Την περασμένη εβδομάδα έδωσα δείγματα από τις απόψεις ενός Γερμανού και δύο Άγγλων ιστορικών για το κίνημα του φιλελληνισμού με την έναρξη της Επανάστασης του 1821.

Σήμερα θα ολοκληρώσω τα γενικά σχόλια για τον φιλελληνισμό, με απόψεις του Απόστολου Βακαλόπουλου που περιέχονται στο βιβλίο του «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», Αθήνα 1971*, και θα αναφερθώ στο αντιεπαναστατικό κλίμα που επικρατούσε στην Ευρώπη όταν άρχισε ο αγώνας της παλιγγενεσίας.
Κρίνω πως την τεράστια συμβολή του φιλελληνικού κινήματος στην επιτυχή έκβαση της Επανάστασης θα την κατανοήσουμε μόνο όταν ενημερωθούμε για την άκρως εχθρική στάση των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης προς κάθε ανατρεπτικό κίνημα κατά την περίοδο εκείνη.

Η ριζική μεταστροφή στην εξωτερική πολιτική των ευρωπαϊκών κρατών, και κυρίως των μεγάλων δυνάμεων, επήλθε ως αποτέλεσμα του συλλογικού φιλελληνικού κινήματος, το οποίο εκφράστηκε μέσα από επιτροπές, γνωστές ως κομιτάτα, που ανέλαβαν την προβολή και την ενίσχυση του αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων, αλλά και διά μέσου του κύρους επώνυμων ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, που με τα έργα τους έφερναν στην επικαιρότητα την αγωνιστικότητα των Ελλήνων, και τις φρικαλεότητες που διέπρατταν οι Τούρκοι, όπως οι σφαγές στη Χίο και η καταστροφή των Ψαρών.
Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου τον Οκτώβριο του 1827, στην οποία ο στόλος της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας κατέστρεψε τον τουρκο-αιγυπτιακό στόλο, οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στον φιλελληνισμό ως συλλογικό κίνημα και ως αίσθημα αποστολής εκ μέρους προσωπικοτήτων της εποχής εκείνης.
Από τη στήλη αυτή θα αναφερθώ σε δύο από τις προσωπικότητες αυτές, τον Γάλλο φιλέλληνα Σατωβριάνδο (Françoise-René Chateaubriand), και τον Λόρδο Βύρωνα (Lord George Gordon Noel Byron).

Πρώτα όμως θα ολοκληρώσω τα γενικά σχόλια για τον φιλελληνισμό, και θα σκιαγραφήσω την πολιτική της Ιερής Συμμαχίας για την καταστολή κάθε απελευθερωτικού κινήματος στην Ευρώπη.

Ακολουθούν απόψεις του Α. Βακαλόπουλου, όπως διατυπώνονται στο βιβλίο του «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», σελίδες 247-252.
 «Η ζωηρή εκδήλωση του φιλελληνισμού στην Ευρώπη και Αμερική δεν είναι ένα ξαφνικό ρεύμα ιδεών γεννημένο μόνο από τους απελευθερωτικούς αγώνες των Ελλήνων, όπως νομίζεται, αλλά έχει τις ρίζες της στην Αναγέννηση, στην ευρωπαϊκή εκείνη πνευματική κίνηση, που είχε αρχίσει με την αυγή των νέων χρόνων. Η στροφή προς την αρχαία Ελλάδα, καθώς και προς τη Ρώμη, δυναμώνει ακόμη περισσότερο αργότερα, κατά τον 18ο αιώνα, από την κίνηση του ρομαντισμού, που είναι το σπουδαιότερο γεγονός της πνευματικής ζωής της Ευρώπης ύστερ’ από την Αναγέννηση.

Η ορμή εκείνη προς τις κλασικές σπουδές και τα κλασικά πρότυπα, που μεγαλώνει με την πάροδο του χρόνου, είχε παρακινήσει πολλούς να επισκεφθούν τις κοιτίδες του αρχαίου πολιτισμού, να μελετήσουν τα λείψανά του και να ονειροπολήσουν επάνω σ’ αυτά την χαμένη δόξα των Ελλήνων.
{…} Βαθμιαία όμως η ρομαντική κίνηση παρασύρει τις ψυχές και τα συναισθήματα των πολιτισμένων ανθρώπων και τις προσανατολίζει προς την σκέψη μιας νέας σταυροφορίας για την απελευθέρωση των εξαθλιωμένων απογόνων των αρχαίων Ελλήνων.

Πώς έγινε η μετάβαση του προεπαναστατικού φιλελληνισμού προς τον επαναστατικό; Ξένοι περιηγητές και λογοτέχνες, όπως ο Choiseul-Gouffier, ο Chateaubriand, ο Lebrun, ο Byron, ο Pouqueville, δεν συγκινούνται μόνον από την θλιβερή όψη των τόπων και των ερειπίων της αρχαίας Ελλάδος, αλλά και από την αξιολύπητη θέση των νέων Ελλήνων. Μελαγχολούν και κάνουν θλιβερούς στοχασμούς για την ματαιότητα και το πρόσκαιρο του ανθρώπινου μεγαλείου. Αυτοί είναι οι πρόδρομοι δημιουργοί της νέας μορφής του φιλελληνισμού.

{…} Η Ελλάδα με τις χτυπητές και συγκλονιστικές αντιθέσεις της έσφιγγε την καρδιά των περιηγητών και τους έκανε ν’ αγανακτούν για την τύχη όχι μόνον των νεκρών, αλλά και των ζωντανών λειψάνων της αρχαιότητας. Έβλεπαν την σκλαβωμένη ζωή των Ελλήνων, ένιωθαν την ψυχική τους ταραχή, άκουγαν τα θλιβερά και μονότονα ή φιλελεύθερα τραγούδια τους, ξεχώριζαν στ’ απελπισμένα λόγια τους και μάντευαν στα εκφραστικά τους βλέμματα τους ακοίμητους πόθους τους για δικαιοσύνη και ελευθερία. Ο προεπαναστατικός φιλελληνισμός είχε αρχίσει να παίρνει το νέο περιεχόμενο, να ολοκληρώνεται: κοντά δηλαδή στον θαυμασμό και στην λατρεία των αρχαίων Ελλήνων, προστίθεται και η συμπάθεια για τους άτυχους απογόνους των.
{…} Με την έκρηξη της επαναστάσεως του 1821 ο φιλελληνισμός αρχίζει να διαποτίζεται και με πολιτική χροιά: μεταβάλλεται και σε μια φιλελεύθερη κίνηση και παρουσιάζεται ως μια μορφή διαμαρτυρίας εναντίον της αντιδραστικής πολιτικής της Ιερής Συμμαχίας.
Ο κλασικισμός λοιπόν, ο ρομαντισμός και ο φιλελευθερισμός στάθηκαν οι κολοσσιαίες ηθικές δυνάμεις, που παρέσυραν την κοινή γνώμη της Ευρώπης και της Αμερικής και την προδιαθέτουν ευνοϊκά απέναντι των Ελλήνων. Οι δυνάμεις αυτές ξεσηκώνουν ολόκληρη θύελλα, που συναρπάζει στο διάβα της τα αισθήματα των πολιτισμένων ανθρώπων και τελικά επηρεάζει και την ψυχρή ακόμη πολιτική των κυβερνήσεων.
{…} Σε όλες αυτές τις χώρες – Γαλλία, Γερμανία, Ελβετία, Αγγλία, και ΗΠΑ – ο φιλελληνισμός εκδηλώνεται με διάφορες μορφές: είτε με την κάθοδο εθελοντών για να συμμετάσχουν στον ελληνικό αγώνα, είτε με πύρινα υπέρ αυτού άρθρα στις εφημερίδες και περιοδικά, είτε με την ίδρυση φιλελληνικών εταιρειών, είτε με αποστολή χρημάτων και πολεμοφοδίων, είτε με έργα λογοτεχνικά ή καλών τεχνών, εμπνευσμένα από το ελληνικό δράμα».

Η ΙΕΡΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Σε ένα από τα παραπάνω αποσπάσματα ο Α. Βακαλόπουλος παρατηρεί πως με την έκρηξη της Επανάστασης, ο φιλελληνισμός πήρε πολιτική χροιά, με την έννοια ότι εκδηλώθηκε ως διαμαρτυρία στην πολιτική της Ιερής Συμμαχίας.

Μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό το 1815, η Αυστρία, η Πρωσία και η Ρωσία, με αντιπροσώπους από την Αγγλία και την Γαλλία, συνέστησαν την Ιερή Συμμαχία, στόχος της οποίας ήταν η διατήρηση των μοναρχικών καθεστώτων στην Ευρώπη, με την καταστολή κάθε απελευθερωτικού κινήματος.
Στις αρχές του 1821 τα μέλη της Ιερής Συμμαχίας είχαν συνέλθει στο Λάιμπαχ – σημερινή Λουμπλιάνα της Σλοβενίας – για να συζητήσουν το απελευθερωτικό κίνημα της Νεάπολης της Ιταλίας, που είχε εκδηλωθεί τον Ιούνιο του 1820.

Όταν κατά τη διάρκεια του συνεδρίου έγινε γνωστή και η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, τα μέλη της Ιερής Συμμαχίας αποκήρυξαν «κάθε μεταρρύθμιση πραγματοποιούμενη με κίνημα ή ανοιχτή βία».

Τον Οκτώβριο του 1822 τα μέλη της Ιερής Συμμαχίας συνήλθαν πάλι σε συνέδριο στην Βερόνα της Ιταλίας, για να συζητήσουν την επέκταση του απελευθερωτικού κινήματος και στην Ισπανία.

Η επαναστατική κυβέρνηση της Ελλάδας έστειλε αντιπροσώπους να υποβάλουν τις ελληνικές θέσεις στο συνέδριο της Βερόνας, με σκοπό να πείσουν τους αντιπροσώπους των μεγάλων δυνάμεων ότι η Ελληνική Επανάσταση δεν είχε τίποτε το κοινό με τα κινήματα της Νεάπολης και της Ισπανίας.
Οι Έλληνες απεσταλμένοι δεν έγιναν δεκτοί στο Συνέδριο, ούτε και τους δόθηκε η ευκαιρία να υποβάλουν το αίτημά τους. Οι μεγάλες δυνάμεις τάχθηκαν ανεπιφύλακτα κατά της Ελληνικής Επανάστασης.

Όλα αυτά έδειχναν πως η Ελληνική Επανάσταση άρχισε κάτω από τις δυσμενέστερες συνθήκες. Για την Ιερή Συμμαχία η Ελλάδα αποτελούσε ξεχωριστή περίπτωση ανάμεσα στα επαναστατικά κινήματα της εποχής, γιατί μπορούσε κάλλιστα να επεκταθεί και στους άλλους λαούς της Βαλκανικής Χερσονήσου, που και εκείνοι ήταν τουρκοκρατούμενοι.

Παράλληλα, υπήρχαν και τα εθνικά συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης.

Για παράδειγμα, η Αγγλία και η Γαλλία θεωρούσαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως τη μόνη δύναμη ικανή να περιορίσει την ρωσική επιρροή στη Βαλκανική Χερσόνησο και στη Μεσόγειο.

Επιπλέον, η Αγγλία έβλεπε ότι μια ανεξάρτητη και ελεύθερη Ελλάδα θα μπορούσε να καταστεί υπολογίσιμη, και ανταγωνιστική ναυτική δύναμη, για τα αγγλικά συμφέροντα στην Μεσόγειο.

Για τους παραπάνω λόγους, το κίνημα του φιλελληνισμού ήταν η μόνη ελπίδα για την αλλαγή της αρνητικής, ακόμη και εχθρικής στάσης, των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων απέναντι στον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων.

Το ότι πρώτα η κοινή γνώμη, και στη συνέχεια η επίσημη πολιτική των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων απέναντι στο αγωνιζόμενο ελληνικό έθνος, άρχισαν να αλλάζουν από το 1825, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις δραστηριότητες των φιλελληνικών επιτροπών που είχαν συσταθεί στις χώρες εκείνες, και σε προσωπικότητες του κύρους του Λόρδου Βύρωνα, του Σατωβριάνδου, και άλλων διάσημων ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών.
Την ερχόμενη εβδομάδα θα αναφερθώ στον Γάλλο Σατωβριάνδο, και θα σχολιάσω το φυλλάδιό του «Υπόμνημα υπέρ της Ελλάδος», στόχος του οποίου ήταν να καταδείξει τη νομιμότητα της Ελληνικής Επανάστασης, η οποία την διαφοροποιούσε από τα άλλα απελευθερωτικά κινήματα στην Ευρώπη.

Σημείωση
*Ο Απόστολος Βακαλόπουλος υπήρξε Καθηγητής Νεοελληνικής Ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και αναγνωρίζεται ως ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς του νέου Ελληνισμού.