Ο Γιώργος Βασιλόπουλος την περιέγραψε ως την μεγαλύτερη «ερωμένη» του. Ο Γιάννης Αναστασιάδης ως ένα «όνειρο». Ο Γιώργος Μανταράκης ως μεγάλο πάθος. Ο Τζιμ Άρμστρονγκ ως αξέχαστο σχολείο. Ο Λεωνίδας Ανεζάκης ως το «μεράκι» του και ο Ηλίας Αθανασάκης ως την «έμπνευσή» του. Δεν ήταν, όμως, μόνο αυτά η «Ελλάς» Μελβούρνης. Ήταν πολύ περισσότερα. Ήταν η καρδιά της παροικίας, ήταν ο θεσμός που ένωνε την ελληνική ομογένεια σε όλη την Αυστραλία εκείνα τα πρώτα χρόνια της ομαδικής μετανάστευσης. Η «Ελλάς» Μελβούρνης ήταν η ελληνική ιδέα… κοινωνός της οποίας ήταν όλη η ομογένεια, φίλαθλοι, παίκτες, παράγοντες. Και το γήπεδό της ήταν στην ουσία χώρος ελληνικός, χώρος κοινωνικής επαφής, αλλά και «νυφοπάζαρο» επί το λαϊκότερον, «Νοιώθαμε όλοι ότι ζούσαμε για λίγο στην Ελλάδα όταν βρισκόμαστε στο γήπεδο», λέει χαρακτηριστικά ο πρώην πρόεδρος, Γιώργος Βασιλόπουλος.

Η «Ελλάς» ήταν οικογενειακή υπόθεση. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά όλοι στέκονταν στο πλάι της, όλοι πήγαιναν στο γήπεδο, όλοι το διασκέδαζαν, όλοι ήταν μία μεγάλη παρέα. Στο προσκήνιο οι χαρές και οι απογοητεύσεις που η νίκη, η ήττα ή το άδικα σφυριγμένο πέναλτι, σκορπά στους φίλαθλους κάθε ομάδας. Στο παρασκήνιο, όμως, η ζεστασιά της ανθρώπινης επαφής.

Αυτό το Σάββατο στην αίθουσα εκδηλώσεων του καζίνο Crown πολλοί από αυτούς που «δόθηκαν» με όλη τους τη ψυχή σε αυτήν την «μοναδική πενηντάρα» θα είναι εκεί. Κάποιοι θα λείπουν. Φυσικό επόμενο και αυτό.

Συγκινητική, όμως, η απόφαση της συζύγου του Ιορδάνη Ιερεμιάδη.

Ο Ιορδάνης, παίκτης της «Ελλάς» δεν είναι πλέον στη ζωή. Η σύζυγός του, όμως, έρχεται στην Αυστραλία με την οικογένειά της για να παραστεί στην εκδήλωση για τα 50χρονα της «Ελλάς». Όλο το ταξίδι με δικά της έξοδα. Σίγουρα, λοιπόν, η «Ελλάς» Μελβούρνης δεν ήταν μία ποδοσφαιρική ομάδα ήταν πολύ περισσότερα και σίγουρα σημαντικότερα.

Ας αφήσουμε, όμως, τις μνήμες κάποιων ανθρώπων από αυτούς που έδεσαν την ζωή τους με το ομογενειακό αυτό αθλητικό σωματείο να μας συστήσουν την «μοναδική 50αρα» από τα γεννοφάσκια της.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΤΑΡΑΚΗΣ – ΠΑΙΚΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟ 1961 – 1972

 «Τι να πρωτοθυμηθώ…  Από την πρώτη μέρα που έπαιξα, αγάπησα τον κόσμο της. Τότε μιλάμε για κόσμο, για 30.000 άτομα σε κάθε αγώνα. Θυμάμαι ότι έφτασα στην Αυστραλία Σάββατο και δεν πήγα να ξεκουραστώ, πήγα να παίξω. Ο κόσμος, όχι μόνο με καταχειροκροτούσε, αλλά μού έδινε και λίρες. Στο τέλος του αγώνα πλησίασα τις κερκίδες για να τους χαιρετήσω και όπως είχα ανοιχτά τα χέρια μού έδιναν λίρες. Τότε πρόεδρος ήταν ο Θίο Μαρμαράς, υπέροχος άνθρωπος. Αυτός μου βρήκε δουλειά. Τότε η «Ελλάς» έβρισκε δουλειά σε όλους τους παίκτες που έρχονταν από την Ελλάδα. Ακόμα και προξενιά μάς έκαναν. Ερχόντουσαν ομογενείς στα αποδυτήρια μετά τον αγώνα και μάς έλεγαν ότι έχουν μία καλή κοπέλα για να αποκατασταθούμε. Μάς καλούσαν για φαγητό προκειμένου να γνωρίσουμε την κοπέλα. Πηγαίναμε βέβαια. Πολλές οι νύφες και πολλά τα δείπνα».

Ο κ. Μανταράκης γελά καθώς μου εξιστορεί ιστορίες που εξελλίσσονταν επί εβδομαδιαίας βάσης στα παρασκήνια της ποδοσφαιρικής ομάδας.
«Ακόμα και το γεγονός ότι κατάφερα να παντρευτώ την εκλεκτή της καρδιάς μου στην «Ελλάς» το οφείλω. Πήγα να ζητήσω την Άντζελα από τα πεθερικά μου και όταν τους είπα ότι είμαι ποδοσφαιριστής ούτε να με ξαναδούν δεν ήθελαν. Τότε πήρα τον κ. Μαρμαρά και του ζήτησα να μεσολαβήσει μπας και αλλάξουν γνώμη. Και έτσι έγινε. Με τη δική του μεσολάβηση παντρεύτηκα».

Ο κ. Μανταράκης θυμάται ότι ακόμα και τα ελληνικά αθλητικά γεγονότα του ελληνικού ποδοσφαίρου ζούσαν μέσα στο Ολύμπικ Παρκ. «Θυμάμαι το μνημόσυνο της ΑΕΚ το 1964. Είχε χάσει τότε από τον Παναθηναϊκό και μαζεύτηκαν οι Παναθηναϊκοί, έφεραν και έναν δίσκο από αυτούς που πάμε στα μνημόσυνα και μετά το παιχνίδι κάναμε το…  ‘μυστήριο’».

ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ – ΠΑΙΚΤΗΣ 1997 – 2001

«Η «Ελλάς» μου χάρισε μία από τις πιο όμορφες στιγμές της ζωής μου. Ήταν εκείνο το ταξίδι στη Βραζιλία. Από μικρό παιδί την γνώριζα. Έπαιζα στον Αλέξανδρο πριν φύγω για την Ελλάδα, αλλά όταν επέστρεψα στην Αυστραλία αποφάσισα να πάω στην «Ελλάς». Ήταν και είναι το πλέον ιστορικό σωματείο των Ελλήνων. Ήταν ο τόπος που όλοι ήμασταν ένα, μία ελληνική παρεούλα.

Θυμάμαι, όμως, ξέχωρα την Βραζιλία. Όταν μπήκαμε στο Μαρακανά, νοιώθαμε όλοι, παίκτες, παράγοντες, συνοδοί σαν παιδάκια που τα αφήνεις ελεύθερα μέσα σε ένα μαγαζί με καραμέλες. Δεν πιστεύαμε ότι ήμασταν εκεί. Η «Ελλάς» μάς χάρισε κάτι που καμία άλλη ομάδα δεν μπόρεσε να μας δώσει. Αυτή ήταν μεγάλη τιμή για όλους μας. Θέλω να βρει τον δρόμο της, όποιος και αν είναι αυτός. Παραμένει το μεγάλο όνειρο της παροικίας η ομάδα αυτή και το θέλουμε όλοι να είναι και να παραμείνει το καλύτερο όνειρο».

ΤΖΙΜ ΑΜΣΤΡΟΝΓΚ – ΠΑΙΚΤΗΣ ΤΗΣ «ΕΛΛΑΣ» ΑΠΟ ΤΟ 1972 ΚΑΙ ΜΟΝΙΜΟΣ ΕΘΕΛΟΝΤΗΣ

«Θυμάμαι ότι η αγάπη μου γι’ αυτό το σωματείο γεννήθηκε το 1970, όταν έπαιξα τότε αντίπαλος με την «Ελλάς». Τέτοιος ενθουσιασμός, τέτοια αγάπη από τους φίλαθλους! Ήθελα να γίνω δικός της παίκτης από τότε. Δύο χρόνια αργότερα τα κατάφερα. Δεν μπορούσα να πιστέψω την αγάπη του κόσμου. Έκανα τη δουλειά μου, έπαιζα ποδόσφαιρο, αλλά με αντιμετώπιζαν σαν ήρωα. Αυτό δεν το είχα ζήσει πάλι.

Η «Ελλάς» για τους Έλληνες ήταν μεγάλο πάθος, ήταν ο χώρος που μαζεύονταν και το στόμα τους δεν έκλεινε. Δεν μιλούσαν μόνο για το ποδόσφαιρο, ήταν μία μικρή κοινότητα και σίγουρα το χρώμα της ήταν ελληνικό. Μεγάλη μου στιγμή στην ομάδα το 1972, όταν στέφθηκα ο παίκτης που σκόραρε τα περισσότερα γκολ εκείνη την χρονιά και κέρδισα το αστρονομικό, για μένα τουλάχιστον, ποσόν των $1.000. Έμεινα κοντά στην «Ελλάς» μέχρι σήμερα. Αγάπησα το ελληνικό της χρώμα. Η «Ελλάς» για μένα ήταν και είναι το καλύτερό μου σχολείο».

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΑΝΕΖΑΚΗΣ – ΠΡΩΗΝ ΠΡΟΕΔΡΟΣ, ΜΑΝΑΤΖΕΡ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ

«Η «Ελλάς» Μελβούρνης, ήταν μία μικρή «Ελλάδα». Ήμουν εκεί από την αρχή της. Θυμάμαι τις δεκάδες χιλιάδες κόσμου που γέμιζαν το Ολύμπικ Παρκ. Δεν ήταν μόνο η αγάπη για το ποδόσφαιρο που δημιουργούσε την μοναδική ατμόσφαιρα στο γήπεδο. Ήταν πατριωτισμός αυτό που γέμιζε το γήπεδο. Όλοι ήμασταν περήφανοι που η δική μας ομάδα, μία ελληνική ομάδα έπαιρνε τα πρωταθλήματα το ένα μετά το άλλο.
Η «Ελλάς» έγινε από την αρχή ένα απαραίτητο στοιχείο της κοινωνικής ζωής της παροικίας. Δύο ξεχωριστές στιγμές είχε η εβδομάδα για τους συμπάροικους της δεκαετίας του ’60.

Η μία ήταν την Κυριακή το πρωί που πήγαιναν στην εκκλησία και η άλλη την Κυριακή το απόγευμα που πήγαιναν στο γήπεδο. Εκεί στο γήπεδο είχαν τις περισσότερες πιθανότητες να δουν συγχωριανούς τους, να ρωτήσουν να μάθουν για τους δικούς τους στην Ελλάδα. Οι περισσότεροι μετανάστες την πρώτη Κυριακή, με το που έφταναν στην Μελβούρνη, πήγαιναν στο γήπεδο.
Η «Ελλάς» με έκανε και μας έκανε πολλές φορές να δακρύσουμε. Πάντα από χαρά όμως. Πιστεύω ότι ένας από τους λόγους που κατάφερε να φτάσει πολύ ψηλά ήταν το ότι είχε όλη την παροικία στο πλευρό, ότι έγινε το σπίτι των ελλήνων μεταναστών».

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ – 25 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟ Δ.Σ

«Εγώ την βλέπω σαν μία μεγάλη «ερωμένη», που μου χάρισε πολλές χαρές. Χωρίς αυτές η ζωή μου θα ήταν φτωχότερη. Για την παροικία ήταν πολλά περισσότερα, χωρίς καμία αμφιβολία. Ήταν ο λόγος για να είμαστε όλοι μαζί. Στο γήπεδο της «Ελλάς» μαζευόμαστε όλοι, μικρά παιδιά, οικογένειες, ηλικιωμένοι άνθρωποι και όλοι βλέπαμε εκεί τον δικό μας χώρο. Η «Ελλάς» ήταν εκεί για να μάς φέρει όλους κοντά για να γιορτάσουμε όλοι μαζί να ξεδώσουμε, να χαρούμε, να σηκώσουμε τη σημαία μας, να ζήσουμε με τον δικό μας ελληνικό τρόπο. Μην ξεχνάτε ότι την δεκαετία του ’60 κυρίως, δεν υπήρχαν και πολλοί άλλοι χώροι για να το κάνεις αυτό.
Το ποδόσφαιρο ήταν η αφορμή. Η αιτία ήταν η ανάγκη μας να βρεθούμε με δικούς μας ανθρώπους.

Την «Ελλάς» την αγάπησα. Όχι μόνο εγώ όμως. Την έκανα κομμάτι από τη ζωή μου και έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής πολλών, για να μην πω σχεδόν όλων των συμπαροίκων. Η ιστορία της είναι η ιστορία της ομογένειας. Όπως η παροικία μας ήταν μία κοινωνία μεταναστών έτσι και η «Ελλάς», ήταν μία ομάδα μεταναστών. Και δεν ήταν μόνο οι Έλληνες της Μελβούρνης που την αγαπούσαν όμως. Θυμάμαι πηγαίναμε στο Σίδνεϊ να παίξουμε και η παροικία του Σίδνεϊ δεν ήταν ποτέ απούσα».

ΗΛΙΑΣ ΑΘΑΝΑΣΑΚΗΣ – ΠΡΟΕΔΡΟΣ

 «Μεγάλωσα μέσα στην «Ελλάς». Από μικρό παιδί στις κερκίδες της. Έκανα παντοτινούς φίλους εκεί. Θυμάμαι ότι ήταν η μεγάλη στιγμή της εβδομάδας η Κυριακή το απόγευμα. Θα πηγαίναμε στο γήπεδο οικογενειακώς. Ήταν το δίωρο που ανυπομονούσα ολόκληρη την εβδομάδα να έρθει. Νοιώθω πολύ τυχερός σήμερα που βρίσκομαι στην θέση του προέδρου και γιορτάζω τα 50 της χρόνια. Ξέρω ότι άλλαξαν πολλά, αλλά ξέρω ότι η «Ελλάς» παραμένει πηγή έμπνευσης για μένα αλλά και για όλα τα άλλα παιδιά στο Δ.Σ. Πιστεύω ότι την αγάπη για τη «Ελλάς» μας την πέρασαν στο γενετικό μας κώδικα, οι γονείς μας. Είναι κάτι σαν παράδοση. Για τους γονείς μας ήταν ο χώρος που έβλεπαν τους συγγενείς, τους φίλους, συζητούσαν για το ποδόσφαιρο, για την πολιτική, μάθαιναν νέα από την Ελλάδα. Ακόμα και νύφες γνώριζαν στο γήπεδο».

Ο Ηλίας Αθανασάκης δεν διστάζει να μιλήσει για το μέλλον της ομάδας. «Στόχος μας ήταν να εξασφαλίσουμε το οικονομικό μέλλον του σωματείου και με την ανάπλαση του γηπέδου το καταφέραμε. Γνωρίζω ότι η ομάδα δεν βρίσκεται στην καλύτερη φάση της αγωνιστικά. Όμως η «Ελλάς» ήταν πάντα θεσμός, ήταν πάντα η ελληνική γωνιά. Θέλουμε να την κάνουμε μία πρότυπη ακαδημία ποδοσφαιριστών. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να κρατήσουμε την καρδιά της παροικίας εκεί. Θα είναι η καρδιά της δεύτερης γενιάς, αλλά θα συνεχίσει να συντηρεί την πολιτιστική μας ταυτότητα και θα συνεχίσει να υπάρχει».
Τα γενέθλια της «μοναδικής πενηντάρας» θα γιορταστούν επίσημα αυτό το Σάββατο. Η «μοναδική πενηντάρα» αναμφισβήτητα ήταν μία από τις πρωταγωνίστριες στην ζωή της παροικίας. Μπορεί βέβαια να «άσπρισε» λίγο αλλά σίγουρα δεν είναι η μόνη που άσπρισε…