Διάσταση απόψεων μεταξύ των υπουργών Δικαιοσύνης, Λουκά Λουκά, και Εσωτερικών, Νεοκλή Συλικιώτη, αλλά και αντιδράσεις από οργανώσεις και τον Τύπο, προκάλεσε μεγάλη επιχείρηση της Κυπριακής Αστυνομίας εναντίον αλλοδαπών στο τμήμα της παλιάς πόλης της Λευκωσίας.

Η αστυνομία επικαλούμενη «εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας» των πολιτών, πραγματοποίησε, τα ξημερώματα, εφόδους σε σπίτια αλλοδαπών, «πέρασε» χειροπέδες σε περίπου 120 από αυτούς και τους οδήγησε σε αστυνομικό σταθμό για εξακρίβωση στοιχείων. Ανάμεσά τους ήταν και μητέρα με τα δύο ανήλικα παιδιά της, καθώς επίσης και μια έγκυος.

Τελικά, η αστυνομία συνέλαβε 12 αλλοδαπούς με δικαστικά εντάλματα για τα επεισόδια στις αρχές Σεπτεμβρίου στο τέμενος Ομεριέ και άλλους 36 για παράνομη παραμονή στην Κύπρο.

Ο υπουργός Εσωτερικών, Νεοκλής Συλικιώτης, αρμόδιος για θέματα Μετανάστευσης και Ασύλου, δήλωσε ότι «τέτοιες επιχειρήσεις πρέπει να γίνονται στοχευμένα, διαφορετικά δημιουργούνται αχρείαστες εντυπώσεις». Διευκρίνισε ότι δεν ήταν ενήμερος για την επιχείρηση στη παλιά Λευκωσία και, επίσης, ότι είχε επικοινωνία με τον υπουργό Δικαιοσύνης, με τον οποίο συνεννοήθηκαν ότι στο μέλλον δεν πρέπει να επαναληφθούν τέτοιες επιχειρήσεις με αυτό τον τρόπο.
Ο κ. Συλικιώτης αναφέρθηκε στα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση για αντιμετώπιση του φαινομένου και στάθηκε ιδιαίτερα στη κατάθεση νομοσχεδίων για αυστηρότερες ποινές σε παράνομους εργοδότες ή ενοικιαστές. Υπενθύμισε ότι μειώθηκε σημαντικά ο αριθμός εκείνων, που ζητούν άσυλο και πρόσθεσε ότι «με την πρόσφατη απόφαση των Βρυξελλών για τη σύναψη συμφωνίας με την Τουρκία για Επανεισδοχή λαθρομεταναστών, η Άγκυρα τέθηκε προ των ευθυνών της».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, Λουκάς Λουκά, υπεραμύνθηκε της επιχείρησης της αστυνομίας, για την οποία είχε ενημερωθεί την προηγουμένη από τον αρχηγό της δύναμης, και απέρριψε τη θέση ότι επρόκειτο για επιχείρηση «σκούπα», καθώς -όπως είπε- είχαν εκδοθεί 21 εντάλματα σύλληψης και τα 12 εκτελέστηκαν.

Ανέφερε, επίσης, ότι κατά την επιχείρηση έγινε έλεγχος των στοιχείων αλλοδαπών.

 «Όσοι δεν είχαν μαζί τους τα στοιχεία, μεταφέρθηκαν στην αστυνομία, προκειμένου να γίνει διακρίβωση και όσοι διαπιστώθηκε ότι ήταν νόμιμα στην Κύπρο, επέστρεψαν στο σπίτι τους το ίδιο βράδυ», είπε και καταλήγοντας, τόνισε ότι «η αστυνομία δεν μπορεί να μένει αδρανής και είναι επιφορτισμένη να ενεργεί, είτε προληπτικά, είτε κατασταλτικά για πάταξη κάθε μορφής εγκλήματος».

Η δήμαρχος Λευκωσίας, Ελένη Μαύρου, δήλωσε ότι ο δήμος δεν είχε ενημέρωση για την επιχείρηση, ούτε είναι αρμοδιότητά του να καθορίζει τις διαδικασίες της αστυνομίας. Τόνισε δε, ότι τα προβλήματα στην περιοχή δεν επιλύονται με περιστασιακές επιχειρήσεις. «Το αίσθημα φόβου μπορεί να αντιμετωπισθεί με τη συνεχή και εμφανή παρουσία της αστυνομίας και ειδικά με τις πεζές περιπολίες», είπε.

Ο εκτελεστικός διευθυντής της Κίνησης Ισότητας και Στήριξης Αλλοδαπών, ΚΙΣΑ, Δώρος Πολυκάρπου, επέκρινε την αστυνομία ότι διενήργησε την επιχείρηση για να πατάξει κάποιο έγκλημα, το οποίο δεν στοιχειοθετείται. Κατηγόρησε επίσης, τις αστυνομικές δυνάμεις ότι «έμπαιναν σε σπίτια χωρίς εντάλματα και φορούσαν χειροπέδες σε γυναίκες με αποτέλεσμα να στιγματίζονται μετανάστες». Ο ίδιος υποστήριξε ότι «σκοπός της αστυνομίας ήταν η επίδειξη δύναμης» και πρόσθεσε ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να ενεργεί (σσ. η αστυνομία) για σύλληψη εγκληματικών στοιχείων, χωρίς να τρομοκρατεί τους κατοίκους ολόκληρης περιοχής».
Ο εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας, Μιχάλης Κατσουνωτός, απέρριψε τις επικρίσεις και τόνισε ότι σε καμία περίπτωση δεν μπήκαν οι αστυνομικοί σε σπίτια, χωρίς εντάλματα.

Ο ίδιος αντέκρουσε και τις κατηγορίες για εξευτελισμό της αξιοπρέπειας και της προσωπικότητας των αλλοδαπών και τόνισε ότι «η Αστυνομία δεν καλλιεργεί αισθήματα ρατσισμού και ξενοφοβίας».