Στη Μελβούρνη, αλλά και σε κάθε πόλη, όταν οι μαθητές τελειώνουν το Γυμνάσιο, πάντοτε γίνονται σεμνές τελετές για το μεγάλο αυτό γεγονός. Όλοι οι δάσκαλοι και μαθητές την ώρα αυτή του χωρισμού εύχονται με τα καλύτερα λόγια το μέλλον – ιδίως των μαθητών – να είναι επικερδές και γεμάτο με επιτυχίες. Είναι, πράγματι, συγκινητικές οι αποχαιρετιστήριες ομιλίες και από τις δύο μεριές. Οι μαθητές ανοίγουν τα φτερά τους, αλλά και οι δάσκαλοι επιθυμούν όλοι οι μαθητές τους να πάρουν γερά στα χέρια τους τη σκυτάλη της προόδου.

Για έναν δάσκαλο που δούλεψε πολλά χρόνια να φέρει τους μαθητές του σε αυτό το στάδιο, είναι όντως μία στιγμή ικανοποίησης ότι και αυτός έβαλε «ένα πετραδάκι» στη σταδιοδρομία των μαθητών του. Και όσο περνάνε τα χρόνια, ο δάσκαλος νιώθει ότι αυτός πια έκανε το χρέος του και περιμένει να δει τους καρπούς των κόπων του. Εδώ είναι που ο δάσκαλος βλέπει στα πρόσωπα των νέων τη δίψα για ζωή και δράση. Εδώ είναι που νιώθει τη μεγάλη ικανοποίηση ο μαθητής του να κατορθώνει περισσότερα από αυτόν και ενδόμυχα να θέλει, εάν είναι δυνατόν να τον ξεπεράσει.

Η ΜΕΛΛΟΥΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ύστερα «χύνονται» όλοι στην κοινωνία και τη βιοπάλη και μαθητές και δάσκαλοι χάνονται στον ίδιο κοινό αγώνα της επιβίωσης. Τυχαίνει, όμως, μετά από χρόνια – ίσως και δεκαετίες – να συναντήσεις μαθητές σου που μπορούν με τα έργα και τα λόγια τους να σε ανεβάσουν σε σύννεφα προσωπικής και ανθρώπινης ικανοποίησης.
Όλα μου τα χρόνια ως καθηγητής, είχα την εξαιρετική τύχη να εργαστώ – για πάνω από τρεις δεκαετίες – σε Γυμνάσιο θηλέων της Μελβούρνης, από τα λίγα που έχουν μείνει. Είναι απερίγραπτη η χαρά να βρεθείς με μαθήτριές σου και να σου πουν ένα θερμό «Ευχαριστώ» για τα χρόνια που ήταν στο Γυμνάσιο και ήμουν ο καθηγητής τους σε διάφορα μαθήματα. Το λένε, φυσικά, στα Αγγλικά: «Thank you for everything, Mr. Iliopoulos!». Τότε ό,τι είπα παραπάνω – οι μαθητές σου να γίνουν καλύτεροι – διαπιστώνεται με τον πιο συγκινητικό τρόπο.

Η ΒΑΘΙΑ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ

Τέτοιες συναντήσεις μού γίνονται τελευταία πολύ πιο συχνά και οι πρώην μαθήτριές μου παντρεμένες με παιδιά, αλλά και πείρα από τη ζωή, μου εξιστορούν πολλά από το παρελθόν, μερικές φορές περισσότερα από ό,τι εγώ θυμούμαι. Φαίνεται στα πρόσωπά τους η βαθιά τους ευγνωμοσύνη και ζωντανεύουν το κοινό μαθητικό τους παρελθόν.

Επειδή εγώ τους άξιους δασκάλους μου τους άφησα στην Ελλάδα και δεν είχα τη χαρά να τους πω αυτά που εγώ ακούω από τις μαθήτριές μου, θα ήθελα να αναφερθώ σε μία ιδιαίτερη εμπειρία. Στα περιδιάβασματά μου τελευταία έπεσε στα χέρια μου ένα μικρό βιβλιαράκι με τους πανεπιστημιακούς λόγους του καθηγητή, Ιωάννη Θ. Κακριδή, ο οποίος έτυχε να είναι και καθηγητής μου στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης.

Σε ένα σημείο αναφέρεται στο πώς φαντάζεται μελλοντικά τους μαθητές του να τον συναντήσουν – μετά από πολλά χρόνια – και να του πουν μερικά λόγια βγαλμένα από την καρδιά τους. Ως ευγνώμων μαθητής του όντως θα του έλεγα τα ίδια αυτά λόγια όπως ο ίδιος τα σκέφτηκε:

Κύριε Καθηγητά
«Μου είχες δώσει γνώσεις πολλές αλήθεια. Όμως αυτές δεν είχαν και τόση σημασία. Θα μπορούσα να τις βρω και σε βιβλία πολύ σοφότερά σου. Αυτό που με κάνει να μη σε ξεχνώ είναι κάτι άλλο: είναι η πίστη και η αγάπη στον άνθρωπο που κατόρθωσες να στηρίξεις μέσα μου. Κοντεύω κι εγώ να γεράσω, και όμως εξακολουθώ να πιστεύω στην αξία και στην καλοσύνη του ανθρώπου. Η πείρα της ζωής είναι αλήθεια πικρή, μα μέσα μου ζει δυνατό το όραμα ενός ανθρώπου ανώτερου. Είναι αλήθεια ότι πολλές φορές βρέθηκα αδύνατος και τον άνθρωπο αυτόν τον ανώτερο τον πρόδωσα ο ίδιος εγώ, πολλές φορές είδα να τον προδίνουν και οι άλλοι γύρω μου. Υπόφερα και τις δύο φορές, περισσότερο όταν τον είχα προδώσει εγώ. Συχώρεσα πιο δύσκολα τον εαυτό μου απ’ ό,τι τους άλλους. Και όμως, δεν έπαψα να ζητώ πολλά από τους άλλους, και προπαντός από τον εαυτό μου. Οι περιπέτειες μέσα στους ανθρώπους δεν μ’ έκαναν να χάσω την πίστη μου στην ιδέα του ανθρώπου. Πάντα ζήτησα να συμμορφώσω τη ζωή μου όχι με το τι γίνεται στον κόσμο, αλλά με το τι πρέπει να γίνεται. Κι ακόμα γύρεψα πάντα να ιδώ στο διπλανό μου το καλό που έκρυβε η ψυχή του και τον αγώνα του να νικήσει τον πειρασμό του κακού.
Έτσι νομίζω ότι μένω ο νικητής της ζωής και όχι ο νικημένος της, έτσι μόνο μπορώ να πω ότι τη ζωή την κυβέρνησα εγώ και δεν άφησα να με κυβερνήσει εκείνη. Και αν καμιά φορά η δοκιμασία της ζωής ήταν μεγάλη και ο πειρασμός του κακού πολύ δυνατός, με κράτησε η σκέψη ότι αν άφηνα τα παρασυρθώ, δε θα είχα πια το δικαίωμα να σφίξω το χέρι του παλιού μου δασκάλου κοιτάζοντάς τον στα μάτια, όπως τώρα!».

Βιβλιογραφική Σημείωση:
Από το βιβλίο «Φως Ελληνικό», Πανεπιστημιακοί Λόγοι του Ιωάννη Θ. Κακριδή, Αθήνα 1963.
Εκφωνήθηκε στις 30/1/1949 στη μεγάλη αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.