Παρέκβαση: Κάποιοι έξυπνοι Γ.Ο.Χ. πήραν πίσω τις εικόνες, τα μανουάλια και τους πολυέλαιους που δώρισαν στην εκκλησία τους, πριν ο Δεσπότης τη βγάλει στο σφυρί. Εγώ δεν ξέρω αν βρω την ίδια εξυπνάδα να πάρω πίσω τη διδακτορική μου διατριβή για την αρχαία Μακεδονία, που δώρισα στο περιλάλητο ΕΚΕΜΕ – εκτός αν αυτή μεταφέρθηκε στο άραχλο Αυστραλιανό Ινστιτούτο Μακεδονικών Σπουδών, οι ερευνητικές δραστηριότητες του οποίου μας έχουν αφήσει άναυδους τα τελευταία χρόνια! Τέλος παρέκβασης.  

Με αφορμή το νέο Μουσείο της Ακρόπολης και τα θαυμάσια καλλιτεχνήματα της ειδωλολατρικής Αθήνας που φιλοξενούνται σ’ αυτό, σκέφτηκα να ρίξουμε μια ματιά σε κάποια συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν το κάποτε «κλεινόν άστυ» της Παλλάδας Αθηνάς. Είναι όντως τυχερή η σημερινή Ελλάδα, που ο ειδωλολατρικός Ελληνισμός – ασύγκριτα ανώτερος στη σκέψη και στην τέχνη από τη χριστιανική Ρωμιοσύνη – εξακολουθεί να φέρνει ένα κομμάτι ψωμί στο τραπέζι της και να την κάνει να νιώθει περήφανη για τα καλλιτεχνικά και πνευματικά επιτεύγματα του μακρινού παρελθόντος.

Ναι, οι θαυμάσιοι ειδωλολάτρες πρόγονοί μας εξακολουθούν να παρέχουν υλική τροφή στη σημερινή Ελλάδα, και πνευματική τροφή στον πεπαιδευμένο κόσμο. Είναι αυτοί που μας έδωσαν την αγία τριάδα – Ζευς, Απόλλων και Αθηνά (Πατήρ, Υιός και Σοφίας Πνεύμα) – και πανανθρώπινα προσγειωμένα ηθικά παραγγέλματα, όπως: «κακίας απέχου», «αδικίαν μίσει», «μη ψεύδου, αλλ’ αλήθευε», «αισχύνην φεύγε» κ.ά.

Στα άρθρα που ακολουθούν θα σταθούμε κυρίως στα καλλιτεχνικά επιτεύγματα της ειδωλολατρικής Αθήνας, που η απαράμιλλη ομορφιά τους και η ζωντάνια τους τράβηξε την προσοχή πολλών τραγομάσχαλων ληστών. 

Η ΠΡΩΤΗ ΖΗΛΙΑ

Όταν η Κωνσταντινούπολη έγινε πρωτεύουσα της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, και ο Κωνσταντίνος εγκατέστησε στη «Νέα Ρώμη» (Nova Roma) πλήθος ανθρώπων από άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας, η πανσπερμία των Κωνσταντινουπολιτών άρχισε να βλέπει με περιφρονητικό μάτι τους Αθηναίους. Αλλά με το ίδιο περιφρονητικό μάτι έβλεπαν και οι Αθηναίοι τους Κωνσταντινουπολίτες. Προτού όμως δούμε τους λόγους της αλληλοπεριφρόνησης αυτής, ας σταθούμε σε μια σπουδαία μαρτυρία του Ευνάπιου ((349-420 μ.Χ.), ο οποίος, στο έργο του Βίοι φιλοσόφων και σοφιστών, λέει:
 «Η μεν γαρ Κωνσταντινούπολις, το αρχαίον Βυζάντιον, κατά μεν τους παλαιούς χρόνους Αθηναίοις παρείχε την σιτοπομπίαν . . . εν δε τοις καθ’ ημάς καιροίς, ουδέ το απ’ Αιγύπτου πλήθος των ολκάδων, ουδέ το εξ Ασίας απάσης, Συρίας τε και Φοινίκης και των άλλων εθνών συμφερόμενον πλήθος σίτου . . . εμπλήσαι και κορέσαι τον μεθύοντα δύναται δήμον, όν Κωνσταντίνος, τας άλλας χηρώσας πόλεις ανθρώπων, εις το Βυζάντιον μετέστησε» (6.2).

Δηλαδή: «Η Κωνσταντινούπολη, το αρχαίο Βυζάντιο, στα παλιά χρόνια έστελνε στάρι στους Αθηναίους . . . , ενώ στα δικά μας χρόνια, ούτε το πλήθος των φορτηγών πλοίων από την Αίγυπτο ούτε από ολόκληρη την Ασία, τη Συρία και τη Φοινίκη, και από τα άλλα έθνη εισαγόμενη ποσότητα σταριού . . . δεν φτάνει να γεμίσει και να χορτάσει τα στομάχια του μεθυσμένου όχλου, που ο Κωνσταντίνος, αφού χήρεψε τις άλλες πόλεις από ανθρώπους, τους εγκατέστησε στο Βυζάντιο».

Καταλαβαίνουμε λοιπόν γιατί η Αθήνα περιφρονούσε το χριστιανικό Βυζάντιο, που κάποτε δεν είχε κάτι το σπουδαίο να επιδείξει, και τώρα που έγινε «Νέα Ρώμη» παριστάνει τη μεγάλη δέσποινα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα βυζαντινό επίγραμμα, το οποίο συγκρίνει την Αθήνα με τη Νέα Ρώμη, λέγοντας: «Ερεχθέως ανήκεν η γη την πόλιν, / αλλ’ ο ουρανός καθήκε Ρώμην την νέαν», δηλ. «η Αθήνα αναδείχτηκε από τη γη του Ερεχθέα, ενώ η Νέα Ρώμη κατέβηκε από τον ουρανό»!
Αλλά οι Βυζαντινοί χριστιανοί προχωρούν πιο πέρα και λένε στους Αθηναίους: «Οι των Αθηνών ευστομείτε τους πάλαι σοφούς Πλάτωνας, Σωκράτας, Ξενοκράτας, Επικούρους, Πύρρωνας, Αριστοτέλας. Ούκ έστιν υμίν πλην Υμηττός και μέλι, θήκαι τε νεκρών των σοφών τα πνεύματα. Πολύ παρ’ ημίν πίστις, οι σοφοί λόγοι». Δηλαδή: «Σεις οι Αθηναίοι ευλογείτε τους αρχαίους φιλοσόφους, τον Πλάτωνα, τον Σωκράτη, τον Ξενοφάνη, τον Επίκουρο τον Πύρρωνα και τον Αριστοτέλη. Αλλά δεν απόμεινε τίποτε σε σας, εκτός από τον Υμηττό και το μέλι του, κι εκτός από του τάφους των νεκρών και τις σκιές των σοφών. Όμως σε μας υπάρχει πολύ πίστη και σοφά λόγια»!

Όντως, οι ταλαίπωροι Αθηναίοι είχαν μείνει με τις σκιές των σοφών και των ηρώων. Η νέα σημιτική θρησκεία, που πριν από τρεις αιώνες είχε κουβαλήσει ο Απόστολος Παύλος, είχε τώρα με τον Κωνσταντίνο το πάνω χέρι. Προκειμένου λοιπόν οι Αθηναίοι να εξασφαλίσουν λίγο στάρι, έστησαν στην πόλη τους έναν ανδριάντα του Κωνσταντίνου και ανακήρυξαν τον Ρωμαίο αυτοκράτορα «στρατηγό των Αθηναίων».  Αλλά τούτος ο φονικός, βάρβαρος «στρατηγός των Αθηναίων» έγινε μεγάλος πλιατσικολόγος!

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΑΡΠΑΓΕΣ

Ο Κωνσταντίνος, για να κοσμήσει τη νέα του πρωτεύουσα με ελληνικά καλλιτεχνήματα, λαφυραγώγησε τις ελληνίδες πόλεις. Έτσι, η Κωνσταντινούπολη, με τα κλεμμένα έργα τέχνης, έγινε το πιο πλούσιο μουσείο της εποχής εκείνης. Αλλά αυτό που προφανώς εξόργισε τους Αθηναίους, ήταν ότι κάποια έργα του Αλκαμένη, του Φειδία, του Πραξιτέλη, του Μύρωνα και του Λυσίππου παραδόθηκαν στους χριστιανούς για να καταστραφούν.

Αξίζει εδώ ν’ αναφέρουμε ότι στην παλιά εκκλησία της Αγίας Σοφίας (πριν αυτή ανακατασκευαστεί από τον Ιουστινιανό, τον 6ο αι.) συγκεντρώθηκαν 427 αγάλματα που απεικόνιζαν τον Δία, την Αφροδίτη, την Άρτεμη και μία ιέρεια της Αθηνάς. Επίσης αξίζει ν’ αναφέρουμε ότι ο Κωνσταντίνος διακόσμησε το παλάτι του με τις Ελικωνιάδες Μούσες, τις οποίες ούτε τα αρπαχτικά νύχια του Σύλλα, του Καλιγούλα και του Νέρωνα δεν είχαν αγγίξει.

Εκτός από το παλάτι του, ο Κωνσταντίνος κόσμησε και τον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης με το άγαλμα του Πυθίου Απόλλωνα και με τον χρυσό τρίποδα από τους Δελφούς. Αλλά και το άγαλμά του ίδιου του Κωνσταντίνου, στημένο πάνω σ’ έναν πανύψηλο κίονα, έφερε στο κεφάλι του το ακτινωτό στεφάνι του Απόλλωνα, του θεού του φωτός!