Διακόσιες ημέρες στον Λευκό Οίκο συμπληρώνει αυτό το Σαββατοκύριακο ο Μπαράκ Ομπάμα και το γεγονός δίνει αφορμή σε μια θεώρηση του έργου του αυτό το διάστημα και των προοπτικών του. Δεν έχει σημειωθεί ως τώρα στην αμερικανική πολιτική ιστορία παρόμοια περίπτωση. Σε αντίθεση με το πατροπαράδοτο πρώτο 100ήμερο κάθε νέου προέδρου, η συμπλήρωση έξι μηνών στην προεδρία δεν απασχόλησε κανέναν.

Αν σήμερα συμβαίνει να απασχολεί αμερικανούς και ξένους σχολιαστές και αναλυτές, αυτό οφείλεται στο ότι ο πρόεδρος- ένας μαύρος- είναι κάτι το μοναδικό στην αμερικανική ιστορία και η διεκδίκηση της προεδρίας δημιούργησε σωστό κίνημα στο εσωτερικό και ενθουσιασμό στο εξωτερικό. Οφείλεται στις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν σε ευρύτατα στρώματα για μια πραγματική αλλαγή στην πολιτική, οφείλεται στο γεγονός ότι το έργο του προκάλεσε και προκαλεί έντονες αντιδράσεις όχι τόσο από τους Ρεπουμπλικανούς όσο από οργανωμένα συμφέροντα. Τέλος, οφείλεται στο γεγονός ότι ο Ομπάμα ανέλαβε πρόεδρος την ώρα της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης των 75 τελευταίων ετών και την αντιμετωπίζει λίγο- πολύ θετικά.

Υπάρχει μια αίσθηση στην Αμερική ότι δεν γίνεται τίποτε και σ΄ αυτό υπάρχει κάποια αλήθεια. Στο εξωτερικό κρίνουμε την πολιτεία του Μπαράκ Ομπάμα κάνοντας σύγκριση με τις αθλιότητες του Τζορτζ Μπους και προσέχοντας τους χειρισμούς στην εξωτερική πολική του. Τους Αμερικανούς όμως δεν απασχολεί «το εξωτερικό»- ακόμη και ο πόλεμος στο Αφγανιστάν ενδιαφέρει μόλις το 17% δείχνουν οι δημοσκοπήσεις. Τους ενδιαφέρει τι γίνεται στο εσωτερικό και, δικαιολογημένα, κρίνουν την κυβέρνηση Ομπάμα με βάση τις προεκλογικές υποσχέσεις του προέδρου και με τις προσδοκίες που αυτές δημιούργησαν. Το γεγονός ότι πολύ λίγα από τα υπεσχημένα πραγματοποιήθηκαν δημιούργησε σε πολλούς ψυχολογικό σοκ και σε άλλους μια βαθιά απογοήτευση… Τo momentum της περασμένης άνοιξης εξαφανίστηκε.

Ήταν εξαιρετικά επιτυχές το πρώτο τρίμηνο της προεδρίας Ομπάμα: Πέρασε με ευκολία στο Κογκρέσο μέτρα για την εξίσωση των απολαβών των δύο φύλων, για την ασφάλιση των παιδιών και, παρά τις αντιρρήσεις χρηματιστών, οικονομολόγων και κάποιων συντηρητικών γερουσιαστών, εξασφάλισε την ψήφο του Κογκρέσου για την «ενίσχυση» της οικονομίας με 787 δισ. δολάρια που θεωρήθηκε άθλος. Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν όταν η νέα κυβέρνηση προχώρησε στην υλοποίηση ορισμένων στόχων της πολιτικής της και, μοιραία, ήρθε σε σύγκρουση με οργανωμένα συμφέροντα. Την άνοιξη η προσωπικότητα του προέδρου και η απήχηση της προεκλογικής ρητορείας βεβαίωναν ότι και οι πιο παράτολμες προσδοκίες ήταν πραγματοποιήσιμες. Η πραγματικότητα ήταν διαφορετική όταν ήρθε η ώρα της υλοποίησης της πολιτικής. Αιφνιδίως εμφανίστηκαν εμπόδια.

Πρώτα στο Κογκρέσο, όπου τα συντηρητικά Δημοκρατικά μέλη του απέφυγαν να υποστηρίξουν προτάσεις και μέτρα του προέδρου τους. Η δημοτικότητα του Ομπάμα άρχισε να μειώνεται και από το 72% να «γλιστρά» βαθμιαία στο 50% την περασμένη Κυριακή, χάνοντας επτά εκατοστιαίες μονάδες μέσα στον Ιούλιο. (Και ο Μπους είχε 50% δημοτικότητα στο τέλος των έξι πρώτων μηνών της προεδρίας του.) Τι συνέβη; Τίποτε το ιδιαίτερο – για την Αμερική. Ορισμένα μέτρα που προωθούσε ο Ομπάμα, κυρίως κοινωνικού χαρακτήρα και αλλαγών στον έλεγχο της αγοράς, έθιγαν μεγάλα και πατροπαράδοτα συμφέροντα – χρηματιστές, βιομηχανίες, τράπεζες, επιχειρήσεις κ.ά. Τον λόγο είχαν τα λόμπι.

Δεν αποτελεί προπαγανδιστική δημοκοπία η διαπίστωση ότι το πολιτικό σύστημα της Αμερικής κυβερνάται από τα λόμπι. Αν κάποιος είχε αμφιβολίες για αυτό, για την ισχύ και την αποτελεσματικότητά τους, η κατάσταση που δημιουργήθηκε πρέπει να τον πείσει. Η πρόταση του Ομπάμα για ουσιαστικό κρατικό έλεγχο στην κίνηση του πιστωτικού χρήματος, η πρόταση για περιορισμούς στη θερμική ενέργεια και ανάπτυξη της λεγόμενης πράσινης και, κυρίως, τα μέτρα για σύστημα Υγείας και γενικής ασφάλισης προκάλεσαν αληθινή εκστρατεία των οργανωμένων συμφερόντων και των λόμπι τους. Υπάρχουν ενδείξεις ότι πάνω από 400 εκατ. δολάρια κινήθηκαν τους δύο τελευταίους μήνες από τα λόμπι προς διάφορους.

Επιστρατεύθηκαν ως και λιβελλογράφοι εναντίον του Ομπάμα και εμφανίστηκαν πάλι τα προεκλογικά μυθεύματα για το άτομό του. Ότι δήθεν δεν γεννήθηκε σε αμερικανικό έδαφος αλλά στην Αφρική, ότι είχε ανώμαλες σχέσεις στο παρελθόν, ότι δεν είναι χριστιανός αλλά κρυπτομουσουλμάνος και ότι, βεβαίως, είναι σοσιαλιστής. Τα λόμπι απευθύνονταν στη λαϊκή μάζα η οποία με τη σειρά της- και με τη βοήθεια των λόμπι- προσπάθησε να επηρεάσει τους βουλευτές και γερουσιαστές. Ως ένα σημείο είχε επιτυχίες. Οι Ρεπουμπλικανοί στο Κογκρέσο εμφανίστηκαν για πρώτη φορά συμπαγείς, ενώ στους Δημοκρατικούς σημειώθηκαν «αποκλίσεις». Ο Λευκός Οίκος άργησε να αντιδράσει.

Μόλις την περασμένη Πέμπτη άρχισαν «διαφωτιστικές συγκεντρώσεις» και με το Διαδίκτυο στέλνονται «κατατοπιστικά μηνύματα». Ετσι, πέντε νομοσχέδια δεν μπορούν να προχωρήσουν στις επιτροπές παρ΄ όλο που αυτές ελέγχονται από Δημοκρατικούς. Το φαινόμενο αποτελεί ασφαλώς θρίαμβο του χωρισμού των εξουσιών και της περιορισμένης δύναμης του αμερικανού προέδρου, ο οποίος πρέπει είτε να υποχωρήσει και να «βελτιώσει» τις προτάσεις του ώστε να ικανοποιούνται οι μετριοπαθείς Δημοκρατικοί- όπως προσανατολίζεται να κάνει- είτε να έρθει σε σύγκρουση με το Κογκρέσο. Αλλά αυτό μόνο ο Λίντον Τζόνσον τόλμησε να το κάνει- όταν πέρασε με το «έτσι θέλω» τον νόμο για την «Ανοικτή Κοινωνία». Αμερικανοί αναλυτές δεν αποκλείουν να τον μιμηθεί κάποια στιγμή και ο Ομπάμα («Τhe Ιndependent», 8/8).

Οι προσπάθειες των λόμπι δεν θα είχαν ασφαλώς τόση αποτελεσματικότητα αν δεν έμενε στάσιμη – ουσιαστικά αιχμάλωτή τους – η πολιτική του Ομπάμα. Ενα μεγάλο μέρος εκείνων που τον ψηφίσαν έχει απογοητευθεί καθώς δεν βλέπει νόμους για την ασφάλιση, για τον περιορισμό της δικαιοδοσίας των τραπεζών, για την προστασία του περιβάλλοντος κ.ά. Κυρίως, δεν βλέπει να περιορίζεται ο αριθμός των ανέργων. Το «business as usual» (τα ίδια Παντελάκη μου… κατά ελεύθερη απόδοση) έγινε πάλι το χαρακτηριστικό της αμερικανικής εσωτερικής πολιτικής, ενώ το κεντρικό προεκλογικό σύνθημα του Ομπάμα ήταν ότι θα αλλάξει το σύστημα. Ίσως αυτό να μην ενοχλεί πολύ τους σταθερά Δημοκρατικούς, έχει απογοητεύσει όμως τους Ανεξάρτητους οι οποίοι του έδωσαν τη νίκη.

Η κάμψη της δημοτικότητας του προέδρου Ομπάμα δυσχεραίνει ασφαλώς την άσκηση της πολιτικής του, εμποδίζει τις «βαθιές τομές στο σύστημα» που επαγγέλθηκε μιλώντας στο Κογκρέσο, δεν σημαίνει όμως ότι θα μείνουν κενά λόγια οι υποσχέσεις του. Η αμηχανία που έδειξε ο Λευκός Οίκος το δεύτερο τρίμηνο της προεδρίας στην προώθηση του πολιτικού προγράμματος και οι αβαρίες που υποχρεώνεται να κάνει σε ορισμένα μέτρα ώστε να εγκριθούν από το Κογκρέσο δεν σημαίνει ότι απέτυχε ως πρόεδρος και ότι εγκαταλείπεται η στρατηγική του. Οι Δημοκρατικοί στο Κογκρέσο κάποια στιγμή θα συνταχθούν με τον πρόεδρό τους γιατί, ασφαλώς, δεν θα ήθελαν να στιγματιστούν ότι τον εξόντωσαν πολιτικά. Και ο προπαγανδιστικός μηχανισμός δεν θα δυσκολευτεί να διαλαλήσει ως μεγάλη νίκη την ψήφιση μέτρων τα οποία μπορεί να απείχαν από εκείνα που ήθελε αρχικώς ο πρόεδρος αλλά ήταν η υλοποίηση της πολιτικής του. Πέραν τούτου, συμφωνούν πολλοί αμερικανοί σχολιαστές, υπάρχει ο παράγων άνθρωπος. Ο Ομπάμα έδειξε ότι έχει υπομονή και επιμονή, σημειώνει ένας. Και «αν πέρασαν οι 200 ημέρες, του μένουν ακόμη 1.261»- για να προχωρήσει και να ολοκληρώσει το έργο του.