημαντικός, ενώ ο άλλος μπροστά του είναι ασήμαντος».

Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Στην ίδια τηλεοπτική εκπομπή, ο συγγραφέας Πέτρος Τατσόπουλος λέει ότι οι Νεοέλληνες «έχουν όλα τα μειονεκτήματα του Ανατολίτη, την εμμονή στις απόψεις τους, στον αυταρχισμό, το φωνακλάδικο, στο να σε διακόπτουν, να μη σ’ αφήνουν να πεις τη γνώμη σου, να νομίζουν ότι οι απόψεις σου είναι το κενό που μεσολαβεί ανάμεσα σ’ αυτά που είπανε πριν και σ’ αυτά που θα πουν μετά, και ταυτόχρονα δεν έχουνε το φόβο του Ανατολίτη. Δε φοβούνται ότι η μυστική αστυνομία είναι έξω από το στούντιο να σε παραλάβει επειδή είπες κάτι εναντίον της κυβέρνησης. Οπότε, αυτός ο συνδυασμός φτιάχνει μια πολύ εκρηκτική ιδιοσυγκρασία».

Σχετικά με το ποιος είναι ο Νεοέλληνας, ο Τατσόπουλος λέει: «Και ο ίδιος [ο Νεοέλληνας] δεν ξέρει ακριβώς τι είναι. Ο ίδιος έχει μια εικόνα για τον εαυτό του. Οι ξένοι έχουνε μια άλλη εικόνα γι’ αυτόν. Και στην πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει είναι ότι δεν ισχύει ούτε η εικόνα που έχουμε εμείς για τον εαυτό μας ούτε και αυτό που πιστεύουνε οι ξένοι για μας, αλλά ένας συνδυασμός. Εμείς τι πιστεύουμε για τον εαυτό μας; Οι περισσότεροι Νεοέλληνες θεωρούν, πρώτα απ’ όλα, τον εαυτό τους δυτικό. Θεωρούν ότι ανήκουν στον δυτικό κόσμο. Αυτοί είναι οι δυτικοί και βλέπουνε με κάποια περιφρόνηση τους εξ ανατολών γείτονες. Οι δυτικοί δεν μας θεωρούν δυτικούς: μας θεωρούν ένα υβρίδιο, μεσοβέζικο. Μας θεωρούν τους λιγότερο δυτικούς, τους πιο Ανατολίτες από τους δυτικούς. Δύσκολα μας εντάσσουν μέσα στον κορμό του δυτικού κόσμου . . .» Και συνεχίζει: «Ο Έλληνας έχει μια τρομερή ιδέα για τον εαυτό του. Έχει μια τρομαχτική αλαζονεία σε συνδυασμό με τον απομονωτισμό. Δεν θέλει να ξέρει πολλά-πολλά για τους γείτονές του – και δεν ξέρει πολλά. Εξ ου και συμβαίνει το οξύμωρο: ενώ βλέπει τηλεόραση (είναι δεύτερος σε τηλεθέαση στην Ευρώπη), ταυτόχρονα είναι από τους λιγότερο καλά ενημερωμένους πολίτες της Ευρώπης. Δεν ξέρει τίποτε για τη γειτονιά του. Δεν ξέρει τίποτε πέρα από τα πολύ-πολύ μικρά κουτσομπολιά που αφορούν τη χώρα του».

Τέλος, ο κριτικός θεάτρου Κώστας Γεωργουσόπουλος λέει κάτι το πολύ σημαντικό: «Ο ήρωας από τον οποίο ξεκινάμε ουσιαστικά εμείς οι Νεοέλληνες είναι ο Διγενής. Σκεφτόμαστε ποτέ ότι ο Διγενής είναι ακριβώς διγενής; Δηλαδή, ουσιαστικά η μάνα του είναι Ανατολίτισσα ή μουσουλμάνα και ο πατέρας του κάποιος Ρωμιός (;), ή και το αντίθετο: η μάνα χριστιανή και ο πατέρας εμίρης. Διγενής σημαίνει ένας άνθρωπος που έχει δύο γένη, έχει δύο ηθικές, έχει δύο θρησκευτικές παρακαταθήκες, έχει διπλή ταυτότητα. Αυτό οι αρχαίοι δεν το είχαν».

Όχι, δεν το είχαν. Δεν είχε περάσει από πάνω τους ο ισοπεδωτικός Χριστιανισμός, το πολυεθνικό και πολυφυλετικό θεοκρατικό Βυζάντιο, η μακραίωνη τουρκοκρατία. Η ταυτότητά τους ήταν ξεκάθαρα ελληνική. Ήταν Έλληνες γιατί σκέφτονταν ελληνικά. Γι’ αυτό μιλώ για αρχαίους Έλληνες και Νεοέλληνες – δύο διαφορετικά πράγματα. Ο μόνος συνδετικός κρίκος ανάμεσά τους είναι τα κολοσσιαία πολιτικά τους λάθη και η ατελεύτητη αναμεταξύ τους φαγωμάρα.