Με αμείωτο ενδιαφέρον συνεχίστηκε και χθες η δίκη του ομογενή γερουσιαστή, Φάνου Θεοφάνους, ο οποίος κατηγορείται ότι τον Σεπτέμβριο του 1988 βίασε μέσα στην πολιτειακή βουλή μια Ελληνίδα.

Ο κ. Θεοφάνους δηλώνει κατηγορηματικά ότι είναι αθώος.

Το υποτιθέμενο θύμα, που τώρα είναι 45 ετών, αν και τα τελευταία χρόνια ζει μόνιμα στην Ελλάδα, επέστρεψε στη Μελβούρνη για τη δίκη με την οικογένειά της.
Η 45χρονη καταγγέλλουσα κατέθεσε στο δικαστήριο την Δευτέρα κεκλεισμένων των θυρών, επομένως η κατάθεσή της δεν έγινε γνωστή και ούτε μπορεί να δημοσιοποιηθεί.

Την Τρίτη κατέθεσε ο αδελφός της ο οποίος στήριξε τον ισχυρισμό της αδελφής του, λέγοντας ότι όταν εκείνο το Σεπτέμβριο του 1998 πήγε η αδελφή του στο σπίτι στις 2 τα ξημερώματα ήταν χλωμή, ταραγμένη και έφερε σημάδια στο πρόσωπο και στο λαιμό, αλλά δεν του είπε τίποτα.

«Γνώριζα», πρόσθεσε «ότι εκείνο το βράδυ ήταν να έβγαινε με τον Φάνο Θεοφάνους».

Σύμφωνα με τον αδελφό του θύματος, έκτοτε η αδελφή του σιγά-σιγά απομονώθηκε και το έριξε στο ποτό και τα υπνωτικά χάπια.

«Το 2006 μού είπε για το βιασμό. Αυτό το θέμα είναι ταμπού στην Ελλάδα, Πριν 50 ή 100 χρόνια θα σκότωναν για βιασμό. Αν το μάθαινε τότε που ζούσε στη Μελβούρνη ο πατέρας μου σήμερα ο Θεοφάνους δεν θα περπατούσε», είπε.

Κατέθεσε ακόμα ότι ο κ. Θεοφάνους μετά το «συμβάν» της έστελνε μηνύματα στο κινητό της και της τηλεφωνούσε.

Ο αδελφός διέψευσε ισχυρισμό του συνηγόρου υπεράσπισης του κ. Θεοφάνους, Ρόμπερτ Ρίχτερ, ότι κατασκεύασε την κατάθεσή του με στόχο να στηρίξει την αδελφή του και να αποσπάσουν χρήματα.

Ο κ. Ρίχτερ κατηγόρησε τον αδελφό ότι λέει ψέματα τον χαρακτήρισε «κοινωνικό παράσιτο» και ότι «έστησε» την καταγγελία μαζί με την αδελφή του για να αποσπάσουν χρήματα και τον ρώτησε: «Σου είπε αυτό που είπε στον δικηγόρο της, ότι θέλει εκδίκηση σε δολάρια;».

«Όχι, δεν μου είπε κάτι τέτοιο» απάντησε αυτός.

Ο συνήγορος υπεράσπισης του είπε ότι η κατάθεσή του έρχεται σε αντιφάσεις με αυτήν της αδελφής του και ότι την άλλαξε στο δικαστήριο.

«Άλλαξες την αρχική σου κατάθεση γιατί ξέρεις ότι δεν στεκόταν και μπορούσε να αποδειχθεί», του είπε.

Όταν ρωτήθηκε γιατί αρχικά η αδελφή του κατέθεσε ότι ο βιασμός έγινε το 2000 και αργότερα το άλλαξε σε 1998, είπε:

«Ήταν άρρωστη και έκανε λάθος».

Η δημόσια κατήγορος, Μισέλ Ουίλιαμς, κατηγόρησε τον κ. Ρίχτερ ότι «περιφρονεί» παλαιότερο σχέδιο νόμου του ίδιου του κ. Θεοφάνους για τον βιασμό με το να κάνει στην καταγγέλλουσα ερωτήσεις για την σεξουαλική της ζωή που μειώνουν την αξιοπρέπειά της.

Ο δικαστής Πίτερ Ρίαρντον, δέχθηκε την παρατήρηση της κ. Ουίλιαμς και δεν επέτρεψε στον κ. Ρίχτερ να κάνει κάποιες ερωτήσεις στην 45χρονη γυναίκα.

Υπενθυμίζεται ότι, μέχρι στιγμής, δυο γυναίκες-μάρτυρες διέψευσαν την καταγγέλλουσα, ενώ μια τρίτη, που τώρα ζει στο Λονδίνο, την στήριξε.

Η τρίτη μάρτυρας διευκρίνισε όμως ότι δεν ξέρει αν όντως ο κ. Θεοφάνους έστελνε μηνύματα και τηλεφωνούσε στο υποτιθέμενο θύμα.

«Δεν τα είδα εγώ. Μου τα έλεγε η φίλη μου και την πίστεψα» είπε.

Η ακροαματική διαδικασία συνεχίζεται.

Η γυναίκα που ισχυρίστηκε ότι βιάστηκε από τον Φάνο Θεοφάνους υποσχέθηκε να δώσει το 20% της αποζημίωσης που ελπίζει ότι θα πάρει «ή και παραπάνω» στον δικηγόρο της αν αυτός τα κατάφερνε να πάει η υπόθεση στο δικαστήριο.

Αυτό αναφέρθηκε χθες στο δικαστήριο όπου κατέθεσε ο δικηγόρος, Μπρους Μπάρντον-Σμιθ, που είπε ότι η 45χρονη γυναίκα του ανέφερε ότι θα κάνει κάποιες καταγγελίες σε βάρος ενός βουλευτή και ενός υπουργείου «που θα του εξασφαλίσουν την συνταξιοδότησή του».

Ο ίδιος είπε ότι, μετά από συνεννόηση με την αστυνομία συμβούλεψε τη γυναίκα να κάνει καταγγελία στην αστυνομία.

Εγώ θα αμειφθώ με $3.000 έως $5000 που ετοίμασα τα αρχικά στοιχεία και αυτό δεν είναι αρκετό για την σύνταξή μου» είπε.
Ο κ. Μπάρντον-Σμιθ δήλωσε ότι μίλησε τηλεφωνικά με την πελάτισσά του και αντάλλαξε πολλά μηνύματα μαζί της αλλά δεν την συνάντησε ποτέ προσωπικά.