Tην περασμένη Κυριακή παρουσίασα το βιβλίο «Fragments from a Life» του John Litchen. Στο βιβλίο του ο συγγραφέας αφηγείται τη ζωή του πατέρα του Σπύρου Λίτση, ή Litchen όπως το άλλαξε στην αγγλική γλώσσα.

Σκιαγραφώντας την παιδική ηλικία του πατέρα του, ο οποίος είχε γεννηθεί το 1898, βασιζόμενος σε αφηγήσεις του, και σε κάποια γραπτά του, ο John Litchen μας μεταφέρει στην Ήπειρο κατά την περίοδο της πρώτης δεκαετίας του 1900, όταν ήταν ακόμη, όπως και η υπόλοιπη Βόρεια Ελλάδα, τουρκοκρατούμενη.
Στη συνέχεια, κάνει λόγο για τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913, και την απελευθέρωση της Βόρειας Ελλάδας, και μαζί με αυτήν και της Ηπείρου. Όμως για τους συντοπίτες του Σπύρου Λίτση τα χαρμόσυνα νέα για την απελευθέρωση της Ηπείρου και την επανένταξή της στον κορμό του ελληνικού κράτους δεν διήρκεσαν πολύ.

Πρώτα με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου τον Αύγουστο του 1913, και στη συνέχεια με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας τον Δεκέμβριο του 1913, αποφασίσθηκε η σύσταση του ανεξάρτητου κράτους της Αλβανίας.

Η Αυστρία και η Ιταλία, με στόχο τα δικά τους γεωστρατηγικά σχέδια, έπεισαν τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Βόρειος Ήπειρος αποκοπεί από τον κορμό της Ηπείρου, για να προσαρτηθεί στην Αλβανία, έτσι που να μπορέσει να επιζήσει ως ανεξάρτητο κράτος.
Τον Φεβρουάριο του 1914 οι Βορειοηπειρώτες ανακήρυξαν την αυτονομία της Βορείου Ηπείρου, μετά από ένοπλη εξέγερση. Απώτερος στόχος τους ήταν η επανένωση της Βορείου Ηπείρου με την υπόλοιπη Ήπειρο, η οποία αποτελούσε πλέον περιφέρεια του ελληνικού κράτους.
Αντιμέτωπες με αυτήν την εξέλιξη οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν την αυτονομία της Βορείου Ηπείρου, στο πλαίσιο του αλβανικού κράτους όμως, με το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας τον Ιούνιο του 1914. Αν και αυτή δεν ήταν η ιδανική λύση, ήταν ένα πρώτο βήμα προς την επίτευξη του ποθητού στόχου.
Δυστυχώς για τους Βορειοηπειρώτες, η αυτονομία δεν έμελλε να διαρκέσει πολύ. Τον Αύγουστο του 1914 ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, και οι ιστορικές συγκυρίες είχαν αλλάξει ριζικά στην Ευρώπη μετά τη λήξη του πολέμου το 1918.

Τον Νοέμβριο του 1921 οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να υιοθετήσουν το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας. Με άλλα λόγια, η Βόρειος Ήπειρος ξαναδόθηκε στην Αλβανία.

Αυτός ήταν ο τόπος καταγωγής του Σπύρου Λίτση, η ζωή του οποίου υπήρξε σωστή Οδύσσεια, αφού πρώτα μετανάστευσε στην Αμερική το 1913, το 1921 επέστρεψε στο χωριό του, από όπου το 1924 έκανε το μεγάλο ταξίδι στην Αυστραλία, στην οποία έζησε τα υπόλοιπα 65 χρόνια της ζωής του.
Εκτός από το ότι το βιβλίο είναι καλογραμμένο, έχει και κάποιες ιδιαιτερότητες, που κατά τη γνώμη μου του προσδίδουν μια επιπρόσθετη βαρύτητα.
Πρώτα απ’ όλα, μας δίνει την ευκαιρία να πάρουμε μια εικόνα από τη ζωή σε μια «χαμένη» πατρίδα, την Βόρειο Ήπειρο, στο πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα.
Μια άλλη ιδιαιτερότητα του βιβλίου έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο γιος του Σπύρου, John Litchen, αισθάνθηκε την ανάγκη να γράψει για τη ζωή του πατέρα του, βασιζόμενος σε κάποια γραπτά του κείμενα, και περισσότερο σε αφηγήσεις του.

Η ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Μέσα από το βιβλίο του John Litchen δεν αναδύεται μόνο η μορφή του πατέρα του Σπύρου Λίτση, αλλά δίνονται και ενδιαφέροντα για την ιστοριογραφία στοιχεία – εθνικής, ιστορικής και κοινωνιολογικής φύσης.

Επειδή πιο πάνω έκανα λόγο για ιστοριογραφία, για να αποφευχθεί η ταύτισή της με την ιστορία, δίνω τον ορισμό της από το Λεξικό του Γιώργου Μπαμπινιώτη:
Ιστοριογραφία: Η έκθεση γεγονότων του παρελθόντος με λογοτεχνικό τρόπο και με βάση την κριτική έρευνα, την παράδοση και την προσωπική εμπειρία.
 Με βάση τον παραπάνω ορισμό, το βιβλίο του John Litchen μπορεί να χαρακτηρισθεί λογοτεχνικό, και εντάσσεται στον πεζό λόγο, αλλά και ως ιστοριογραφικό.
Στο πλαίσιο της λογοτεχνίας του Απόδημου Ελληνισμού, στην κατηγορία του πεζού λόγου – διήγημα, μυθιστόρημα και θέατρο – θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και την ιστοριογραφία.

Λέω στο πλαίσιο της λογοτεχνίας του Απόδημου Ελληνισμού, γιατί είμαι της γνώμης πως βιβλία ιστοριογραφικού προσανατολισμού διασώζουν σημαντικά στοιχεία για τη ζωή επώνυμων προσώπων, αλλά και για τις συνθήκες διαβίωσης των αποδήμων Ελλήνων, από τα οποία οι ιστορικοί του μέλλοντος θα αντλήσουν τις πληροφορίες τους για να συνθέσουν την ιστορία του συνόλου στις χώρες που ζουν οι ομογενείς.
Για το λόγο αυτό θα έλεγα πως πρέπει να ενθαρρύνουμε τη συγγραφή βιβλίων ιστοριογραφικού προσανατολισμού, και να αξιοποιούμε τα ήδη δημοσιευμένα έργα.
Ιδιαίτερα για την ομογένεια της Αυστραλίας, στο στάδιο που βρίσκεται, η αξιοποίηση των εμπειριών πολλών ομοεθνών μας, και ιδιαίτερα εκείνων που έχουν αναμειχθεί με τα κοινά, επείγει για ευνόητους λόγους.

Κινδυνεύουμε κι εδώ να πάθουμε ότι συνέβη με τους πρόσφυγες του 1922-1923 στην Ελλάδα. Τα πρώτα χρόνια οι δυσκολίες αποκατάστασης και εξοικείωσης με το νέο περιβάλλον, μετά ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο εμφύλιος που ακολούθησε, και από τη δεκαετία του 1950 η μετανάστευση, δεν έδωσαν την ευκαιρία στους ίδιους τους πρόσφυγες, ούτε στα παιδιά τους, να γράψουν για τις εμπειρίες τους από τους τόπους καταγωγής τους, αλλά και για τους αγώνες προσαρμογής στην νέα πραγματικότητα.

Χάθηκε έτσι ένας πλούτος πληροφοριών, αφήνοντας δυσαναπλήρωτα κενά στην ιστορία του έθνους μας.
Γύρω στα 20 είναι τα βιβλία ιστοριογραφικού περιεχομένου που έχουμε στην οικογενειακή μας βιβλιοθήκη. Σίγουρα υπάρχουν και άλλα τα οποία δεν μου είναι γνωστά. Όμως συγκριτικά με τα καθαρά λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφορούν κάθε χρόνο ο αριθμός τους είναι πολύ μικρός.
Στην κατηγορία της ιστοριογραφίας εντάσσονται και τα Λευκώματα, επετειακού χαρακτήρα, που κατά καιρούς κυκλοφορούν ομογενειακοί συλλογικοί φορείς. Αυτές τις ημέρες στη Μελβούρνη κυκλοφόρησαν δύο, της Παμμεσσηνιακής Αδελφότητας «Ο Παπαφλέσσας» και ο Παναρκαδικός Σύλλογος «Ο Κολοκοτρώνης» για τα 50 χρόνια από την ίδρυση των οργανισμών τους. Σε λίγες ημέρες έχουμε και το Λεύκωμα της Ένωσης Θεσσαλονικέων, για τα 25 χρόνια αδελφοποίησης της Θεσσαλονίκης με τη Μελβούρνη.

Λευκώματα σαν και αυτά είναι μεγάλης ιστοριογραφικής αξίας, και αποτελούν πολύτιμες πρωτογενείς πηγές για τους μελλοντικούς ιστορικούς της ομογένειας της Αυστραλίας.

ΣΤΗΝ ΩΡΑ ΤΗΣ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΟΜΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Δεν αρκεί όμως η συγγραφή βιβλίων και η έκδοση επετειακών Λευκωμάτων. Η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά από τους ιστορικούς και άλλους ερευνητές είναι εξίσου σημαντική.

Εδώ γίνεται αντιληπτή η αξία της Βιβλιοθήκης Ομογενειακού Βιβλίου που έχει ήδη δημιουργηθεί σε χώρο του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στη Μελβούρνη, με πρωτοβουλία του Γενικού Προξένου, κ. Χρήστου Σαλαμάνη, και υπό την εποπτεία του κ. Χάρη Λαδόπουλου, Συντονιστή του Γραφείου Εκπαίδευσης.
Ήδη τα βιβλία που έχουν συγκεντρωθεί υπερβαίνουν τα 300. Η Βιβλιοθήκη θα φιλοξενεί και επετειακά Λευκώματα, καθώς και ελληνικά περιοδικά που εκδίδονται, ή έχουν εκδοθεί στην Αυστραλία. Τα εγκαίνια της Βιβλιοθήκης θα γίνουν σύντομα.

Παροτρύνω τους ομογενείς συγγραφείς, καθώς και τους συλλογικούς φορείς που έχουν εκδώσει Λευκώματα, να μεριμνήσουν δύο αντίτυπα από τα βιβλία και τα Λευκώματά τους να φτάσουν στο Γραφείο Εκπαίδευσης, για να τοποθετηθούν στην πρώτη Βιβλιοθήκη Ομογενειακού Βιβλίου.
Αυτή είναι ιστορία εν τω γίγνεσθαι, και είμαι βέβαιος πως θα βρει μιμητές και σε άλλα Προξενεία, αλλά και Πρεσβείες της Ελλάδας, σε χώρες όπου ο Απόδημος Ελληνισμός, το ένα τρίτο του Οικουμενικού Ελληνισμού, ζει, δημιουργεί και μεγαλουργεί.

Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε πως σε μια από τις παροικίες του Απόδημου Ελληνισμού (Οδησσό) εκκολάφθηκε η Φιλική Εταιρεία, και οι μεγάλοι ευεργέτες του γένους μας ήταν απόδημοι Έλληνες.