Τα ημερήσια κολέγιά μας – και τα αντίστοιχα άλλων εθνικοτήτων – έχουν γίνει, τελευταία, στόχοι της ιδεολογικής αντιπαράθεσης των κυβερνήσεων με εργατικά συνδικάτα, εκπαιδευτικούς και ακαδημαϊκούς για την κυβερνητική στρατηγική χρηματοδότησης της παιδείας.

Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης βρίσκεται, φαινομενικά, η εκπαιδευτική και κοινωνική ωφελιμότητα της χρηματοδότησης από το κράτος των εθνο-θρησκευτικών σχολείων που έχουν ιδρύσει διάφορες εθνικές μειονότητες. Η ουσία της αντιπαράθεσης, όμως, είναι άλλη. Είναι η αντίθεση των εργαζομένων στη δημόσια εκπαίδευση, του συνδικαλιστικού οργάνου τους και μερίδας ακαδημαϊκών στη χρηματοδότηση των εθνο-θρησκευτικών σχολείων από το κράτος.

Οι κυβερνήσεις θεωρούν υποχρέωσή τους να αναγνωρίζουν το δικαίωμα των γονέων να επιλέγουν το είδος της παιδείας που προσφέρουν στα παιδιά τους και επιχορηγούν δημόσια, mainstream ανεξάρτητα και εθνο-θρησκευτικά σχολεία. Οι κυβερνήσεις επιμένουν, ότι οι γονείς πρέπει να έχουν το δικαίωμα να επιλέγουν σε ποιο σχολείο θα στείλουν τα παιδιά τους και, ως φορολογούμενοι, να απαιτούν από τις κυβερνήσεις τη χρηματοδότηση των σχολείων αυτών.

Εκπαιδευτικοί, συνδικαλιστές και ακαδημαϊκοί, αντίθετα, θεωρούν ότι οι κυβερνήσεις οφείλουν να ενισχύουν, κυρίως, τη δημόσια εκπαίδευση, διότι είναι ο μοναδικός χώρος «αρμονικής συνύπαρξης παιδιών διαφορετικών κοινωνικών τάξεων και πολιτισμικών καταβολών». Οι επικριτές της επιδότησης των εκπαιδευτικών επιλογών των γονέων, ισχυρίζονται, ότι τα ιδιωτικά σχολεία, γενικώς, είναι «ελιτιστικά», απρόσιτα στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, και τα εθνο-θρησκευτικά σχολεία είναι «γκέτο» τα οποία αλλοτριώνουν τους μαθητές και τις μαθήτριές τους από την υπόλοιπη κοινωνία. Τα εθνο-θρησκευτικά σχολεία, λένε, είναι «υπονομευτές» της κοινωνικής συνοχής, «επιζήμια» για την παραγωγικότητα της κοινωνίας μας – διότι εμποδίζουν τη συνεργασία των αποφοίτων τους με τους συμπολίτες τους – και ζουν, ως εκπαιδευτικοί φορείς, «παρασιτικά» σε βάρος της δημόσιας εκπαίδευσης.

Προ καιρού, ο πρόεδρος του Συνδικάτου Εργαζομένων σε Κρατικά Σχολεία, κ. Άγγελος Γαβριελάτος, δήλωνε στο «Νέο Κόσμο» «ότι τα σχολεία των μεταναστευτικών και θρησκευτικών ομάδων είναι πολιτισμικοί και θρησκευτικοί «θύλακες» που περιορίζουν την κοινωνικοποίηση των μαθητών και των μαθητριών τους σε βάρος της ενότητας και της συνοχής της αυστραλιανής κοινωνίας».

Ο κ. Γαβριελάτος καθιστούσε τις κυβερνήσεις Χάουαρντ υπεύθυνες για την υποβάθμιση της κρατικής παιδείας και υποστήριζε, ότι με το πρόσχημα της επιλογής, οι Φιλελεύθερες κυβερνήσεις Χάουαρντ ενίσχυσαν την ιδιωτική παιδεία σε βάρος της δημόσιας.

«Σαφώς, οι γονείς πρέπει να έχουν δικαίωμα επιλογής του σχολείου, στο οποίο θα στείλουν τα παιδιά τους. Εμείς πιστεύουμε, ότι οι περισσότεροι γονείς θα επιλέξουν το κρατικό σχολείο, αν το κράτος διαθέτει τα αναγκαία κονδύλια για την ποιοτική αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης», δήλωνε ο κ. Γαβριελάτος.
 Την ίδια άποψη για τα εθνο-θρησκευτικά σχολεία διατυπώνει και ο καθηγητής Κοινωνιολογίας του University of Technology Sydney (Πανεπιστημίου Τεχνολογίας Σίδνεϊ) Andrew Jakubowicz, σε εισήγησή του στο Συνδικάτο Εργαζομένων σε Κρατικά Σχολεία. Γράφει ο καθηγητής Jakubowicz:

«Δεν χωρά αμφιβολία ότι η στρατηγική ενίσχυσης της ιδιωτικής εκπαίδευσης των πρώην κυβερνήσεων Χάουαρντ – που συνεχίζει η κυβέρνηση Ραντ – ταυτίζεται απόλυτα με την ιδέα της ελεύθερης αγοράς και την ιδεολογία της επιλογής {…} όμως, η στρατηγική αυτή μπορεί να υποσκάψει τρεις βασικούς πυλώνες του οικοδομήματος κοινωνικής συνοχής και της μοντέρνας ταυτότητας, ονομαστικά, τη διαπολιτισμική  γνώση , την εκκοσμίκευση  ως βασική κοινωνική αξία  και της διαδραστική  ισόβια  μάθηση».

Ταυτόσημες απόψεις, λοιπόν, που εδράζονται στην ίδια ιδεολογία κατά της χρηματοδότησης των εθνο-θρησκευτικών σχολείων από το κράτος. Πόσο κοντά στην πραγματικότητα είναι οι εκτιμήσεις των κ. Γιαβριλεάτου και Jakubowicz για τα εθνο-θρησκευτικά σχολεία;

Χρησιμοποιώντας την προσωπική πείρα μου από το Κολλέγιο «Άγιοι Ανάργυροι» της Κοινότητος Oakleigh, δηλώνω ότι οι απόψεις των εν λόγω δύο κυρίων απέχουν πόλους από την πραγματικότητα. Το Κολλέγιο «Άγιοι Ανάργυροι» δεν είναι ελληνορθόδοξο γκέτο, που παράγει αντι-κοινωνικούς πολίτες, ανίκανους να επικοινωνούν με τον πολυπολιτισμικό περίγυρό τους και απρόθυμους να συνεργαστούν με συμπολίτες τους διαφορετικής εθνο-θρησκευτικής προέλευσης. Απεναντίας, υποστηρίζω, ότι το «αγαπάτε αλλήλους» που εμπεδώνουν τα παιδιά από τα πρώτα μαθητικά τους χρόνια γίνεται κατευθυντήρια αρχή της συμπεριφοράς τους μέσα και έξω από τη μαθητική κοινότητα.  Το πρόγραμμα διδασκαλίας, οι διαπολιτισμικές, αθλητικές και άλλες δραστηριότητες του σχολείου μυούν τους μαθητές και τις μαθήτριες στους πολιτισμούς άλλων εθνοτικών ομάδων και συντελούν στην εξέλιξη των παιδιών σε κοσμοπολίτες Αυστραλούς πολίτες με ισχυρό ελληνοχριστιανικό έρμα. Αδυνατώ, κατά συνέπεια, να κατανοήσω, περισσότερο, δε, να αποδεχτώ την επιχειρηματολογία των κ. Γαβριελάτου και Jakubowicz – που δεν στηρίζεται από εμπειρική ή στατιστική τεκμηρίωση – ότι τα Κολλέγια «Άγιοι Ανάργυροι», «Άγιος Ιωάννης», «Αγία Ευφημία» – για να αναφέρω μερικά – «υποσκάπτουν τους βασικούς πυλώνες της κοινωνικής συνοχής». Οι εν λόγω κύριοι θα προσφέρουν πραγματικές υπηρεσίες στην παιδεία και την κοινωνία μας, αν εκφράζουν ευθέως τις απόψεις τους κατά της χρηματοδότησης της ιδιωτικής εκπαίδευσης, χωρίς να προσάπτουν στα εθνο-θρησκευτικά σχολεία ετικέτες και ιδιότητες που τα αδικούν.