Αν υπάρχουν κάποιοι στις ΗΠΑ που αναπολούν την εποχή του Ψυχρού Πολέμου (υπάρχουν), σκέφτονται πως, αν τα πράγματα είχαν μείνει σε εκείνη τη φάση, σήμερα θα μπορούσαν να πανηγυρίζουν για «νίκη» στο Αφγανιστάν.
Διότι, σχεδόν οκτώ χρόνια μετά την εισβολή τους εκεί, παρά τις αυτοκαταστροφικές ιδεοληπτικές νευρώσεις των κυβερνήσεων Μπους, βρίσκονται (ελαφρώς) σε λιγότερο κακή κατάσταση απ’ ό,τι βρίσκονταν οι Σοβιετικοί μερικά χρόνια μετά τη δική τους εισβολή, έστω και αν το μέλλον διαγράφεται κάθε άλλο παρά ευοίωνο.

Ομως, σήμερα το περιβάλλον δεν επιτρέπει τέτοιου είδους ανόητους παιδιάστικους ανταγωνισμούς, ειδικά σε ένα θέμα που, κατά σχεδόν μεταφυσικό τρόπο, καταφέρνει να παίζει ακούσια καθοριστικό ρόλο στο σύνολο των παγκόσμιων γεωπολιτικών εξελίξεων. Οι έμποροι στην αγορά της Καμπούλ, οι γιδοβοσκοί στα βουνά, οι λαθρέμποροι στα ορεινά περάσματα, οι καλλιεργητές παπαρούνας, ακόμα και οι Ταλιμπάν με τα μαύρα τουρμπάνια, δύσκολα μπορούν να φανταστούν ότι οι ενέργειές τους επηρεάζουν την ανάδυση νέων παγκόσμιων δυνάμεων, όπως η Κίνα και η Ινδία, τη διαμόρφωση του μελλοντικού ρόλου παλαιών δυνάμεων, όπως οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Ρωσία ή τη διατήρηση και κατακρήμνιση συλλογικών οντοτήτων, όπως το ΝΑΤΟ.

Ο ακούσιος αυτός ρόλος δεν είναι καινούργιος για το Αφγανιστάν. Από τότε που η επέλαση του Τζένγκις Χαν κατέστρεψε τη δυνατότητά του να ενώνει τους γείτονές του μέσω του Δρόμου του Μεταξιού και από τη στιγμή που η βρετανική αυτοκρατορία τού ανέθεσε για πρώτη φορά τον ρόλο να χωρίζει, αποτελώντας ανάχωμα ανάμεσα στην ίδια και την τσαρική Ρωσία, παίρνοντας τη σημερινή του μορφή, το Αφγανιστάν παίζει ρόλο στο διεθνές γεωπολιτικό παιχνίδι, μια χωρίζοντας και μια ενώνοντας τη Νότια Ασία με την Κεντρική Ασία και την Ευρασία και μια χωρίζοντάς τες. Ιδιαίτερα στο διάστημα μετά την αναδίπλωση της βρετανικής αυτοκρατορίας και τη διάσπαση της Ινδίας με τη δημιουργία του Πακιστάν και του Μπανγκλαντές, ο ρόλος αυτός έγινε πολύ πιο περίπλοκος, με αποκορύφωμα τα τελευταία 30 χρόνια πολέμου.

Σήμερα το Αφγανιστάν δεν αποτελεί απλώς ανάχωμα απέναντι στη Ρωσία. Δεν παρέχει μόνο στρατηγικό βάθος στο Πακιστάν, δηλαδή δεν εμπλέκεται μόνο στην αντιπαράθεσή του με την Ινδία και κατ’ επέκταση στις σχέσεις της Ινδίας με τις ΗΠΑ και την Κίνα (η οποία, παρεμπιπτόντως, αποκτά όλο και μεγαλύτερο ρόλο, έστω και με χαρακτηριστικά αθόρυβο τρόπο). Δεν παίζει μόνο ρόλο-κλειδί στις σχέσεις Δύσης – Ιράν, ούτε ο ρόλος του περιορίζεται με τη συμμετοχή του στους αλγόριθμους για τον Περσικό Κόλπο. Δεν βρίσκεται, μαζί με το Πακιστάν, μόνο στο επίκεντρο του εξτρεμιστικού ισλαμισμού ή του «ισλαμοφασισμού». Δεν παίζει μόνο καθοριστικό ρόλο στις πυρηνικές ισορροπίες Πακιστάν και Ινδίας. Ούτε αποτελεί μόνο τη λυδία λίθο, στην οποία δοκιμάζεται η ίδια η ύπαρξη μιας συμμαχίας, που ξεκινά χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, του ΝΑΤΟ. Εχει το, σχεδόν μοναδικό παγκοσμίως, προνόμιο να τα κάνει όλα αυτά ταυτοχρόνως.

Με την έννοια αυτήν, οι προεδρικές εκλογές που θα γίνουν την ερχόμενη Πέμπτη στο Αφγανιστάν θα μπορούσαν να έχουν τεράστια διεθνή σημασία, καθώς μόνον οι εκλογές στις ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν ίσως περισσότερο τον διεθνή περίγυρο. Και, με την ίδια έννοια, δικαιολογούν αυξημένο ενδιαφέρον ακόμα και στην Ελλάδα, ακόμα και στην καρδιά του Αυγούστου.

Όμως οι πάντες αντιλαμβάνονται ότι, όσο σημαντικές και αν είναι, οι αφγανικές εκλογές στην παρούσα φάση δεν είναι παρά ένα τμήμα της διαμορφούμενης στρατηγικής απεγκλωβισμού από το Αφγανιστάν με την όσο το δυνατόν ταχύτερη «αφγανοποίησή» του. Το κατά πόσον ο νέος πρόεδρος θα αποκτήσει κάποιο ρόλο ευρύτερο από αυτόν του «δημάρχου της Καμπούλ», στον οποίο είχε καταδικάσει τον Χαμίντ Καρζάι η ιδεολογική αναπηρία του Τζορτζ Μπους και των περί αυτόν, εξαρτάται από κατά πόσον η «ρεάλ πολιτίκ» έχει πλέον εδραιωθεί στην Ουάσιγκτον, κατά πόσον υπάρχουν ακόμα περιθώρια αυτή να συγκρατήσει την αποδυνάμωση των αμερικανικών συμμαχιών και της αμερικανικής επιρροής και το κατά πόσον οι χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ θα αντέξουν για πολύ ακόμα τη συνεχή γκρίνια για αύξηση του ρόλου τους στο Αφγανιστάν (ή τουλάχιστον την αποτροπή της μείωσής του).

Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και για όσους δεν συμμερίζονται την αμερικανική θρησκευτική βεβαιότητα ότι η δημοκρατία (με την έννοια της πραγματοποίησης εκλογών) θεραπεύει πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν, ακόμα και η ίδια η διεξαγωγή των εκλογών παρουσιάζει ενδιαφέρον. Το ενδιαφέρον αυτό δεν το επισημαίνουν τόσο οι δηλώσεις ανωτάτων αξιωματούχων του ΟΗΕ, του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ, της Βρετανίας και άλλων όσο οι αυξανόμενες επιθέσεις (αυτοκτονίας ή άλλες) των Ταλιμπάν, αλλά και οι εντεινόμενες επιχειρήσεις των αμερικανικών και ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων. Διότι τόσο η διεξαγωγή τους όσο και το αποτέλεσμά τους μπορούν να αποτελέσουν μια ένδειξη της πορείας που θα πάρουν οι προσπάθειες «αφγανοποίησης» του Αφγανιστάν, με τη συνεργασία πολλών δυνάμεων, ανάμεσα στις οποίες και οι μετριοπαθέστεροι Ταλιμπάν.

Με δεδομένο ότι οι δυτικές δυνάμεις θα χρειαστεί να παραμείνουν στο Αφγανιστάν τουλάχιστον για άλλα 20 με 30 χρόνια, όπως λένε ανώτατοι αξιωματικοί των βρετανικών ενόπλων δυνάμεων (που ξέρουν καλύτερα απ’ όλους από τέτοια πράγματα), οι εκλογές της Πέμπτης ίσως δώσουν μια ιδέα για το κάτω από ποιες συνθήκες θα παραμείνουν.