ΑΡΧΙΖΟΝΤΑΣ σήμερα, να θυμίσω στους κινηματογραφόφιλους (και όλους τους ενδιαφερόμενους) ότι χθες το βράδυ άρχισε στους κινηματογράφους Como (South Yarra) το 16ο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου.

ΠΕΡΑΣΑΝ 16 χρόνια και όμως ήταν σαν χθες, που με πρωτοβουλία πέντε-έξι ανθρώπων, που αγαπούσαν τον κινηματογράφο άρχισαν, (δειλά-δειλά) οι πρώτες προβολές.

ΛΙΓΕΣ οι ταινίες τότε, ακόμα λιγότερος ο κόσμος, αλλά, μεγάλος ο ενθουσιασμός.

ΚΑΙ ο ενθουσιασμός ήταν αυτός, όχι μόνο των πρωτοπόρων, αλλά και των ολιγάριθμων πιστών σινεφίλ, που κράτησε ζωντανό το Φεστιβάλ, κυρίως στα πρώτα δύσκολα (και μοναχικά) βήματά του.

Η Ελένη Μπερτέ, «πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα», ήταν αναμφίβολα η κινητήριος δύναμη και η ψυχή του Φεστιβάλ, και έπαιξε καθοριστικό λόγο να γίνει ό,τι είναι σήμερα.

ΚΟΝΤΑ στην Ελένη εργάστηκαν και άλλοι εθελοντές με ενθουσιασμό, όπως για παράδειγμα, ο Κώστας Καραμάρκος και Κώστας Μάρκος.

Ο τελευταίος είναι και ο μόνος (από την παλιά φρουρά) που απέμεινε να εργάζεται εθελοντικά για την επιτυχία του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ, που έχει αποκτήσει πλέον παναυστραλιανό χαρακτήρα και το παρακολουθούν πολλές χιλιάδες άνθρωποι.

ΟΣΟ για την Ελένη Μπερτέ, και τον Κώστα Καραμάρκο, παρακολουθούν (από την πατρίδα όπου ζουν και εργάζονται αρκετά χρόνια τώρα) με ενδιαφέρον και αγάπη την πετυχημένη του πορεία.

ΔΕΝ είναι και λίγο πράγμα να βλέπεις κάτι που αγάπησες και δούλεψες με ανιδιοτέλεια, να προκόβει. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση.

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, δεν θα πρέπει να λησμονούμε να μνημονεύομε και τους 20 με 30 (το πολύ πολύ) πιστούς σινεφίλ της παροικίας μας που έδιναν το παρών τους σε κάθε ταινία.

ΘΥΜΑΜΑΙ ότι ορισμένους, όπως για παράδειγμα, τον Άτζελα Πίρδα, το Γιάννη Λιάσκο, τη Ειρήνη Χατζημανώλη τον Κύπρο Κυπριανού και άλλους, τους έβλεπα τότε μόνο σε κάθε Φεστιβάλ.

ΑΝΑΦΕΡΘΗΚΑ (για άλλη μια φορά) στο ίδιο θέμα, όχι μόνο για να μάθουν και νέοι… ηγέτες του Οργανισμού λίγη «κοινοτική ιστορία», αλλά, για να επαναλάβω, ότι η μεγαλύτερη και σημαντικότερη (για μένα) πολιτιστική εκδήλωση της Κοινότητας (και ως ένα βαθμό της παροικίας), έγινε από εθελοντές ερήμην της ηγεσίας, που παρέμενε αδιάφορη όλα αυτά τα χρόνια, θεωρώντας μάλιστα το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, ως εκδήλωση που δεν έπρεπε να την πάρει και πολύ στα σοβαρά.

ΑΝΑΦΕΡΘΗΚΑ επίσης για να τονίσω ότι, πολλά μπορούν να γίνουν από εθελοντές, που ό,τι κάνουν το κάνουν από πραγματική αγάπη για το αντικείμενο με το οποίο καταπιάνονται και, όχι για να γίνουν… πρόεδροι (και… αξιωματούχοι!) και να βλέπουν στις εφημερίδες το όνομά τους και τη φωτογραφία τους.

ΟΤΑΝ ξεκινούμε από το τελευταίο (όπως συνήθως γίνεται στην παροικία μας), αυτόματα αλλάζουν οι προτεραιότητες και αλλοιώνεται ο στόχος, με τα γνωστά αποτελέσματα.

Η Κοινότητα Μελβούρνης, όπως έχω (ξανα)γράψει, λόγω της ιστορίας της, ως κεντρικής οργάνωσης του Ελληνισμού, θα μπορούσε να κάνει πολλά και να προσφέρει στην παροικία ακόμα περισσότερα.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ όμως οι ηγεσίες της, για δεκαετίες τώρα, δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και των πραγματικών αναγκών της ομογένειας.

ΠΡΩΤΟ μέλημά τους, (ήταν και παραμένει), η εξασφάλιση των καρεκλών της εξουσίας. Αυτός ήταν (και είναι) ο κεντρικός τους στόχος και γύρω απ’ από αυτόν δραστηριοποιούνται κυρίως εξαντλώντας το μεγαλύτερο μέρος της προσφοράς τους.

ΔΕΝ είναι τυχαίο ότι αμέσως μετά τις τελευταίες εκλογές άρχισε η διαμάχη για την ηγεσία, με αυθαίρετες (και παράνομες) συνεδριάσεις για την εκλογή εκτελεστικής επιτροπής, όπως αυτή της 4ης Ιανουαρίου του 2008, που πραγματοποίησε η σημερινή ηγετική ομάδα.

ΑΜΕΣΩΣ μετά, (πάλι για την ηγεσία) άρχισαν οι δικαστικές προσφυγές για να ακολουθήσουν στη συνέχεια δύο ενδοσυμβουλιακά πραξικοπήματα για το ποια παράταξη θα μονοπωλήσει τις καρέκλες της ηγεσίας.

ΑΝ κοντά σε όλα αυτά τα απαράδεκτα (και κατ’ εξακολούθηση γελοία) προσθέσει κανείς και την πρωτοφανή κούρσα εγγραφές νέων μελών από τους υποψήφιους μνηστήρες της εξουσίας, πού να τους μείνει καιρός να ασχοληθούν και με τίποτα άλλο. Άσε βέβαια που δεν έχουν και διάθεση.

Η δημιουργία και πορεία του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ δείχνει επίσης ότι, έστω και λίγοι εθελοντές με αγάπη και ανιδιοτέλεια γι’ αυτό που κάνουν, μπορούν να προσφέρουν περισσότερα στην Κοινότητα (και την παροικία γενικότερα) από τους λαφυροκυνηγούς της εξουσίας και τις χιλιάδες μέλη των κουβαλητών συγγενών και κουμπάρων.

ΑΣ το πω ακόμα πιο καθαρά: τίποτα (απολύτως!) θετικό δεν έχουν προσφέρει μέχρι στην Κοινότητα (και την παροικία) τα χιλιάδες μέλη που παρελαύνουν κάθε τόσο από το κοινοτικό μητρώο!

ΤΟ μόνο που πρόσφεραν και (συνεχίζουν) να προσφέρουν οι αγέλες των… κουβαλητών, είναι να εξασφαλίζουν καρέκλες στους καριερίστες εξουσιομανείς και να απαξιώνουν κάθε κοινοτική αξία.

ΤΑ περί… ανοιχτών θυρών και δημοκρατίας, ήταν (και παραμένει) μια ακατάσχετη κενολογία χωρίς περιεχόμενο και αξία.

ΓΙΑΤΙ ένας Οργανισμός με 5.000, αν όχι δραστήρια, τουλάχιστον συνειδητά μέλη, βουνά θα μπορούσε να μετακινήσει και θαύματα να κάνει.

ΟΙ κουβαλητοί όμως ούτε δραστηριοποιούνται, ούτε ευαισθητοποιούνται. Την μόνη ικανότητα που διαθέτουν είναι να ρίχνουν κανένα ψηφοδέλτιο στην κάλπη και να σηκώνουν το χέρι τους σε καμιά γενική συνέλευση. Και αυτά κατόπιν αυστηρών οδηγιών και υποδείξεων, γιατί οι περισσότεροι είναι ντιπ άσχετοι!

ΟΠΩΣ τόνισα και την περασμένη βδομάδα, η ηγεσία της Κοινότητας Μελβούρνης με τα 5.000 μέλη, (πολλά εκ των οποίων είναι συνταξιούχοι!) δεν έβγαλε ούτε μια ανακοίνωση που να καταδικάζει τη βάρβαρη (και προμελετημένη) συμπεριφορά της ελληνικής πολιτείας απέναντι στους συνταξιούχους που δικαιούνται σύνταξη και από τις δύο χώρες.

ΣΩΠΑΣΕ και η (άβουλη) κοινοτική ηγεσία, όπως σώπασαν όλες οι οργανώσεις μας και οι… ηγέτες μας, που δεν χάνουν ευκαιρία να φωτογραφίζονται, να δεξιώνονται και να χειροκροτούν τους… επισήμους!

ΚΑΝΕΙΣ δεν έχει ανοίξει ακόμα το στόμα του να πει μια λέξη γι’ αυτή τη ντροπή. Ούτε αυτοί που συγκέντρωσαν (τους μοιραίους και άβουλους) και τους κουβάλησαν με λεωφορεία στην (προσχεδιασμένη)  φιέστα, να χειροκροτήσουν τον… πρωθυπουργό μας(!) όταν είχε έλθει εδώ, πριν 27 μήνες, να υπογράψει την αμοιβαία συμφωνία για τις συντάξεις.

ΑΣ επιστρέψουμε όμως στην Κοινότητα. Ένα από τα πρωταρχικά καθήκοντα και στόχους της Κοινότητας, στην υπερ-αιωνόβια ιστορία της, είναι η διατήρηση και η προώθηση του ελληνικού πολιτισμού και κατ’ επέκταση της γλώσσας μας.

ΓΙΑ
τον σκοπό αυτό, από την πρώτη μέρα της ίδρυσής της διατηρούσε ελληνικά σχολεία και για τους ίδιους λόγους, χρεώθηκε πριν 21 χρόνια εκατομμύρια δολάρια για να αγοράσει το Κολέγιο του Alphington.

ΠΑΡ’ ΟΛΑ
αυτά και, τα εκατομμύρια που ξοδεύτηκαν και ξοδεύονται, τα ελληνικά όχι μόνο έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα, αλλά ούτε καν ακούγονται πλέον στην Κοινότητα, όπως δεν ακούγονται και σε άλλους οργανισμούς μας που υποτίθεται ότι ασχολούνται με την διατήρηση και προώθηση του πολιτισμού μας.

ΔΕΝ ξέρω αν οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου διεξάγονται αποκλειστικά στην αγγλική, εκείνο που ξέρω είναι ότι τα πρακτικά πλέον κρατούνται (μόνο) στα αγγλικά και από τα επίσημα προγράμματα για τις μεγάλες εκδηλώσεις της Κοινότητας απουσιάζουν παντελώς τα ελληνικά, παρά το γεγονός ότι απευθύνονται κυρίως σε άτομα που συνεχίζουν να χρησιμοποιούν τα ελληνικά ως πρώτη γλώσσα!

ΜΟΝΟ τους τίτλους των ταινιών είχε στα ελληνικά και το τελευταίο πρόγραμμα για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, ενώ το ίδιο είχε συμβεί και με το πρόγραμμα για τις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Αντίποδες.

Η μόνη λέξη που είχε στα ελληνικά και εκείνο το πολυσέλιδο πρόγραμμα ήταν η λέξη «Γλέντι». Τίποτα άλλο. Και σκεφθείτε ότι το τελευταίο Φεστιβάλ (διαβάστε πανηγύρι) στοίχισε στην Κοινότητα $300.000 σύμφωνα με τους τελευταίους… λογαριασμούς.

ΔΗΛΑΔΗ, πόσα παραπάνω θα στοίχιζε αν πλήρωναν έναν μεταφραστή (αφού δεν μιλούν πια… ελληνικά ούτε μεταξύ τους) και τύπωναν λίγες σελίδες παραπάνω στα προγράμματα;

ΑΚΟΜΑ πιο απογοητευτική (από πλευράς ελληνικότητας) ήταν και η εκδήλωση που οργάνωσε πριν λίγους μήνες το Κολέγιο του Alphington για να γιορτάσει τα 20 χρόνια λειτουργίας του και στην οποία είχα παραβρεθεί. 

ΠΡΟΕΔΡΟΙ, γραμματικοί, διευθυντές, δάσκαλοι και μαθητές, του… ελληνικού (δίγλωσσου και καλά!) κολεγίου μίλησαν όλοι στα αγγλικά και, αν δεν έλεγε και ο Φουντάς πέντε λέξεις στα ελληνικά θα νόμιζε κανείς ότι πρόκειται για ένα αμιγώς αγγλοσαξονικό σχολείο.

ΚΑΝΕΝΑ ελληνικό χρώμα σας λέω. Απολύτως τίποτα! Ακόμα και δυο-τρεις πρώην μαθητές του Κολεγίου (παιδιά φίλων μου) που με γνώρισαν και με πλησίασαν να με χαιρετήσουν στα αγγλικά μου μίλησαν!

ΑΝΤΕ το πολύ-πολύ να σου πουν στα ελληνικά, όπως έχω ξαναγράψει, «τι κάνεις… θείο;). Και ερωτώ: γιατί ρε αδέλφια να συνεχίσουμε να ξοδεύουμε τόσα εκατομμύρια;

ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΟΥΝ τα χειροπιαστά (και εξόφθαλμα) πλέον αποτελέσματα, του συγκεκριμένου σχολείου (γιατί δεν ξέρω τι ακριβώς γίνεται με τα άλλα και δεν θέλω να τα βάλω όλα στο ίδιο τσουβάλι) τόσο κόπο και τόσα υπέρογκα έξοδα που στην κυριολεξία για 20 χρόνια έχουν γονατίσει οικονομικά την Κοινότητα και παρ’ ολίγο να την οδηγήσουν στον αφανισμό της;

ΠΟΣΟΙ απόφοιτοι του Κολεγίου (για τους οποίους τόσα ξόδεψε η Κοινότητα) έχουν ενδιαφερθεί για την τύχη της ή έχουν γίνει από μόνοι τους μέλη;

«ΤΟ τι άλλο να κάνουμε;», που προβάλλουν πολλοί ως απάντηση, στα πιο πάνω ερωτήματα, δεν φτάνει. Και δεν φτάνει γιατί στη γλώσσα στηρίζεται (κυρίως!) ο πολιτισμός που (υποτίθεται) θέλουμε να διατηρήσουμε.

ΕΝΑ έθνος (και κατ’ επέκταση μια παροικία) που θέλει να διατηρήσει την ομοψυχία του, την ταυτότητα του (και ενότητά του), δεν μπορεί να βασιστεί, τόσο στο «ομόαιμον» και «μόρθησκον» όσο στην γλώσσα.

ΓΙΑΤΙ το αίμα μπορεί να διαχέεται, νοθεύεται και αλλοιώνεται με τις μετακινήσεις και μεταναστεύσεις. Η (ίδια) θρησκεία μπορεί να ανήκει και σε άλλους λαούς όπως το ίδιο συμβαίνει με τα ήθη και έθιμα.

Η γλώσσα όμως είναι εκείνη που αποτελεί το αποκλειστικό γνώρισμα του λαού. Η γλώσσα εν γένει και ιδιαίτερα η υποδήλωση των αντικειμένων με τη βοήθεια ήχων που εκφέρονται δια του φωνητικού μηχανισμού. Γιατί η γλώσσα, (όπως ισχυρίζονται οι σοφοί του κόσμου) θεμελιώνει τον απαράβατο νόμο, σύμφωνα με τον οποίο, κάθε ιδέα εκφράζεται με τον τάδε καθορισμένο ήχο και κανέναν άλλο. (ιδιαίτερο χαρακτηριστικό κάθε γλώσσας). Τέλος.

ΑΛΛΑ που χαμπαρίζου από τέτοια όλοι αυτή που κόπτονται για την διατήρηση της γλώσσας και του πολιτισμού μας. Πού να καταλάβουν ότι η κάθε λέξη έχει παρελθόν, μνήμη και ιστορία και είναι (ο μοναδικός) φορέας της πραγματικής μας κουλτούρας.

ΠΟΥ να τα καταλάβουν όλα αυτά με ελληνικούς ήχους; Αλλά, και πώς αλλιώς να τους τα πεις (και τη σημασία έχει;) όταν δεν μιλάμε (ποια) την ίδια γλώσσα; Αυτά γι’ αυτούς…

ΚΑΙ όσο για όσους από εσάς τους αναγνώστες, που καταλαβαίνετε, προσθέτω ότι, ο λαός ανήκει στη γλώσσα, περισσότερο απ’ ό,τι ανήκει η γλώσσα στο λαό. Γεια χαρά! Με τη σημασία που έχει στα… ελληνικά!

Μπ. Στ.