Η νοτιότερη και μεγαλύτερη των Σποράδων, η Σκύρος, συνδυάζει δύο νησιά σε ένα: το νότιο τμήμα της, βραχώδες, αφήνει μια γεύση από Κυκλάδες, ενώ το καταπράσινο βόρειο κομμάτι της δίνει το πραγματικό γεωγραφικό στίγμα.

Η Σκύρος είναι ένα νησί που μπορεί να περηφανεύεται για πολλά πράγματα: μακρά ιστορία, ολοζώντανη λαϊκή παράδοση, μοναδικά στον κόσμο αλογάκια, ένα τοπίο ξεχωριστό, μία ατμόσφαιρα ιδιαίτερη. Σε κερδίζει με όλα αυτά μαζί, αλλά και με κάτι ακόμα: τους ανθρώπους της.
Πρωί-πρωί ξεκινάμε με τον Νίκο την εξερεύνηση της Χώρας από την πλατεία της Αιώνιας Ποίησης, όπου από το 1931 στέκει το άγαλμα του Βρετανού ποιητή Ρούπερτ Μπρουκ, ο οποίος πέθανε εδώ το 1915 – λέγεται πως μοντέλο για το άγαλμα ήταν ο Αλέξανδρος Ιόλας!

Ο οικισμός αγκαλιάζει έναν πανύψηλο βράχο, στην κορυφή του οποίου δεσπόζει το Κάστρο, με το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, προστάτη του νησιού. Σκαρφαλώνοντας τα σοκάκια, ανακαλύπτουμε ολάνθιστους κήπους με κληματαριές, ξύλινες βεράντες με περίτεχνα κάγκελα, μικρές αυλές με βοτσαλωτά ψηφιδωτά, ζωηρές πινελιές που διαφοροποιούν την κατά τ’ άλλα ολόλευκη κυκλαδίτικη αισθητική της Χώρας. Εν τέλει, μπορεί να φτάνεις ασθμαίνοντας στην είσοδο του Κάστρου, αλλά αυτό που σε περιμένει εκεί είναι κάτι παραπάνω από ανταμοιβή: είσαι τόσο ψηλά, που νομίζεις πως αιωρείσαι πάνω από τις κατάλευκες ταράτσες και το Αιγαίο. Δυστυχώς, η είσοδος στο Κάστρο και στο μοναστήρι απαγορεύεται, εξαιτίας των ζημιών που προκάλεσε ένας πρόσφατος σεισμός. Ωστόσο, λίγα μέτρα χαμηλότερα, βρίσκεται ένα πλάτωμα με ξύλινα παγκάκια που ενδείκνυται για ρομαντική ανατολή ή μια ανάσα από την ανάβαση.

Περπατώντας στη Χώρα, οι γνωριμίες με τον φιλικότατο κόσμο έμοιαζαν παιχνιδάκι. Ίσως η πιο συγκινητική και ενδιαφέρουσα να ήταν με τον Μαντζουράνη Μαυρίκο, τον εκατόχρονο γέροντα, έναν από τους τελευταίους «βρακάδες» της Σκύρου. Ντυμένος με την παραδοσιακή φορεσιά -«τη φοράει από παιδί», λέει η κόρη του-, μας άνοιξε το σπίτι του και μοιράστηκε μαζί μας παλιές ιστορίες, όπως τη σωτηρία του στον πόλεμο, που απέδιδε (με μάτια που άστραφταν) στον Αγιο Γεώργιο.

ΣΤΙΣ ΕΞΟΧΕΣ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ

Στο αυτοκίνητο πια, εκτός Χώρας, με κατεύθυνση βορειοανατολικά, η ενθουσιώδης Νανά μάς μιλούσε με πάθος για το νησί της. Αθηναία, επέστρεψε στον τόπο καταγωγής της ως διευθύντρια του δημοτικού ραδιοφωνικού σταθμού. Παρατηρούσαμε γύρω μας, διάσπαρτα στις πλαγιές, πέτρινα κτίσματα, τις «κατούνες», τα μαντριά δηλαδή, που έδωσαν και το όνομά τους στην περιοχή – λογικό, αφού η Σκύρος είναι κατεξοχήν κτηνοτροφικό νησί και έχει παντού κατσίκες και πρόβατα! Κι όταν ανοίχτηκε ξαφνικά μπροστά μας ένας καταπράσινος κάμπος, πήραμε το χωματόδρομο για τον αρχαιολογικό χώρο στο Παλαμάρι. «Πρόκειται για έναν από τους σπουδαιότερους προϊστορικούς οικισμούς του Αιγαίου», μας πληροφορεί ο εύθυμος Σταμάτης, που εργάζεται εκεί. Ήξεραν τι έκαναν οι πρόγονοι, σκέφτηκα, απολαμβάνοντας την εκπληκτική θέα στο Αιγαίο, γαλάζιο έως εκεί που φτάνει το μάτι – και απόλυτη ηρεμία.

Το βορειοδυτικό τμήμα της Σκύρου είναι καλυμμένο, μέχρι τις λαχταριστές αμμουδερές παραλίες του, από ένα απρόσμενα πυκνό πευκοδάσος. Πέρυσι, πλήρωσε κι αυτό το τίμημα της πυρκαγιάς. Ευτυχώς γλίτωσε με μικρές απώλειες, αλλά το θέαμα παραμένει πένθιμο. Κοντά στην (απίστευτη) παραλία Άγιος Πέτρος κάνουμε μια στάση στην ταβέρνα του Τάκη και της Πόπης Μαυρίκου, μία από τις καλύτερες στο νησί – σχεδόν όλα τα προϊόντα που σερβίρουν είναι παραγωγής τους! Αφού δοκιμάσαμε την τιμημένη με βραβείο Gourmet γραβιέρα τους, ήταν αδύνατον να αρνηθούμε την πρόσκληση στον τόπο όπου παρασκευάζουν αυτό το πεντανόστιμο έδεσμα. Κτηνοτρόφοι, διατηρούν τις παραδοσιακές τεχνικές σε όλη τη διαδικασία – ακόμη και το άρμεγμα το κάνουν με τα χέρια. Παρατηρώ την Πόπη να ανακατεύει το γάλα στο καζάνι με ένα περίεργο ματσούκι. «Κουπιάς λέγεται», μου λέει και μου δίνει να δοκιμάσω. Ο συνδυασμός της δυνατής φωτιάς και του καπνού, όμως, αποδεικνύεται ισχυρός αντίπαλος για το κορίτσι της πόλης… Βγαίνοντας να πάρω αέρα, συναντώ το πρώτο σκυριανό αλογάκι, τον Ιάσονα! «Τον πήραμε για τα παιδιά», λέει η Πόπη – και σκάω από τη ζήλια μου!

Τα σκυριανά αλογάκια αναζητούμε ένα πρωί, παρέα με τον περιβαλλοντολόγο Κώστα Ιντζέ, ανεβαίνοντας προς το οροπέδιο Άρι, στο νότιο τμήμα του νησιού, στο λεγόμενο Βουνό. Ο Κώστας πέρασε πρόσφατα μερικούς μήνες στα οροπέδια της Σκύρου παρατηρώντας και καταγράφοντας τα αλογάκια στο φυσικό τους περιβάλλον. «Είναι ο βιότοπος του αλόγου», μας λέει, «όμως δέχεται τεράστιες πιέσεις, με βασικότερη την υπερβόσκηση. Η τροφή των αλόγων απλώς εξαφανίζεται». Εδώ το τοπίο μοιάζει άγονο και βραχώδες, αλλά τα φαινόμενα απατούν: οι μικροσκοπικοί θάμνοι με τα αλλόκοτα σχήματα είναι στην πραγματικότητα αγριελιές, σφεντάμια και πουρνάρια, αλλά οι αμέτρητες κατσίκες της περιοχής τα μετατρέπουν σε… μπονσάι.

Το οροπέδιο Άρι φιλοξενεί έναν εποχικό νερόλακκο, όπου ξεδιψούν τα αλογάκια το χειμώνα. Ευτυχώς, ο νερόλακκος είναι ακόμα γεμάτος, έτσι έχουμε πολλές πιθανότητες να πετύχουμε αλογάκια στο φυσικό τους περιβάλλον. Και τότε, στο βάθος, μια αλογοπαρέα χώνεται σε μια πυκνή συστάδα δέντρων – επικρατεί ενθουσιασμός. Προχωρούμε σιωπηλά για να μην τα τρομάξουμε και, όταν πια βρισκόμαστε ανάμεσά τους, νιώθω ότι ζω σε ντοκιμαντέρ! Μικρή απογοήτευση, τα αλογάκια είναι μόλις τρία. Τα υπόλοιπα ζώα είναι μουλάρια, απόγονοι των γαϊδουριών που ζευγαρώνουν με τις ελεύθερες φοραδίτσες – άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο έτσι κι αλλιώς αναιμικός πληθυσμός αυτού του μοναδικού στον κόσμο πλάσματος.

Επιστρέφουμε στα παράλια, στο Αχίλλι, στη στενή λωρίδα γης που ενώνει το βόρειο με το νότιο τμήμα, για το ραντεβού μας με τον ψαρά Αποστόλη Ευσταθίου. Σαν τον Αχιλλέα (η Θέτιδα τον είχε κρύψει στη Σκύρο, μεταμφιεσμένο σε κορίτσι, ώσπου τον ανακάλυψε ο Οδυσσέας), σαλπάρουμε από το ίδιο σημείο, όχι βέβαια για την Τροία, αλλά για τις θαλάσσιες σπηλιές της Σκύρου. Πέρα από το ότι μια βαρκάδα είναι έτσι κι αλλιώς ωραίο πράγμα, ειδικά αν έχεις καπετάνιο τον Αποστόλη να σε κερνάει ελιές και ιστορίες, οι σπηλιές αποδείχτηκαν μαγική εμπειρία, με κορυφαία, κατά την ταπεινή μου γνώμη, τη Διατρυπτή: μια γαλαρία που έχει λαξέψει η θάλασσα στο βράχο, βάφοντάς τον με ό,τι χρώμα βάζει ο νους σας. Το καλύτερο είναι ότι μπορείς να κολυμπήσεις από τη μια άκρη στην άλλη – δεν έχει πάνω από 30 μ. μήκος και τα νερά είναι απλώς υπέροχα!

ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΤΗΣ ΣΚΥΡΟΥ

Την τελευταία μέρα ο καιρός μάς τα χάλασε. Μικρό το κακό, αφού μας δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσουμε τις πασίγνωστες παραδοσιακές τέχνες της Σκύρου. Πρώτος σταθμός τα Μαγαζιά (η παραλία της Χώρας) και τα εργαστήρια κεραμικής, όπου φτιάχνονται μέχρι σήμερα τα περίφημα σκυριανά κεραμικά. Όπως μας είπε ο Στάθης Κατσαρέλιας στο γαλήνιο εργαστήρι του, τα «τσκαλαριά», τα εργαστήρια δηλαδή, στήθηκαν στη συγκεκριμένη περιοχή ώστε οι τεχνίτες να είναι κοντά στην πρώτη ύλη τους. Μας έδειξε τα αυθεντικά σκυριανά κεραμικά, από κόκκινο πηλό, που στολίζονται με «μπατανά», αραιωμένο λευκό πηλό. Μάλιστα, η διακόσμηση δεν γίνεται με πινέλο, αλλά με ένα περίεργο εργαλειάκι, το πλουμουδιστήρι, που απαιτεί μεγάλη δεξιοτεχνία. Παντού στο εργαστήρι είναι εμφανής η αγάπη του Στάθη για τα άλογα – μια στιγμή έπιασε πηλό στα χέρια του και έπλασε μια αλογοκεφαλή.

Δεν είναι τυχαίο ότι διατηρεί μια φάρμα με σκυριανά αλογάκια, στα οποία δίνει πλέον όλη του την ενέργεια.
Πίσω στη Χώρα, σειρά έχει το πιο φημισμένο ίσως προϊόν της Σκύρου, τα ξυλόγλυπτα έπιπλά της. Βρισκόμαστε στο κατάστημα -και εργαστήρι- του Γιώργου Ανδρέου, ενός αυθεντικού τεχνίτη της σκυριανής παράδοσης. Γύρω μας, περίτεχνες κασέλες, έπιπλα κάθε είδους, ακόμα και μουσικά όργανα. Από μικρό παιδί ανακάλυψε την έμφυτη κλίση του στην ξυλογλυπτική: «Ημουν γεννημένος γι’ αυτό», μας λέει. Μάλιστα, η αγάπη για την τέχνη του έχει μετατραπεί σε βαθιά μελέτη του αντικειμένου, την οποία ελπίζει σύντομα να παρουσιάσει. Στο μικροσκοπικό του εργαστήρι, στο βάθος του καταστήματος, τον παρατηρώ να δίνει ζωή στο ξύλο με τα εργαλεία του. Το κάνει να μοιάζει τόσο εύκολο, αλλά μετράει δεκαετίες εμπειρίας και αφοσίωσης…

Για το τέλος αφήσαμε το Μουσείο Φαλτάιτς, ένα από τα πρώτα λαογραφικά μουσεία της χώρας, που μετράει 45 χρόνια παρουσίας, από το 1964 (Τ/22220-91.232, www.faltaits.gr/greek/museum.htm). Με το που μπαίνεις σε αυτό το πανέμορφο αρχοντικό, σε αγκαλιάζει μια σπάνια θαλπωρή. Ίσως να οφείλεται στην περίσσια αγάπη και στο μεράκι με τα οποία το ζεύγος Φαλτάιτς έστησε αυτό το μουσείο, που περηφανεύεται και για σπάνια εκθέματα, όπως η Προκήρυξη της Επανάστασης του ’21 ή χειρόγραφα του Παπαδιαμάντη. Πιο πολύ όμως πρέπει να είναι αυτή η σπιτική ατμόσφαιρα που προκύπτει μέσα από την αναπαράσταση του σκυριανού σπιτιού – μόνο οι άνθρωποι λείπουν για να το κατοικήσουν! Ξεναγός μας ο Μάνος Οικονομάκης, ο οποίος μας εξηγεί τα σύμβολα της σκυριανής παράδοσης που κοσμούν τα περίφημα κεντήματα του νησιού: για παράδειγμα, ο κόκορας συμβολίζει την ανδρική γονιμότητα και οι γυναίκες τον κεντούσαν στα σεντόνια για την πρώτη νύχτα του γάμου.

Μετά την ξενάγηση, στη βεράντα του μουσείου που βλέπει στο Αιγαίο, η γλυκιά Αναστασία Φαλτάιτς μάς κερνά υπέροχο λικέρ ρόδι από τα χεράκια της, ενώ ο πληθωρικός σύζυγός της, ο Μάνος, μας μιλάει για τη Σκύρο, το μουσείο, το μέλλον και το παρελθόν. Μένω να κοιτάζω υπνωτισμένη την καταιγίδα που πέρα στον ορίζοντα φωτίζει τη νύχτα που έχει πια πέσει πάνω από τη Σκύρο…