Κάνει σαν μικρό παιδί. Ένα όνειρό του γίνεται πραγματικότητα. Ανέκαθεν ήθελε να γυρίσει ταινία στην πατρίδα των γονιών του, και μέσα από αυτή να δώσει εικόνα στα συναισθήματά του. Ο Νικ Γιαννόπουλος, δημοφιλής ηθοποιός στην Αυστραλία, συστήθηκε στην Ελλάδα μέσα από την ταινία «Φοβού τους Έλληνες», του Λάκη Λαζόπουλου, αλλά και από επεισόδια της σειράς «Είσαι το ταίρι μου», καθώς ένα μέρος των υποθέσεων και των δύο παραγωγών εκτυλισσόταν στην Αυστραλία.
Από το 1992 πάει σχεδόν κάθε καλοκαίρι στην Ελλάδα, με προορισμό διακοπών του τη Μύκονο. Οπότε μάλλον ως φυσική συνέπεια το Κυκλαδονήσι «πρωταγωνιστεί» στη νέα – τρίτη κατά σειρά – ταινία του Γιαννόπουλου. «Στο νησί, τόσα χρόνια πια, έχω κάνει φίλους και ήθελα να βγάλω τα συναισθήματά μου γι΄ αυτό αλλά και για τους ανθρώπους του στην ταινία», λίγο πριν αρχίσουν τα γυρίσματα στη Χώρα της Μυκόνου.

Δούλευε το σενάριο εδώ και μία πενταετία και είναι σίκουελ της χαμηλού κόστους αλλά με ανέλπιστη επιτυχία, κωμωδίας «Ο Ελληναράς». Μια ταινία, εξηγεί, που δεν αφορούσε μόνο τους Έλληνες. «Μιλούσε για τους μετανάστες, Έλληνες και Ιταλούς που είμαστε 1,5 εκατ. στην Αυστραλία, όταν ο συνολικός πληθυσμός της χώρας ανέρχεται σε 20 εκατ.».

Σύμφωνα με το σενάριο του Γιαννόπουλου, που συνυπογράφει με τον επίσης ομογενή Κρις Αναστασιάδη, ο Στιβ Καραμίτσης (Νικ Γιαννόπουλος) έρχεται στην πατρίδα, παρέα με τον φίλο του Φρανκ (Βινς Κολοσίμο) για να διεκδικήσει ως κληρονόμος μια έκταση σε παραθαλάσσια περιοχή της Μυκόνου και με την ευκαιρία αυτή ο κολλητός του να ανακάμψει από ένα επεισοδιακό διαζύγιο και να ξαναβρεί τη «φόρμα» του με τις γυναίκες.

Είναι εύκολο να κάνετε ταινία στην Ελλάδα;
Ήρθαμε καλοκαίρι και όλοι κάνουν διακοπές. Είναι σαν να έρθει για δουλειά κάποιος στην Αυστραλία Δεκέμβριο ή Ιανουάριο-Φεβρουάριο. Τότε σε εμάς έχει καλοκαίρι. Έχει και τα καλά του και τα κακά του. Τα πρόβλημα είναι να βρεις ανθρώπους που δεν λείπουν για διακοπές. Από την άλλη, ενώ ήρθαμε για δουλειά, είναι σαν να κάνουμε κι εμείς διακοπές κι αυτό δημιουργεί ευχάριστη διάθεση. Βέβαια όπου πάμε μας κυνηγούν οι παπαράτσι. Τι είναι αυτό το πράγμα εδώ. Έχουμε κι εμείς στην Αυστραλία, αλλά αυτό που συμβαίνει καθημερινά εδώ, σε εμάς γίνεται μόνο σε πρεμιέρες ή άλλα καλλιτεχνικά γεγονότα.

Το ελληνικό σινεμά πώς σας φαίνεται;
Νομίζω πως τα τελευταία χρόνια πάει καλά. Είναι σημαντικό να βγαίνουν ταινίες νέων δημιουργών, σεναριογράφων και σκηνοθετών. Μπορεί σε κάποιους να μη φάνηκε και ιδιαίτερου επιπέδου, αλλά σάμπως το Χόλιγουντ τι κάνει; Στο κάτω κάτω ο θεατής θέλει να διασκεδάσει, να περάσει καλά και αυτό το έχουν «πιάσει» στην Αμερική. Προ καιρού είδα το «Σούλα Έλα Ξανά» και πέρασα ευχάριστα. Είναι μια καλή ταινία. Όπως και το «Γαμήλιο πάρτι».

Προς τα πού οδεύει στις μέρες μας ο κινηματογράφος, δεδομένου ότι διαφαίνεται η τάση τα στούντιο να βγάζουν πιο συχνά ταινίες με ψηφιακούς ήρωες;
Το μεγάλο πρόβλημα είναι η πειρατεία. Επηρεάζει τη βιομηχανία του κινηματογράφου. Έχει απώλειες εσόδων και δεν την αφήνει να δημιουργήσει, να παραγάγει κι άλλες ταινίες. Από την άλλη, οι εταιρείες που κάνουν ταινίες animation στήνουν εκπληκτικές παραγωγές, άρτιες και καλλιτεχνικά άψογες.
Αν μια ταινία έχει κάτι να πει στον θεατή και να τον αγγίξει, δεν με ενοχλεί στην περίπτωση που είναι 3D animation. Όμως εγώ πρέπει να σου πω πως είμαι παλιομοδίτης. Θέλω να βλέπω στο σινεμά ηθοποιούς.

 «ΑΓΑΠΩ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΤΟΠΟ»

Από ελληνικής πλευράς;

Νο… Όταν ήρθαμε, πήγαμε στο υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης και τους είπαμε τι θέλουμε να κάνουμε, όμως από τα λεγόμενά τους δεν φάνηκαν πρόθυμοι, κατάλαβα ότι δεν είχαν χρήματα να διαθέσουν.
Can you imagine (το φαντάζεσαι); Κάνω μια ταινία 8 εκατ. δολαρίων στην Ελλάδα, τη Μύκονο, που ουσιαστικά είναι μια διαφήμιση 8 εκατ. δολαρίων για τη χώρα, που θα τη δουν σε Αμερική και Αυστραλία και αλλού, χωρίς επίσημη, από ελληνικής πλευράς, υποστήριξη… Αnyway, με νοιάζει να βγει κάτι καλό, γιατί τον αγαπώ αυτόν τον τόπο.