Το σύστημα είναι ένοχο ασυγχώρητης υποκρισίας. Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, και με αφορμή τον άσκοπο θάνατο των πέντε νεαρών παιδιών στο Mill Park, το σύστημα μουσκεύτηκε από τα κροκοδείλια δάκρυά του για τον τραγικό, στην κυριολεξία, θάνατο των πέντε νεαρών μελών της κοινωνίας μας.
Οι πολιτικοί άδραξαν την ευκαιρία για συγκινητικές, δημόσιες εκφράσεις συμπάθειας στις οικογένειες των θυμάτων. Οι μηχανισμοί δημοσίων σχέσεων της κεντρικής κυβέρνησης της χώρας και της κυβέρνησης της Βικτωρίας τέθηκαν αστραπιαία σε λειτουργία για να κεφαλαιοποιήσουν πολιτικά την τραγωδία που βύθισε στο πένθος πέντε οικογένειες και συγκλόνισε την κοινωνία.

Η ηγεσία της πολιτειακής αστυνομίας συντριμμένη, και αυτή, στηθοκοπήθηκε δημόσια για το τραγικό γεγονός και ομολόγησε την αναποτελεσματικότητα των σχεδιασμών της για τον περιορισμό της αιματοχυσίας στην άσφαλτο.

Υποκρισία, εκατέρωθεν. Και εξηγούμαι.

Το ενδιαφέρον των πολιτικών είναι περιστασιακό, όπως θα έχετε διαπιστώσει, και περιορίζεται, αποκλειστικά, σε βαρύγδουπες δηλώσεις άνευ περιεχομένου, ενώ έχουν τη δυνατότητα να παρέμβουν στην αυτοκινητοβιομηχανία και να απαιτήσουν τη κατασκευή αυτοκινήτων μικρότερης ιπποδύναμης, έχουν την εξουσία να αλλάξουν το όριο ηλικίας για χορήγηση άδειας οδήγησης, να υποχρεώσουν τους νέους να οδηγούν αυτοκίνητα μικρού κυβισμού.
Δεν καταλαβαίνω, γιατί σε μία χώρα με ανώτατο όριο ταχύτητας 110 έως 120 χιλιόμετρα παράγουμε αυτοκίνητα που αναπτύσσουν διπλάσιες ταχύτητες.
Δεν καταλαβαίνω, γιατί παράγουμε αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού σε περίοδο θανατηφόρας μόλυνσης του περιβάλλοντος, το υλικό και ανθρώπινο κόστος της οποίας μεγαλώνει καθημερινά. Ο θερμοκέφαλος νεαρός οδηγός και ο ανεύθυνος ηλικιωμένος πολίτης, που δεν γνωρίζουν όρια, πατάνε γκάζι και «όποιον πάρει ο χάρος», κατά τη λαϊκή έκφραση.

Δεν καταλαβαίνω, γιατί το σύστημα χορηγεί άδεια οδήγησης αυτοκινήτου σε πολύ νεαρές ηλικίες, 17 ή 18 ετών, αγνοώντας την τεκμηριωμένη, από την επιστήμη, ανωριμότητα του ανθρώπου σε αυτές τις ηλικίες. Αγνοώντας τα στατιστικά στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία αυξάνονται συνεχώς οι θάνατοι νεαρών, άπειρων οδηγών στους δρόμους.

 Οι περισσότεροι οδηγοί είμαστε οδηγοί της πόλης με περιορισμένες γνώσεις των κινδύνων του αυτοκινήτου, με περιορισμένες δεξιότητες, ανίκανοι να ελέγξουμε τα αυτοκίνητά μας σε στιγμές δυσκολίας ή κινδύνου, που πολλαπλασιάζονται όσο ανεβαίνει η ταχύτητα. Γι’ αυτό γινόμαστε καθημερινά αυτόχειρες, αυτοκτονούμε πίσω από το τιμόνι του αυτοκινήτου μας, ή γινόμαστε αίτιοι δυστυχημάτων στα οποία βρίσκουν εξ ίσου τραγικό θάνατο ή τραυματίζονται σοβαρά και μόνιμα συνάνθρωποί μας.
Το σύστημα, που θρηνεί υποκριτικά οσάκις χάνονται ανθρώπινες ζωές, έχει τη δυνατότητα να παρέμβει καταλυτικά τόσο στην παραγωγή αυτοκινήτων όσο και στην αστυνόμευση των δρόμων της χώρας.

Η πολιτική ηγεσία, φοβούμενη το πολιτικό κόστος της σύγκρουσης με τη βιομηχανία αυτοκινήτων, που παράγει αυτοκίνητα τα οποία μόνο σε πίστες αυτοκινητοδρομιών πρέπει να κινούνται, αρνείται να παρέμβει. Αφήνει την αυτοκινητοβιομηχανία ελεύθερη να παράγει αυτοκίνητα που γίνονται τάφοι των ιδιοκτητών τους και αθώων συνεπιβατών τους, ή οδηγών και συνεπιβατών άλλων αυτοκινήτων ή πεζών.
Το σύστημα, που θρηνεί υποκριτικά για την απώλεια ανθρώπινων ζωών στους δρόμους αποφεύγει, φοβούμενο το πολιτικό κόστος, να ανεβάσει στα 21 χρόνια – που αρχίζει να πήζει το μυαλό – το όριο ηλικίας για την παροχή άδειας οδήγησης.

Το σύστημα, που μετρά καθημερινά με αποτροπιασμό τα θύματα της ασφάλτου, αντικατέστησε, για οικονομικούς λόγους, τον αστυνομικό με την τεχνολογία – βλέπε ραντάρ, κάμερες και άλλα τεχνικά μέσα σύλληψης παραβατών του κώδικα οδικής κυκλοφορίας.

Αποτέλεσμα; Αυξάνεται, μεν, καθημερινά το κρατικό εισόδημα από τις τροχαίες παραβάσεις, αλλά δεν μειώνονται οι ανθρωποθυσίες στο Μολώχ, το θεό της ασφάλτου.
 Φωτογραφίζουν οι κάμερες τους οδηγούς που παραβιάζουν το όριο ταχύτητας, αλλά το σύστημα δεν προλαμβάνει να εισπράξει τα χρηματικό πρόστιμο που αναλογεί στην παράβαση, διότι ο ανεύθυνος οδηγός σκοτώνεται μερικά χιλιόμετρα πιο πάνω και σκοτώνει, συχνά, οδηγούς και επιβάτες άλλων αυτοκινήτων που βρίσκονται στην πορεία του.
Η απουσία του τροχονόμου από τους δρόμους αποδεικνύεται ολέθρια. Το ομολόγησε ευθέως ο Διοικητής της Τροχαίας, Κεν Λέϊ, με τη δήλωσή του ότι η αστυνομία πρέπει να αναθεωρήσει εκ θεμελίων το σύστημα αστυνόμευσης των δρόμων «we have go back to the drawing board- πρέπει να επανασχεδιάσουμε τη στρατηγική μας» δήλωσε ο κ. Λέϊ, φανερά απογοητευμένος από τα θανατηφόρα οδικά δυστυχήματα και του αριθμού των οδηγών που οδηγούν μεθυσμένοι.
Προφανώς, η αστυνομία άρχισε να συνειδητοποιεί ότι ο τροχονόμος δεν αντικαθίσταται αποτελεσματικά από την τεχνολογία, ούτε από τις συγκλονιστικές διαφημίσεις για τις συνέπειες της οδήγησης με υψηλές ταχύτητες.

Δεν προστατεύει η τεχνολογία τους ανεύθυνους οδηγούς από τους επικίνδυνους εαυτούς τους, ούτε το ευρύ κοινό από τους οδηγούς που δεν αντιλαμβάνονται τους κινδύνους της ταχύτητας ή της οδήγησης υπό την επήρεια του αλκοόλ.

Η καθημερινή, αποτρεπτική παρουσία του τροχονόμου στους δρόμους κατά τη διάρκεια τους έτους – όχι επιλεκτικά την περίοδο των θερινών διακοπών, αργιών και ημερών αυξημένης κυκλοφορίας – θα βοηθήσει να στεγνώσει το αίμα στην άσφαλτο, είναι ένα από τα δραστικά μέτρα αποτελεσματικής αντιμετώπισης της αιματοχυσίας.
Οι δακρύβρεχτες εκφράσεις συμπάθειας από το αναίσθητο σύστημα και τα όργανά του – μεταξύ των οποίων και η εκάστοτε ηγεσία της αστυνομίας – δεν αρκούν, τεκμηριωμένα πλέον, για το σωφρονισμό των κακών, ανεύθυνων οδηγών αίμα άλλων ανθρώπων.