ΑΝΗΚΩ στη σχολή που πιστεύει ότι (απόλυτη) «αλήθεια» δεν υπάρχει και τα πάντα είναι θέμα ερμηνείας.

ΑΥΤΟ ισχύει περισσότερο για την Ιστορία, γιατί, όπως έχουμε ξαναπεί, μέρος των πραγματικών συμβάντων έχει απολεσθεί κάτω από προσχώσεις σκοπιμοτήτων.

ΑΥΤΟ που έχουμε κληρονομήσει δεν είναι παρά ερμηνείες της ιστορικής αλήθειας από δεύτερο και τρίτο χέρι.

ΕΚΤΟΣ των άλλων, αυτό σημαίνει, ότι βλέπουμε τα πράγματα με τις προκαταλήψεις της ηρωολογίας των πατέρων μας.

ΤΑ ίδια πάνω-κάτω είχα υπογραμμίσει όταν αναφέρθηκα στον «φιλελληνισμό» του λόρδου Βύρωνα, προσθέτοντας ότι η ιστορική παραποίηση έχει ιστορία και, μάλιστα, ένδοξη.

ΕΙΧΑ γράψει, επίσης, ότι κανείς δεν μπορεί να παραδεί τον στρατηγικό ρόλο που παίζει η επίσημη ιστορία στη διαμόρφωση εθνικής συνειδήσεις (όλων των λαών), καταλήγοντας με την παρατήρηση πως ό,τι εξιδανικεύεται έχει την ιδιότητα να ξεχνά των καταγωγή του, όπως συνέβη και με την περίπτωση του λόρδου.

ΣΗΜΕΡΑ είπα να κάνω έναν σύντομο απολογισμό στα όσα μεσολάβησαν για να δούμε αν έπιασε τόπο και το μελάνι που ξοδεύτηκε και τι τέλος πάντων (παραπάνω) μάθαμε.

ΠΡΙΝ (ξανα)παρεξηγηθούμε είναι απαραίτητο να πούμε ποιους θεωρούμε αντιπάλους μας: Σίγουρα, όχι τους ανθρώπους που αντέκρουσαν τα όσα έγραψα.

ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ μας (στην προκειμένη περίπτωση) είναι όσοι αρνούνται επίμονα να ασκηθούν στις μεγάλες υποψίες που διαμεσολάβησαν για να γίνουμε αυτοί που είμαστε.

ΓΙΑΤΙ σίγουρα έχουν μεσολαβήσει πολλά. Δεν φτάσαμε τυχαία (ως λαός) εδώ που είμαστε. Και για τα «καλά μας» και για τα «κακά μας» υπάρχουν (γενεσιουργές) αιτίες.

ΚΑΙ εδώ είναι που μπαίνει το μεγάλο ερώτημα, το οποίο και θα προσπαθήσω να διατυπώσω έτσι όπως το καταλαβαίνω και όσο πιο σύντομα μπορώ.

ΠΩΣ γίνεται ένας λαός με τέτοια ιστορία, με τόσους ένδοξους προγόνους (που ακόμα απασχολούν τον κόσμο), με ανιδιοτελείς και πατριώτες αγωνιστές, με μια ατελείωτη λίστα ένδοξων και νικηφόρων αγώνων, να βρίσκεται εδώ που βρίσκεται;

ΠΩΣ είναι δυνατόν ένας ηρωικός, έξυπνος και φιλομαθείς λαός (που λέμε ότι είμαστε) και ο οποίος έχει αποδείξει ότι δεν διστάζει να θυσιαστεί για το γενικό καλό και την πατρίδα, να έχει φτάσει σε αυτή την εξαχρείωση, ανάγοντας την αρπαχτή και το βόλεμα σε πανεθνικά ιδανικά;

ΜΕ μια κουβέντα: πώς από μια ποιοτικά άριστη «πρώτη ύλη» βγήκε αυτό το άθλιο προϊόν; Τι έγινε; Πού χάλασε η συνταγή;

ΜΙΛΩΝΤΑΣ μεταξύ μας, όλοι σχεδόν παραδεχόμαστε ότι ο Ελληνικός λαός έχει το «χάλι του». Όχι, βέβαια, ότι οι άλλοι λαοί δεν «βράζουν στο ίδιο το καζάνι», αλλά εδώ μιλάμε για τον δικό μας.

ΑΝΤΛΩΝΤΑΣ πληροφορίες από την επίσημη ιστορία (των… πανεπιστημιακών!) προκειμένου να ερμηνεύσουμε τη σημερινή μας συμπεριφορά και «ποιότητα», αντιλαμβανόμαστε, με την πρώτη ματιά, ότι κάτι πάει στραβά.

ΜΕ μια απλή πρόσθεση, βλέπουμε ότι αυτά που υποστηρίζουν τα ιστορικά (και όχι μόνο) βιβλία ό,τι είμαστε, έρχονται σε αντίθεση με αυτό που όλοι διαπιστώνουμε ότι είμαστε.

ΔΕΝ χρειάζεται πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς ότι η εξίσωση δεν βγαίνει. Υπάρχει κενό. Κάτι λείπει.

ΑΥΤΟ το «καταραμένο άλειμμα» είναι που προσπαθούν να φωτίσουν ορισμένοι άνθρωποι (όπως ο Κωστής Παπαγιώργης) για να αποκωδικοποιηθεί το τι μας έκανε αυτό που είμαστε.

ΤΙ δηλαδή μεσολάβησε, που 190 χρόνια μετά την απελευθέρωσή μας από τον οθωμανικό ζυγό παραμένουμε, σε επίπεδο κρατικής οργάνωσης, πιο «Τουρκία» από την Τουρκία.

ΓΙΑΤΙ θα πρέπει να έλαβαν χώρα και άλλα γεγονότα (παράπλευρα με τα…  ηρωικά) εξίσου σημαντικά και άξια λόγου, που μας διαμόρφωσαν και ως έθνος και ως άτομα.

ΓΙΑΤΙ το συλλογικό θυμικό πήρε αυτό τον δρόμο; Η επίσημη ιστορία δεν απαντά (τουλάχιστον πειστικά) σε αυτά τα ερωτήματα.

ΣΙΓΟΥΡΑ κάτι θα πρέπει να έχει συμβεί στον ψυχισμό μας, όταν απορρίπτουμε με τόσο πείσμα, ερμηνείες που στόχο έχουν να φωτίσουν περισσότερο τα ιστορικά γεγονότα.

ΚΑΠΟΙΟ μεγάλο εσωτερικό τραύμα θα πρέπει να φέρουμε, όταν κλείνουμε τα μάτια και αρνούμαστε να δούμε κάτι που βλέπει όλος ο άλλος κόσμος, όπως συνέβη πρόσφατα κατά τη διάρκεια το αγώνα μπάσκετ μεταξύ της εθνικής μας ομάδας και αυτής των Σκοπίων.

ΑΝΑΦΕΡΟΜΑΙ στο περιστατικό με την ΕΡΤ, η οποία προκειμένου να υπερασπιστεί τα εθνικά δίκαια, σκέπασε το όνομα «Μακεδονία», ώστε να μην το βλέπουν οι Έλληνες τηλεθεατές!

ΝΑ μη βλέπουν, δηλαδή, οι Έλληνες θεατές ό,τι την ίδια στιγμή έβλεπε ολόκληρος ο κόσμος! Γι’ αυτή τη συμπεριφορά (και κατάντια) θα πρέπει να υπάρχει κάποια εξήγηση.

ΠΩΣ φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο; Τι έφταιξε που είχε ως αποτέλεσμα να υποστούμε και αυτόν τον εξευτελισμό…

ΚΑΙ αυτό που έφταιξε (και εδώ) είναι, ότι δεν είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας. Το ελληνικό κράτος (και οι…  επίσημοι ιστορικοί του) για πολλούς και διάφορους λόγους δεν μάς είπαν όλα όσα όφειλαν να μας πουν.

ΔΕΝ μας προετοίμασαν για να δεχτούμε τις εξελίξεις που είναι απόρροια της πραγματικής ιστορίας και όχι αυτής που μας δίδαξαν και διδάσκουν, που πότε θέλει το ποτήρι μισογεμάτο και πότε μισοάδειο.

ΔΕΝ μας είπαν δηλαδή και στην περίπτωση αυτή και στην Μικρασιατική Καταστροφή και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, την πραγματική αλήθεια.

Η επίσημη ιστορία μας (όπως και οι ιστορίες των άλλων λαών) έδωσε έμφαση και φώτισε την πλευρά των γεγονότων που «συνέφερε» το έθνος, συσκοτίζοντας και αποσπώντας ότι έκρινε ως μη «εθνωφελές».

Η ιστορική παραποίηση (συνοδευόμενη με δάφνες και θυσίες) δημιούργησε με τη σειρά της έναν λαό που φέρει όλα τα χαρακτηριστικά της.

  ΕΝΑΝ λαό, που ο κακοφορμισμένος εθνικισμός, του στερεί τη δυνατότητα να προσανατολιστεί και να καταλάβει τον κόσμο μέσα στον οποίο ζει. 

ΝΑ γιατί κόντρα σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο που αποκαλεί πλέον τα Σκόπια «Μακεδονία», ο ελληνικός εθνικισμός επιλέγει ουσιαστικά το εθνικό ολοκαύτωμα, απορρίπτοντας ακόμα και τη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό.

Ο εθνικισμός αυτός, που κατά βάθος είναι και μια μορφή ρατσισμού (τη στιγμή που πιστεύουμε ότι είμαστε καλύτεροι απ’ όλους τους άλλους λαούς) ευθύνεται για το σημερινό (εξευτελιστικό αδιέξοδο) που έχει εισέλθει η χώρα.

ΜΕ τη δική του συμπαράσταση (και χειροκροτήματα), ο Αντώνης Σαμαράς, που διεκδικεί σήμερα (χωρίς ντροπή) και την ηγεσία της «Νέας Δημοκρατίας», ανέτρεψε το 1993 την κυβέρνηση Μητσοτάκη, που ήταν έτοιμη να υπογράψει τη συμφωνία για το όνομα που θα έφερε γεωγραφικό προσδιορισμό.

Η ιστορία δεν είναι μόνο «αναμνήσεις» από το παρελθόν με ημερομηνίες, τόπους και ονόματα. Είναι ο μπούσουλας της ανθρωπότητας. Η πυξίδα της. Γιατί αν δεν γνωρίζεις, πότε και από πού έρχεσαι, δεν ξέρεις και πού πηγαίνεις. Τόσο απλά.

ΣΥΝΕΠΩΣ, για να παίρνουμε σε ζητήματα που είναι απαραίτητη η αρωγή της σωστές αποφάσεις, οφείλουμε να γνωρίζουμε τα πραγματικά γεγονότα. Την πραγματική ιστορία, που συμπεριλαμβάνει και τα γεγονότα που αποσιωπήθηκαν.

ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ θα επαναλαμβάνουμε (ξανά και ξανά) τους στρουθοκαμηλισμούς της ΕΡΤ και θα συνεχίσουμε να πιστεύουμε τι έγραψαν οι ποιητές και «επίσημοι» ιστορικοί για τον λόρδο Βύρωνα και όχι τα όσα ο ίδιος έγραφε (για τους τότε Έλληνες) στις επιστολές του.

ΕΠ’ ΕΥΚΑΙΡΙΑ, να προσθέσω ότι οι ποιητές συνήθως εξιδανικεύουν τις διάφορες καταστάσεις, ενώ παλαιότερα αυτό το έκαναν συχνότερα.

ΤΟ ίδιο έκανε και ο ίδιος ο Άγγλος λόρδος για την αρχαία Ελλάδα και ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς για το λόρδο.

Ο ΠΑΛΑΜΑΣ, επίσης, ήταν αυτός που στο ποίημά του, αφιερωμένο στην γόησσα της Σπάρτης, (την Ωραία Ελένη) δεν χρησιμοποίησε για να την υμνήσει τον γνωστό μύθο που ξέρουμε όλοι, αλλά μια άλλη του εκδοχή, σύμφωνα με την οποία, ο Πάρις δεν έκλεψε την πραγματική Ελένη, αλλά ένα ομοίωμά της, που είχε κατασκευάσει η θεά Ήρα από σύννεφα!

ΕΤΣΙ έμεινε για τον Παλαμά η Ελένη «αμόλυντη» και επέστρεψε στην Σπάρτη «απείραχτη» μετά τον τρωικό πόλεμο, απ’ την Αίγυπτο που διέμενε όσο καιρό κράτησε η ελληνική εκστρατεία!

ΑΥΤΟ, όμως, που ενόχλησε πολύ περισσότερο από την βυρωνική ιστορία είναι οι διαστάσεις που πήρε το όλο θέμα.

ΔΥΟ τακτικοί αρθρογράφοι του «Νέου Κόσμου» (Βίτκος και Αμανατίδης) και καμιά εικοσαριά επιστολογράφοι, ασχολήθηκαν με την ιστορία αυτή σχεδόν δύο μήνες, παρά το γεγονός ότι έχω θίξει κατά καιρούς πιο επίκαιρα και σημαντικά (κατά τη γνώμη μου) θέματα.

ΚΑΙ εδώ αναφέρω δυο-τρία που έθιξα εντελώς πρόσφατα (και μετά τον Βύρωνα), όπως για τη γλώσσα μας και τον πολιτισμό μας, τις περιουσίες των Οργανισμών μας, την (ανύπαρκτη) παροικιακή ηγεσία, τις συντάξεις και άλλα.

Η ανταπόκριση από τα πιο πάνω θέματα ήταν από εντελώς περιορισμένη ως ανύπαρκτη, ενώ για τον λόρδο έγινε πραγματικός χαμός.

ΑΥΤΟ αποδεικνύει περίτρανα τα όσα έγραψα πιο πάνω για την ιστορία και τον εθνικισμό. Η παροικία μας δεν σηκώνει ακόμα ανοιχτές συζητήσεις πάνω σε θέματα που άπτονται της εθνικής συνείδησης. Τελεία και παύλα.

ΕΙΝΑΙ (στην πλειοψηφία της) τόσο βαθιά εμποτισμένη από τα εθνικά ιδεώδη και το μεγαλείο της φυλής, που δεν σηκώνει μύγα στο (πατριωτικό) σπαθί της.

ΑΥΤΟ φαίνεται και από τις εδώ δραστηριότητές τους που οι περισσότερες (και πιο σημαντικές) έχουν να κάνουν με την πατρίδα και τα…  εθνικά μας θέματα  και όχι με εμάς τους ίδιους.

ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΑ να πω στους κ.κ. Βαβάκη, Βίτκο, Κουρή και Ανανατίδη, ότι δεν είναι κακό να μη γνωρίζει κάποιος έναν συγγραφέα (έστω και αν πρόκειται για τον Κωστή Παπαγιώργη), κακό είναι να προσπαθεί να τον μειώσει και να τον απορρίπτει, χωρίς να τον έχει διαβάσει.

ΕΓΩ έχω διαβάσει και Κουρή και Βίτκο και Αμανατίδη, αλλά και Παπαγιώργη και μπορώ να έχω μια πιο ολοκληρωμένη άποψη για το πόσο ζυγίζει η γνώμη και η άποψη του καθενός. Αυτά και γεια χαρά.