Η αναλογία είναι 10-80-10. Δηλαδή, σε μια καταστροφή οι 10 στους 100 ανθρώπους θα πανικοβληθούν, οι 80 θα παγώσουν και μόνο 10 θα πάρουν ήρεμα τις σωστές αποφάσεις που θα τους σώσουν τη ζωή.

Ποιες είναι, λοιπόν, αυτές οι σωτήριες επιλογές; Γιατί κάποιοι ζουν και άλλοι πεθαίνουν; Υπάρχει τρόπος να αυξήσουμε τις πιθανότητες επιβίωσης;
Oι άνθρωποι σπανίως πανικοβάλλονται. Αυτό, τουλάχιστον, έδειξε έρευνα που έγινε σχετικά με καταστάσεις έκτακτης ανάγκης τόσο διαφορετικές μεταξύ τους όπως οι βομβαρδισμοί του Λονδίνου, ο σεισμός στο Κόμπε της Ιαπωνίας το 1995 και οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη. Όμως ούτε σπεύδουν να δράσουν. Οι περισσότεροι «παγώνουν» μέχρις ότου κάποιος τους δώσει οδηγίες για το τι να κάνουν.

Αυτό ακριβώς το φαινόμενο είναι το θέμα της έρευνας του δρος Τζον Λιτς του Πανεπιστημίου του Λάνκαστερ, ενός από τους πλέον έγκυρους επιστήμονες, διεθνώς, στον τομέα της Ψυχολογίας της επιβίωσης. Στον Λιτς δημιουργήθηκαν πολλές απορίες τον Μάρτιο του 1987, όταν 193 από τους 539 επιβάτες του πλοίου «Ηerald of Free Εnterprise» έχασαν τη ζωή τους μετά την ανατροπή του έξω από λιμάνι του Βελγίου. Τα νερά ήταν ρηχά και τα σωστικά συνεργεία έφθασαν σχεδόν αμέσως. Πώς, λοιπόν, τόσοι πολλοί πνίγηκαν τόσο κοντά στην ακτή, την ώρα που ο καιρός ήταν καλός; Ο καθηγητής πιστεύει ότικάποιοι άνθρωποι γίνονται «επιρρεπείς στον θάνατο». Δεν υπάρχει κάτι μεταφυσικό σε αυτήν τη διαδικασία, λέει στον δημοσιογράφο των «Sunday Τimes». «Όλα οφείλονται στο μυαλό μας. Κάτι γίνεται δυσλειτουργικό και αυτό οδηγεί στο να μην πάρουμε τις σωστές αποφάσεις».

Ο Λιτς δεν είναι απλώς ακαδημαϊκός. Έχει υπηρετήσει στη Βρετανική Αεροπορία, πήγε στο Ιράκ το 2003 και ειδικεύεται στην εκπαίδευση μελών των Ειδικών Δυνάμεων ώστε να επιβιώνουν σε κάθε περιβάλλον. Κυρίως τούς μαθαίνει το για «σύνδρομο της δυσπιστίας» όπως το αποκαλεί. Οι περισσότεροι άνθρωποι στη διάρκεια μιας καταστροφής δεν πιστεύουν αυτά που βλέπουν. Λένε στον εαυτό τους ότι δεν μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο και έτσι συνεχίζουν αυτό που θα έκαναν υπό νορμάλ συνθήκες, υποτιμώντας τον κίνδυνο. Κάποιοι ειδικοί ονομάζουν αυτήν τη λειτουργία «ανάλυση-παράλυση». Το στρες σε μια έντονη κατάσταση μπορεί να κάνει το κομμάτι του εγκεφάλου μας που επεξεργάζεται τις καινούργιες πληροφορίες να σταματήσει να λειτουργεί. Έτσι οι άνθρωποι χάνουν την ικανότητα να παίρνουν αποφάσεις και «παγώνουν» σαν αγάλματα.

«Η άρνηση και η αδράνεια προετοιμάζουν τους ανθρώπους για τους ρόλους του θύματος και του πτώματος», λέει λακωνικά ο Λιτς, ο οποίος σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης χωρίζει τους ανθρώπους σε τρεις κατηγορίες. Πρώτον, εκείνους που σώζουν τον εαυτό τους. Δεύτερον, εκείνους τους επιβάτες που δεν έχουν καμία ελπίδα και πεθαίνουν αμέσως. Τρίτον, εκείνους που θα μπορούσαν να σωθούν αλλά χάνονται – ποσοστό που σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ασφάλειας στις Μεταφορές φθάνει το 40%.

Η ΑΝΑΛΟΓΙΑ.

Από τους εκατοντάδες επιζώντες πολλών καταστροφών που εξέτασε ο επιστήμων και η ομάδα του κατέληξαν στην αναλογία 10-80-10. Δηλαδή 10% χειρίζονται μια κρίση με σχετικά ήρεμο και λογικό τρόπο. Εκτιμούν την κατάσταση γρήγορα, συγκεντρώνονται, παίρνουν άμεσα αποφάσεις, επιλέγουν προτεραιότητες και λειτουργούν σωστά.

Ένα άλλο 10% πανικοβάλλεται και οι περισσότεροι- το 80%- «παγώνουν», παθαίνουν ταχυπαλμία, κοιτούν ευθεία και χάνουν την αίσθηση του περιβάλλοντος, κάτι που στην αεροπορική ορολογία ονομάζεται «αρνητικός πανικός» και εξηγείται ως εξής: καθώς ο εμπρόσθιος λοβός επεξεργάζεται την εικόνα π.χ. ενός φτερού που καίγεται, προσπαθεί να ταιριάξει την πληροφορία με υπάρχουσες μνήμες. Εάν δεν υπάρχουν το μυαλό μπλοκάρει και έτσι προκαλείται ακινησία. Πώς ξεμπλοκάρει λοιπόν κάποιος;

Έπειτα από μελέτεςκατέληξε σε τρεις συμβουλές: πρώτον, προσπαθήστε να ηρεμήσετε. Δεύτερον, θυμηθείτε πού βρίσκεστε- αυτό και μόνο μπορεί να σας σώσει τη ζωή. Τρίτον, τα ανθρώπινα και τα μηχανικά λάθη μπορούν να διορθωθούν αλλά δεν θα το μάθετε ποτέ εάν τα παρατήσετε. Η ψυχραιμία και η προετοιμασία μπορεί να είναι το κλειδί για την επιβίωσή μας. Όπως παρατηρεί η Σίνθια Κόρμπετ, ειδικός στον ανθρώπινο παράγοντα σε αεροπορικά δυστυχήματα, όταν το αεροπλάνο προσκρούει στο έδαφος όλα καταλήγουν σε ένα ερώτημα: «Πόσο αποφασισμένος είσαι να ζήσεις;».

ΣΩΘΗΚΕ ΧΑΡΗ ΣΤΗ ΓΙΟΓΚΑ!

Το οχηματαγωγό «Εσθονία» βυθίστηκε στη Βαλτική στη διάρκεια μιας θύελλας- 9 Μπωφόρ- τη νύχτα της 28ης Σεπτεμβρίου 1994, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 852 από τους 989 επιβάτες του. Ο Πολ Μπάρνεϊ, αρχιτέκτονας κήπων από το Μπερκσάιρ της Βρετανίας, ήταν ένας από τους λίγους επιζήσαντες. Κοιμόταν σε έναν πάγκο στην καφετέρια που βρισκόταν στην πρύμνη του 5ου καταστρώματος όταν ξύπνησε από έναν ξαφνικό θόρυβο. Το πλοίο είχε γείρει προς τη μια πλευρά και η γωνία μεγάλωνε. Το πλήρωμα δεν έδινε καμία οδηγία και δεν υπήρχαν σωστικά μέσα. Ο Μπάρνεϊ περίμενε να δει τους συνεπιβάτες του να παλεύουν για τη ζωή τους αλλά οι περισσότεροι φαίνονταν να τα έχουν χαμένα.

Βγάζοντας από το μυαλό του οτιδήποτε τον αποσπούσε, προσπάθησε να βρει μια οδό διαφυγής. Σκαρφάλωσε και καθώς το σκάφος είχε γείρει εντελώς βρέθηκε στην καρίνα του πλοίου. Στην άλλη άκρη, περίπου 150 μέτρα μακριά, μπορούσε να διακρίνει μια ομάδα επιβατών που προσπαθούσαν να φουσκώσουν μια σωσίβια λέμβο. Τους πλησίασε και πήδηξε μαζί τους στη βάρκα. Καθώς το «Εσθονία» βούλιαζε, ο Μπάρνεϊ και άλλοι 15 αντιμετώπιζαν κύματα ύψους 10 μέτρων. Θυμάται έναν επιβάτη που ονόμασε «κ. Θετικό» και ο οποίος φώναζε εμψυχωτικά λόγια: «Θα σωθούμε», έλεγε. «Έρχονται να μας σώσουν». Καθώς οι ώρες περνούσαν σώπασε, νικημένος από το κρύο. «Δυστυχώς δεν άντεξε», διηγείται ο Μπάρνεϊ. «Κατέρρευσε συναισθηματικά».