Η κυβέρνηση και η Αστυνομία της Βικτώριας κατέληξαν, τελικά, στο «εδώλιο του κατηγορουμένου» εκ μέρους της κοινής γνώμης, μετά από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου την Τρίτη που απήλλαξε τον πρώην υπαρχηγό της Αστυνομίας της Βικτώριας, Νόελ Άσμπι, από τις κατηγορίες για ψευδορκία που τον βάρυναν.
Η απόφαση του δικαστηρίου λόγω μίας και μόνο τεχνικής παρατυπίας είναι αναμενόμενο να δημιουργήσει και προεκλογικά προβλήματα στην κυβέρνηση, η οποία, παρ’ ότι ξόδεψε εκατομμύρια δολάρια από τα χρήματα των φορολογουμένων για να παραπέμψει  την υπόθεση στη Δικαιοσύνη και οι αποδείξεις που η αστυνομία είχε στη διάθεσή της ήταν ουσιαστικές, μία διαδικαστική παράλειψη οδήγησε στην κατάρρευσή της.

Δεν είναι, όμως, μόνο η κυβέρνηση, αλλά και η Αστυνομία που πρέπει τώρα να δώσει εξηγήσεις. Ήδη, ο επικεφαλής  της Υπηρεσίας Δεοντολογίας της Αστυνομίας, κ. Μάικλ Στρονγκ, προσπαθούσε χθες να υπερασπιστεί, αφενός, τη συνέχιση της ύπαρξης της Υπηρεσίας και, αφετέρου, το γεγονός ότι αυτή έκανε την δουλειά της σωστά.
«Κανένας από αυτούς που κατηγορούνταν για διαφθορά δεν ανήκουν πλέον στο σώμα», δήλωνε ο κ. Στρονγκ. «Μπορεί να ξέφυγαν από τη Δικαιοσύνη – και λυπάμαι γι’ αυτό – αλλά η Υπηρεσία έκανε καλά την δουλειά της», έλεγε ο κ. Στρονγκ, ενώ οι Πολ Μάλετ και Νόελ Άσμπι «καθαροί» από κάθε κατηγορία, λόγω παρατυπιών εκ μέρους της Αστυνομίας, παρέλαυναν στα ραδιοφωνικά στούντιο της Μελβούρνης.

Ο Νόελ Άσμπι κατηγορείτο, αρχικά, ότι είπε ψέματα στην εξεταστική επιτροπή της Υπηρεσίας Δεοντολογίας της Αστυνομίας, όταν πριν από 18 μήνες ερευνούσε τη διαρροή πληροφοριών από εσωτερική έρευνα για τη δολοφονία ατόμου που εμπλεκόταν στον υπόκοσμο της Μελβούρνης. Η ποινική δίωξη του Νόελ Άσμπι κατέρρευσε, όμως, γιατί ο Μάρεϊ Γουίλκοξ QC, που ανέκρινε τον κ. Άσμπι εκ μέρους της Υπηρεσίας Δεοντολογίας, παρ’ ότι είχε αναλάβει τη θέση του ανακριτή και είχε υπογράψει τα απαραίτητα έγγραφα, δεν είχε προλάβει να ορκιστεί όπως προβλέπει η διαδικασία και νομικά δεν είχε το δικαίωμα να ανακρίνει τον Άσμπι. Ο κ. Μάρεϊ Γουίλκοξ QC ορκίστηκε την επόμενη μέρα της ανάκρισης του Άσμπι.

Εκείνη την εποχή, ο Νόελ Άσμπι δεν ανήκε πλέον στο Σώμα της Αστυνομίας. Είχε παραιτηθεί όταν συνάδελφοί του τον πληροφόρησαν ότι η Υπηρεσία Δεοντολογίας άρχισε να ερευνά την ανάμειξή του στη διαρροή πληροφοριών προς τον τότε πρόεδρο του Σωματείου Αστυνομικών, Πολ Μάλετ, τον οποίο επίσης βάρυναν κατηγορίες περί ψευδορκίας. Ο Μάλετ γλύτωσε και αυτός πέρυσι, την ποινική δίωξη, όταν ο εισαγγελέας απέσυρε τις κατηγορίες, γιατί, όπως είχε προκύψει τότε, δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία για να καταδικαστεί.

Μετά την ανακοίνωση της δικαστικής απόφασης, την Τρίτη, ο εσαγγελέας κ. Κρις Ράιαν, δήλωσε ότι η Αστυνομία δεν πρόκειται να κάνει έφεση στην απόφαση.
Ενώ ο Νόελ Άσμπι και ο Πολ Μάλετ κατάφεραν να γλυτώσουν την ποινική δίωξη, ο πρώην διευθυντής του τμήματος Δημοσίων Σχέσεων της Αστυνομίας, κ. Στίβεν Λίνελ, που, επίσης, εμπλεκόταν στην υπόθεση διαρροής πληροφοριών και ο οποίος να σημειωθεί δεν είχε την στήριξη του Σωματείου των Αστυνομικών και το ταμείο του για να προσλάβει καλοπληρωμένους δικηγόρους όπως έκαναν οι δύο συγκατηγορούμενοί του, παραδέχτηκε την ενοχή του και καταδικάστηκε σε οκτάμηνη φυλάκιση με δύο χρόνια αναστολή και πρόστιμο $5,000.

Χθες, όμως, αναμενόταν ότι και ο Λίνελ θα κατέθετε έφεση κατά της καταδικαστικής απόφασης.